Guest

Τι κόσμος μπαμπά!


Μετά το πλαφ ήρθε ένας μικρός πανικός στο δωμάτιο, να μου δείξουν που θα κόψω τον λώρο, πως θα τη κρατήσω και στη συνέχεια με τη βοήθεια μια νοσοκόμας να τη πάμε για να της κάνουμε το πρώτο της μπάνιο. Να της κάνω το πρώτο της μπάνιο.

thano-raf-tsipras-krikoiΥπάρχουν πολλοί μύθοι για εκείνες τις στιγμές στη ζωή του κάθε ανθρώπου, για εκείνα τα δευτερόλεπτα που κρατάνε χρόνια και επίσης πολλές καθόλου επιστημονικές εικασίες. Είναι τα δευτερόλεπτα που σαν ταινία βλέπεις όλη τη ζωή σου να ξετυλίγεται μπροστά σου. Πολλές φορές αυτές οι εικασίες είναι συνδεδεμένες με το θάνατο, για μένα ήταν δεμένες με γέννηση της κόρης μου.

Ήταν στιγμές που ο πανικός διαδεχόταν την απόλυτη χαρά και που η ευτυχία έτρεχε πίσω από τη μελαγχολία. Ήταν στιγμές που η μόνη μου σκέψη ήταν …και τώρα τι κάνω; Και αυτό το καρουζέλ συναισθημάτων να ξεπερνάει τα πρώτα δευτερόλεπτα και να κρατάει όλες τις επόμενες ώρες. Κάθε φορά που κοίταζα το πρόσωπο της ή που η παλάμη της προσπαθούσε να πιαστεί από το δάχτυλό μου, ένιωθα ακριβώς την ίδια εναλλαγή χαράς και πανικού.

Για μια σειρά από λογούς, λογικούς και παράλογους, πατέρας έγινα σε μια ηλικία που πολλοί συνομήλικοι μου γινόντουσαν παππούδες. Αυτό δεν σήμαινε ότι ήμουν πιο …ώριμος ή πιο ψύχραιμος, αλλά σε πολλά πράγματα ήμουν πολύ πιο συνειδητοποιημένος και κοιτώντας πίσω μου είχα εμπειρίες και εικόνες που λίγοι νέοι πατεράδες έχουν. Η δουλειά μου, η μόνιμη αναζήτηση και περιέργεια μου, ίσως και η τρέλα μου, μου είχαν δώσει εμπειρίες που λίγοι θα μπορούσαν να μοιραστούν στην εξέλιξη τους και ίσως αυτό να ήταν ακόμα ένας λόγος που είχα καθυστερήσει στη πατρότητα σε σχέση με τους πολλούς.

Όταν γεννήθηκε η κόρη μου ήθελα να πιστεύω ότι θα ζούσε σε ένα κόσμο που το φύλο της, η πίστη της, οι ιδέες της, το χρώμα των μαλλιών της ή η καταγωγή της δεν θα έπαιζαν κανένα ρολό στη ζωή της. Ήθελα να πιστεύω ότι θα ζούσε σε ένα κόσμο διαφορετικό από αυτόν που εγώ ζούσα και μερικές φορές με έκανε να νιώσω πολύ μόνος. Σε ένα κόσμο που εγώ θα ήμουν το κανονικό, το νορμάλ κι όχι ο κάτοχος μιας ακόμα ταμπέλας που με τη βία μου βάζουν οι άλλοι. Ήθελα να πιστεύω ότι κάτι είχε αλλάξει. Ίσως λίγο, αλλά αρκετά για να είναι διαφορετικός από αυτόν που είχα μεγαλώσει εγώ. Άλλωστε είχε γεννηθεί στη Φινλανδία, τη χώρα που η δημοκρατία δουλεύει, που η διαφάνεια στη καθημερινότητα είναι το ζητούμενο και που το παιδί και το μέλλον του είναι το προαπαιτούμενο.

