Έχει καταστεί πλέον σαφές ότι η κατάφωρα αντισυνταγματική παρέμβαση στο θέμα των τηλεοπτικών αδειών ήταν μόνο η αρχή. Μετά τις ασύλληπτες δηλώσεις στελεχών της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ ότι δήθεν θα «βάλουν τάξη» σε ραδιόφωνο και διαδίκτυο και ότι το κράτος «εγγυάται την αντικειμενικότητα» (!), ακολούθησε η μήνυση της Προέδρου του Αρείου Πάγου κατά του καθ. Συνταγματικού Δικαίου Σταύρου Τσακυράκη, επειδή τόλμησε να της ασκήσει κριτική. Λίγες μέρες μετά την επίδειξη ισχύος της εκτελεστικής εξουσίας, έρχεται και η δικαστική εξουσία να λειτουργήσει στο ίδιο πλαίσιο: τον περιορισμό της ελευθερίας του λόγου. Πιο πρόσφατο κρούσμα η πρωτόγνωρη απαγόρευση εισόδου των ΜΜΕ στα κέντρα υποδοχής προσφύγων!
Είναι πλέον πασιφανές ότι η κυβέρνηση είναι αλλεργική σε κάθε είδους κριτική. Όμως η έλλειψη ανοχής στη διαφωνία δεν αντικατοπτρίζει μόνο την ανασφάλεια και τον πανικό, στον οποίο φαίνεται να έχει περιέλθει η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ. Έχει λάβει διαστάσεις καθεστωτικής αλαζονείας, που το μόνο αποτέλεσμα που θα έχει θα είναι να μετατρέψει τη χώρα σε Β. Κορέα. Μια δήθεν αριστερή κυβέρνηση που αποφασίζει και επιβάλλει την δική της αλήθεια σε όλα.
Άραγε ποια θα είναι η συνέχεια; Σίγουρα δεν θα είναι η αξιοκρατία και η κάθαρση στη δημόσια διοίκηση, που με πάθος ευαγγελιζόταν ο ΣΥΡΙΖΑ πριν την (επαν)εκλογή του. Αντί για δήθεν «ανατροπή του κομματικού κράτους», η κυβέρνηση εξακολουθεί να τρέφει το «κτήνος» επιδεικτικά, με τις τοποθετήσεις «ημετέρων» παντού και με τη δημιουργία 33 επιπλέον θέσεις διοικητικών γραμματέων, με άλλη μια νυχτερινή (ν)τροπολογία.
Το πρόβλημα δεν είναι μόνο βαθύτατα πολιτικό, είναι και θεσμικό. Σε ένα κράτος δικαίου οι θεσμοί δεν μπορούν να είναι σεβαστοί επιλεκτικά. Η εκτελεστική εξουσία δεν μπορεί να εξαπατά την κοινοβουλευτική στο όνομα του κομματικού συμφέροντος. Κυρίως, όμως, δεν μπορεί να ποινικοποιεί την ελευθερία έκφρασης. Η χειραγώγηση της ενημέρωσης απειλεί τους κανόνες της δημοκρατίας, απειλεί το αναφαίρετο δικαίωμα κάθε πολίτη της χώρας να εκφράζει την άποψή του, ακόμη κι όταν – αλίμονο! – είναι επικριτική προς την κυβέρνηση και τους αρεστούς της.
Αυτό που προφανώς δεν έχουν καταλάβει, είναι ότι εχθρός τους δεν είναι ούτε το «κατεστημένο» και η «διαπλοκή», τα οποία ο κ. Τσίπρας στη δημόσια ρητορική του καταγγέλλει, ενώ ιδιωτικά «πίνει καφέδες», ούτε η δριμύτατη κριτική, ούτε άλλος εξωγενής παράγοντας. Ούτε, όμως, φαίνεται να συνειδητοποιεί η κυβέρνηση ότι, όσο κι αν προσπαθεί να ελέγξει τους θεσμούς και την ενημέρωση, τόσο θα υψώνουν τις φωνές τους εναντίον της όλοι οι δημοκρατικοί πολίτες. Με την κοντόφθαλμη συμπεριφορά τους, με το υποκριτικό «κυνήγι μαγισσών» που έχουν εξαπολύσει, οι μόνες φωνές που θα σιγήσουν είναι εκείνες των (πρώην) ψηφοφόρων και υποστηρικτών τους.
Για την αθέτηση των προεκλογικών της υποσχέσεων και την αναμενόμενη αγανάκτηση των Ελλήνων πολιτών, για το το ασφαλιστικό, την απόλυτη οικονομική καθίζηση, την ανασφάλεια, το προσφυγικό και μεταναστευτικό, το τέλμα στο οποίο έριξαν τη χώρα, δεν φταίει κανείς άλλος. Η αποκλειστκή ευθύνη για την κατάρρευση της κυβέρνησης, αλλά κυρίως για την κατάρρευση της χώρας και της αξιοπιστίας της, ανήκει στην κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ και την πολιτική της.
Αυτό που χρειάζεται η χώρα σε θεσμικό επίπεδο είναι πρωτοβουλίες και συνταγματικές μεταρρυθμίσεις για την ανανέωση του πολιτικού συστήματος. Βελτίωση της ποιότητας της νομοθεσίας, ενίσχυση της αξιοκρατίας στη δημόσια διοίκηση, οικονομική αυτοτέλεια της τοπικής αυτοδιοίκησης, λογοδοσία των κρατικών αξιωματούχων, θωράκιση της δικαστικής ανεξαρτησίας,αναβάθμιση του θεσμικού ρόλου της αντιπολίτευσης, συνεννόηση και συναίνεση.
Για να αποφύγουμε τα χειρότερα…
Φωτογραφία: www.flickr.com/photos/zennie62