Υπενθυμίζω την τότε μεγάλη διαπραγμάτευση που οδήγησε στη συγκεκριμένη Τ.Ε. ΕΕ-Τουρκίας. Για να συναινέσει η τότε κυβέρνηση της Ελλάδας υπό τον Α. Παπανδρέου στην Τελωνειακή Ένωση ΕΕ-Τουρκίας, κέρδισε τη συμφωνία για έναρξη ενταξιακών συνομιλιών της Κύπρου με τη συμφωνία για καθορισμό χρονοδιαγράμματος, έξι μήνες μετά το τέλος της τότε Διακυβερνητικής διάσκεψης.
Το θέμα με τις θεμελειώδεις ευρωπαϊκές ελευθερίες, λοιπόν, είναι πολύ σαφές και συνδέεται με την τέταρτη ελευθερία, αυτήν της ελεύθερης διακίνησης προσώπων. Στην πρακτική της εφαρμογή στις συζητήσεις για την επίλυση του κυπριακού, εξόσων συνάγεται από διάφορες δηλώσεις, ισούται με την πολιτογράφιση, την προσωρινή άδεια εργασίας ή τις φοιτητικές σπουδές.
Πρώτο, η ε/κ και τ/κ πλευρά έχουν συμφωνήσει στην αναλογία 4 προς 1 στην πολιτογράφιση πολιτών εξ Ελλάδος και εκ Τουρκίας. Δηλαδή για να έρθει ένας από την Τουρκία πρώτα πρέπει να έχουν έρθουν 4 από την Ελλάδα. Μια συμφωνία- πολιτική ασπίδα απέναντι στην εμπειρία του εποικισμού στα χρόνια της ντενκτασικής εξουσίας. Συνεπώς η «μισή» από την τέταρτη ελευθερία έχει ρυθμιστεί με έναν πολύ σωστό τρόπο. Μένει η άλλη «μισή» και η οποία διαθέτει τρεις πτυχές-προσωρινοί εργάτες, φοιτητές, τουρίστες
Δεύτερο, στα θέματα της προσωρινής άδειας εργασίας, η τ/κ πλευρά ζητά ισότιμη μεταχείριση των τούρκων πολιτών όπως αυτή συμβαίνει με τις άδειες που αποκτούν εξ Ελλάδος πολίτες, ένας αριθμός που κατά την εφημερίδα «Πολίτης» κυμαίνεται γύρω στις 20 χιλιάδες. Επίσης, ζητά μη έκδοση βίζας για τους τουρίστες, κάτι ανάλογο με αυτό που συμβαίνει με τις επισκέψεις τούρκων τουριστών στα ελληνικά νησιά του Α. Αιγαίου.
Τρίτο, ειδικές, προσωρινές, άδειες για φοιτητές που σπουδάζουν σε Πανεπιστήμια, τα οποία σήμερα είναι στην κατεχόμενη Κύπρο, και σε περίπτωση λύσης, θα βρίσκονται στην τ/κ ομόσπονδη πολιτεία.
Τα πιο πάνω δεν συνιστούν σε καμιά περίπτωση ζήτημα εφαρμογής μιας διαφορετικής πολιτικής με επίκεντρο τις «τέσσερεις ευρωπαϊκές ελευθερίες». Η ανάλυση των γεγονότων, διαψεύδει αυτή την θεωρία.
Στη δική μου κρίση, τα πιο πάνω, καθώς η Τουρκία είναι, από το 2004, υποψήφιο, και όχι μέλος της ΕΕ, αφορούν την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και ειδικότερα την ομάδα γύρω από τον πρόεδρο Γιούνκερ. Συνεπώς, από τη στιγμή που ηγέρθη το ζήτημα, η Λευκωσία είχε κάθε δικαίωμα ως κράτος-μέλος να μιλήσει με την ΕΕ και να λάβει τη θέση της Επιτροπής πάνω σε όλο το πακέτο. Θυμίζω ότι εν τω μεταξύ υπήρξε συνάντηση Γιούνκερ- Αναστασιάδη στις Βρυξέλλες, αλλά το γραφείο Γιούνκερ δεν θέλησε να μιλήσει δημόσια επί τούτου.
Αυτή η πρωτοβουλία (επαφές ανάμεσα σε Λευκωσία-Επιτροπή), είτε θα είχε λύσει το ζήτημα σύμφωνα με την ευρωπαϊκή πρακτική, είτε θα υποβοηθούσε την ε/κ πλευρά να έχει σφαιρική γνώση για το θέμα και έτσι να λάβει τις δικές της αποφάσεις. Δεν γνωρίζω εάν έγιναν τέτοιες επαφές και εάν απέδωσαν κάτι.
Επί της ουσίας, τα ζητήματα αυτά έπρεπε να είχαν απασχολήσει την ε/κ πλευρά πολύ ενωρίτερα και έτσι να ήταν εφοδιασμένη τόση με την ευρωπαϊκή ύλη όσο και την πλήρη γνώση των λεπτομερειών τους. Έτσι κάνουμε σωστή διαχείριση κάθε ζητήματος: με έγκυρη γνώση, με συμμαχίες, με αξιοποίηση της συμμετοχής μας στην ΕΕ, μπορούμε να δίνουμε τεκμηριωμένες απαντήσεις σε κάθε δύσκολη πτυχή της διαπραγμάτευσης.
Δεν γνωρίζω εάν, και υπό ποιες προϋποθέσεις, θα επαναρχίσει ο διακοινοτικός διάλογος. Γνωρίζω ότι θα μπορούσαμε να κάνουμε πολύ περισσότερα, αν είχαμε σοβαρή προετοιμασία, καλύτερη διαπραγματευτική ομάδα και θέληση για να έχουμε λύσεις στην ώρα τους!