Δεν ξέρω πως έγινε, πως εξελίχτηκε ή πως ξεκίνησε, αλλά ποτέ στη ζωή μου, από πολύ νέος και όσο με θυμάμαι, δεν είχα κάνει διακρίσεις. Ποτέ δεν με ενδιέφερε η καταγωγή, το φύλο, το χρώμα ή η θρησκεία του άλλου και ποτέ κάτι από τα παραπάνω δεν έγινε εμπόδιο σε όποια κοινωνική σχέση και να είχα. Κάποτε, ένας συμφοιτητής μου, μου είπε μισοσοβαρά μισοαστεία: «μα είμαι μαύρος,» και του απάντησα αυθόρμητα, «δεν το είχα προσέξει». Εκείνη τη μέρα γελάσαμε και το θυμάμαι γιατί γέλασα κι εγώ, μόνο που δεν είχα πει κάτι αστείο, το εννοούσα και καταλαβαίνοντας αυτομάτως ότι δεν θα ήταν εύκολο να το εξηγήσω κατέφυγα, λίγο από ντροπή λίγο από αμηχανία, να το κάνω ένα «πετυχημένο» αστείο. Το ίδιο αμήχανα ένιωσα όταν σε μια άλλη κοινωνική συνάντηση κάποιος μου δήλωσε ότι είναι Εβραίος. Στη δική μου λογική δεν χωρούσε η ανάγκη του να μου δηλώσει κάτι τέτοιο. Απλά δεν υπήρχε κανένας λόγος απολύτως και δεν σήμαινε τίποτα απολύτως για μένα.

Έτσι η κόρη μου μεγάλωσε σε ένα περιβάλλον που υπήρχαν όλα τα χρώματα της ίριδος μεταφορικά, πραγματικά και συμβολικά και δεν σας κρύβω ότι κάπου μέσα μου ένιωσα μεγάλη ζεστασιά όταν μόνη της κάνοντας πια επιλογές, διάλεξε για κολλητούς της παιδιά που επίσης κάλυπταν όλα τα χρώματα της ίριδος χωρίς να τη νοιάζει το χρώμα, το φύλο, η πίστη, ακόμα και η γλώσσα. Μάλιστα έμαθε μόνη της λέξεις στα Σομαλικά ή στα Ισπανικά για να επικοινωνεί καλύτερα από το να γίνει αυτό θέμα να χάσει ένα φίλο.

Όπως έγραψα, η κόρη μου γεννήθηκε στη Φινλανδία. Στη Φινλανδία που εκείνη την εποχή ήταν το παγκόσμιο πρότυπο χώρας με το πιο άψογο και λειτουργήσιμο κράτος πρόνοιας, τη χώρα με το καλύτερο εκπαιδευτικό σύστημα, τη χώρα παράδειγμα για το σύστημα υγείας, τη χώρα που η ισότητα ήταν θέμα του παρελθόντος και οι διακρίσεις κάτι που πολεμούσαν μαζί κράτος και κοινωνία. Πολλές φορές πριν τη γέννηση της είχα γκρινιάξει σε γραπτά μου γι’ αυτά που έπρεπε να αλλάξουν στη φινλανδικά ή καλύτερα γι’ αυτά που έπρεπε να βελτιωθούν, αλλά πάντα στο τέλος τόνιζα, ότι η Φινλανδία είναι η ιδανική χώρα για να μεγαλώσει ένα παιδί. Μια χώρα φτιαγμένη για τη φροντίδα ενός παιδιού. Μια χώρα που δεν είχε σημασία το ποιον ξέρεις ή πόσα έχεις, αλλά το ποιος είσαι και το παιδί προστατευόταν πάση θυσία όποιου χρώματος, καταγωγής η πίστης και να ήταν.

Έτυχε μάλιστα λίγο μετά τη γέννηση της να ταξιδέψω και στην Ελλάδα μετά από πολύχρονη απουσία. Μια Ελλάδα ίδια μα τελείως διαφορετική από αυτή που είχα αφήσει. Περιφερειακοί, προαστιακοί, μετρό. Μια Ελλάδα σε οργασμό οικοδόμησης και ελπίδας. Θα μου πείτε βιτρίνα ήταν αλλά ξεχνάτε ότι αυτό το είδαμε αργότερα. Τότε ήταν οικοδόμηση ελπίδας για ένα καλύτερο μέλλον. Τότε ήταν μια εποχή που είχε θέση για όσα ήθελα για τη κόρη μου.

Εντάξει, ο Μπιν Λάντεν είχε ρίξει τους δίδυμου πύργους στη Νέα Υόρκη και ο Μπους με τον Μπλερ είχαν εισβάλει στο Ιράκ, αλλά ακόμα και σε αυτά έβλεπες ένα κάποιο φως στο βάθος του τούνελ. Ένιωθες ότι υπάρχει η ανθρώπινη συνείδηση, ότι ήταν ζωντανή και ένας Μπαράκ που ναι μεν δεν έφερνε την άνοιξη αλλά που κάπου …κάπου στο βάθος κουβαλούσε κι αυτός την ελπίδα.

Από εκείνη τη μέρα που σε ένα δωμάτιο νοσοκομείου άκουσα εκείνο το φλαπ και είδα σε δευτερόλεπτα όλα αυτά που μια ζωή με τρομάζαν να διαλύονται στο σφίξιμο ελπίδας μιας μικρής παλάμης στο δάχτυλό μου, έχουν περάσει δώδεκα χρόνια και κάτι μήνες. Δώδεκα χρόνια μόνο. Στην ευθεία της ζωής μοιάζουν με τίποτα. Κι όμως σε αυτά τα δώδεκα χρόνια η Ελλάδα γέμισε ερείπια, αστέγους και πεινασμένους. Η Φινλανδία είδε ρατσιστές να περιπολούν τους δρόμους κυνηγώντας «ξένους», τη Μέση Ανατολή να παίρνει φωτιά για μια ακόμα φορά, ένα μαύρο σύννεφο φασισμού, ξενοφοβίας και ρατσισμού να σκεπάζει Ευρώπη και Αμερική και εμένα να νιώθω μερικές στιγμές πολύ μόνος. Το χειρότερο; Να έχω μια κόρη δώδεκα χρονών που να αισθάνεται πολύ μόνη όταν στο σχολείο, στη Φινλανδία, συμμαθητής της της είπε «να φύγεις, να πας στη πατρίδα σου Αφρικάνα.» Και να μη ξέρω πώς να τη προφυλάξω γιατί όπου κι αν γυρίσω με προδίδουν. Την προδίδουν.

Η κόρη μου, αρέσει δεν αρέσει σε μένα που το γραφώ και σε σας που το διαβάζετε, είναι στη συνείδησή της Φινλανδή. Αγαπάει την Ελλάδα κι έχει ήδη αρχίσει να φτιάχνει μύθους για την Ελλάδα, αλλά η Φινλανδία είναι πάντα το σπίτι της και τα φινλανδικά η γλώσσα της. Η εθνική της συνείδηση θα είναι πάντα φινλανδική. Η Ελλάδα θα είναι η πατρίδα του μπαμπά, οι ζέστες παραλίες, οι αγαπημένοι φίλοι, πιθανώς το καταπληκτικό φαγητό, οι θεοί του Ολύμπου και ίσως το δεύτερο διαβατήριο. Αλλά μέχρι εκεί. Κι όμως ένας συνομήλικος της, Φινλανδός, ένα παιδί με εμπειρίες και εικόνες θεωρητικά ανάλογες τις δίκες της, τη θεώρησε «ξένη» και της φώναξε να πάει στο σπίτι της στην …Αφρική. Το παιδί αυτό δεν κρίνεται από τις γεωγραφικές του γνώσεις αλλά από αυτά που ο κοινωνικός του περίγυρος του έμαθε. Οι γονείς του, οι φίλοι τους, τα ΜΜΕ, το κράτος, η εκκλησία.

Το κράτος που καλύπτει περιπόλους μελανοχιτώνων ρατσιστών να περιπολούν στις πόλεις και να ξυλοκοπούν τους «ξένους», τα ΜΜΕ που παρουσιάζουν όλους τους «ξένους» σαν παράσιτα εγκληματίες που ήρθαν να κλέψουν όσα προσφέρει το κράτος στους πολίτες του, στην εκκλησία που χωρίζει τους ανθρώπους σε δικούς μας και τους άλλους, όπου οι άλλοι είναι ξένο σώμα που πρέπει να διωχτεί και να αντιμετωπιστεί σαν κάτι μη ανθρώπινο. Όλους αυτούς που μιλάνε για παράνομους μετανάστες. Τον Μητροπολίτη Χίου.

Ξέρετε, κάθε φορά που ακούω ή διαβάζω κάτι από αυτά που λέει ο Μάρκος της Χίου, ο Αμβρόσιος, ο Άνθιμος, ο Γεωργιάδης ή οι μικροτσούτσουνοι Κασιδιάρης, Μιχαλολιάκος και Λαγός, το παίρνω προσωπικά. Γιατί προσβάλουν εμένα και το παιδί μου επαναλαμβάνοντας όλα όσα έχω ακούσει εγώ και το παιδί μου από «ντόπιους». Και ναι, το παλεύω εδώ που ζω όπως το παλεύει και τα παιδί μου – με πολλά δάκρυα και πόνο σας βεβαιώνω – αλλά απαιτώ από τους συμπατριώτες μου να με υπερασπιστούν τουλάχιστον στην Ελλάδα. Γιατί κάθε φορά που ένα από αυτά τα καθάρματα πληγώνει ένα «ξένο» και μάλιστα ένα πρόσφυγα, κάθε φορά που κάποιος σκορπάει μίσος, πληγώνει εμένα και την κόρη μου. Δίνει άλλοθι και συγχωροχάρτι στον κάθε αλήτη που πληγώνει το παιδί μου εδώ. Και αυτόν εγώ θέλω να το δω να τιμωρείται.

Ένας αλήτης στολισμένος στα χρυσά, που κυκλοφορεί με πολυτελή αυτοκίνητα, ζει σε πολυτελή σπίτια και τον ταΐζει το κράτος, όταν χιλιάδες πεινάνε και δεν έχουν σκέπη για να φυλαχτούν. Ένας κηφήνας που ουτε τη δουλειά του κηφήνα δεν κάνει, έχει το θράσος να διαχωρίσει και να ορίζει ανθρώπους. Ποιος του έδωσε αυτή την εξουσία; Μη μου πείτε ο θεός γιατί δεν υπάρχει τίποτα απολύτως θεϊκό στο μητροπολίτη Χίου ή στον Αμβρόσιο. Αυτό που υπάρχει είναι σκοτεινό και πολύ ανθρώπινο, τόσο ανθρώπινο μάλιστα που γίνεται κανιβαλιστικά υπάνθρωπο.

Όταν γεννιόταν η κόρη μου μιλούσαμε για αποίκηση στον Άρη, για τη θεραπεία του καρκίνου, για καινούργιες μορφές καλλιέργειας που θα βοηθούσαν στο τέλος της πείνας, για μορφές ενέργειας που θα σταματούσαν τους πολέμους πετρελαίου, για ισότητα φύλων και τέλος των διακρίσεων. Δώδεκα χρόνια μετά, από την Ελλάδα μέχρι τις ΗΠΑ, το μόνο που ακούμε είναι το πώς θα χτίσουμε τείχη. Τείχη που να σταματάνε συνανθρώπους και δυστυχισμένους, τείχη που να σταματάνε την ισότητα, τείχη που να χωρίζουν από κράτη μέχρι τα ίδια μας τα σπίτια. Τείχη που να κάνουν διακρίσεις ακόμα και στην αγάπη. Χτίζουμε τείχη μίσους και σε αυτό πρωτοστατούν όλοι αυτοί οι φορείς που θα έπρεπε να γκρεμίζουν τείχη.

Τότε που γεννήθηκε η κόρη μου παρατήρησα μια μικρή αλλαγή στον εαυτό μου. Όταν έβλεπα μια ταινία η κάποια σειρά στη τηλεόραση που θύμα είχε ένα παιδί, έκλεινα και κλείνω τα ματιά μου. Το κάνω και σήμερα. Δεν θέλω να το βλέπω, δεν μπορώ. Νιώθω σαν να βλέπω το πρόσωπο του παιδιού μου στο θύμα και αυτό με τρομοκρατεί. Και θέλω να πνίξω τον θύτη που τόλμησε να πειράξει το παιδί μου. Σήμερα, σήμερα το πρωί ένιωσα το ίδιο διαβάζοντας αυτά που λέει το κάθε κάθαρμα Μάρκος από τη Χίο γιατί είδα θύμα του το παιδί μου!

Μετά από μερικές ώρες ήρθε η εικόνα του παιδιού από τη Συρία, του παιδιού με το ματωμένο πρόσωπο και τη σκόνη, του παιδιού χωρίς στέγη και φαγητό, του παιδιού που ο κάθε κάθαρμα μητροπολίτης πετροβολάει γιατί φοβάται …φοβάται τι σε αυτό το παιδί; Μήπως ότι οι «πιστοί» του θα αγοράσουν ένα κομμάτι ψωμί στο παιδάκι και θα του δώσουν μια κουβερτούλα και θα τα κόψουνε από το παγκάρι της μητρόπολης; Τι φοβάται τόσο πολύ;

*************************************************

Συγχαρητήρια σε όλα τα παιδιά που συνεχίζουν να φέρνουν μετάλλια. Αλλά είναι τόσο πολλά τα «αλλά» σε μια ολυμπιάδα που κατ’ εμένα θα έπρεπε να είναι η τελευταία με αυτές τις συνθήκες, με αυτούς του «χορηγούς» νταβατζήδες και πάνω από όλα με αυτή τη μορφή οργάνωσης και νταβατζο-ΔΟΕ.

*************************************************

Σε αυτούς που παντρεύονται …να ζήσουν, να ευτυχίσουν και καλούς απογόνους.

*************************************************

Στους σχεδιαστικούς κρίκους αυτή τη Παρασκευή όπως κάθε Παρασκευή, ο Θάνος Ραφτόπουλος.

*************************************************

Στη φωτογραφία το παιδάκι που για άγνωστο λόγο μισεί ο Μάρκος της Χίου, ο Αμβρόσιος και ο Άνθιμος. Άβυσσος η ψυχή των καθαρμάτων. 



Πατήστε εδώ για να διαβάσετε περισσότερα άρθρα του Θάνου Καλαμίδα!

 

 

Προηγουμενο ΑρθροΕπομενο Αρθρο

Θάνος Καλαμίδας, ένας Έλληνας στο Παρίσι και στο Λονδίνο και στο Βερολίνο και στο Τόκιο και τελευταία στο Ελσίνκι. Για εικοσαετία ελεύθερος σκοπευτής και αναλυτής για Βρετανικά μέσα με ανταποκρίσεις από τη Νότια Αφρική μέχρι την Κίνα, από την Νικαράγουα μέχρι το Σουδάν. Τα τελευταία χρόνια αναλυτής για Σκανδιναβικά, Βρετανικά και Γαλλικά έντυπα σε θέματα που κυρίως αφορούν την ευρωπαϊκή κοινότητα.

Τι κόσμος μπαμπά!

γράφει ο Θάνος Καλαμίδας.


Όταν γεννήθηκε η κόρη μου ήμουν μέσα στο δωμάτιο συνέχεια. Ήθελα να το ζήσω από κοντά, συμμετέχοντας και βοηθώντας όπως μπορούσα, την είσοδο της στον κόσμο μου. Και παραδέχομαι ότι τίποτα δεν με είχε προετοιμάσει στο ξαφνικό …πλαφ που έκανε βγαίνοντας στο κόσμο. Πλάφ και υπάρχουν ακόμα και τώρα στιγμές που θυμάμαι τον ήχο και γελάω …μυστικά, μέσα μου.

Συνεχίζοντας να χρησιμοποιείτε την ιστοσελίδα, συμφωνείτε με τη χρήση των cookies. Περισσότερες πληροφορίες.

Οι ρυθμίσεις των cookies σε αυτή την ιστοσελίδα έχουν οριστεί σε "αποδοχή cookies" για να σας δώσουμε την καλύτερη δυνατή εμπειρία περιήγησης. Εάν συνεχίσετε να χρησιμοποιείτε αυτή την ιστοσελίδα χωρίς να αλλάξετε τις ρυθμίσεις των cookies σας ή κάνετε κλικ στο κουμπί "Κλείσιμο" παρακάτω τότε συναινείτε σε αυτό.

Κλείσιμο