Ξέρετε, ένα από τα κλασικά οικογενειακά «ανέκδοτα» όταν ήμουν μικρή, ήταν κάτι που συνήθιζε να λέει συχνά ο πατέρας μου για όλους εκείνους τους κυρίους με τα φράκα και τα ημίψηλα, την εποχή των επίσημων χοροεσπερίδων. Συνήθιζε, λοιπόν, να λέει στη μάνα μου… «Τους βλέπεις όλους αυτούς με το ατσαλάκωτο φράκο και τα καλογυαλισμένα παπούτσια; Αλλάζουν σώβρακο μια φορά το μήνα!» Αφήστε τα, να πάνε…
Και για να εξηγήσω πώς προέκυψε το σημερινό μου θέμα, για όσους συνηθίζουν να διαβάζουν τα κείμενά μου, σίγουρα κάπου θα έχουν τσιμπήσει τους υπαινιγμούς μου γύρω από το πάθος μου για τις μπότες. Ω, ναι, το πάθος μου με τις μπότες είναι πολύ μεγάλο! Και πολύ παλιό, επίσης! Μπότες, μποτάκια, άρβυλα κι αρβυλάκια, μπότες φλατ ή ψηλοτάκουνες, χαμηλές, ψηλές κι ακόμα ψηλότερες!.. Τα παπούτσια σπανίζουν στην γκαρνταρόμπα μου, αν όμως κάποιος ανοίξει τις ντουλάπες μου, θα βρει όλων των ειδών τις μπότες, σε διάφορα χρώματα και στυλ, που ταιριάζουν με κάθε είδους ντύσιμο. Τελευταίο απόκτημα, ένα ζευγάρι… over the knee! Ερωτεύσιμες!!! Να προσθέσω επίσης, ότι όπως όλα τα… μικρά παιδιά, έτσι κι εγώ, όταν αγοράζω καινούριες μπότες, το πρώτο βράδυ κοιμάμαι με το κουτί… αγκαλιά! Βρε, δεν πα να γελάτε; Σκασίλα μου!
Πριν από κανά δυο βδομάδες, που λέτε, σκάω μύτη στη δουλειά με τις καινούριες μου over the knee, που δεν είναι μόνο πάνω από το γόνατο ψηλές, αλλά και πολύ ψηλοτάκουνες. Στο μεταξύ, ένα από τα πολύ χαρακτηριστικά μου από μικρή, είναι ότι γενικώς περπατάω με βήμα βαρύ και σταθερό, είτε φοράω τακούνια, είτε όχι. Κάποιος μάλιστα μου είχε πει κάποτε, ότι ο τρόπος που βαδίζει κάποιος καταδεικνύει τον χαρακτήρα του. Τέλος πάντων, εγώ φοράω τις ψηλές ψηλοτάκουνες μπότες μου, αισθάνομαι ο εαυτός μου και περπατάω όπως πάντα, με τον βαρύ σταθερό μου βηματισμό και τα τακούνια μου να αντηχούν πέρα – δώθε στον όροφο, τάκα – τούκα, τάκα – τούκα, τάκα – τούκα… Και ναι, έχω προσέξει τα βλέμματα των συναδέλφων που πέφτουν διακριτικά επάνω μου, κάνω όμως πως δεν καταλαβαίνω – το κάνω συχνά αυτό, κάποιες φορές μάλιστα το λες και κουσούρι… Τάκα – τούκα, τάκα – τούκα, λοιπόν, και πηγαινοέρχομαι πάνω στα ψηλά μου τακούνια κατά τη διάρκεια μιας πολύ απαιτητικής ημέρας, ώσπου… ώσπου παρατηρώ μια άλλη… «συνάδελφο» και ως συνήθως, κάνω διάφορους συνειρμούς…
Θυμάμαι, λοιπόν, μια μακρά εποχή, πολυετούς διάρκειας, κατά την οποία έλαμψε δια της γνωστής μεθόδου του «έρποντας και γλείφοντας» και ανήλθε σε πολύ υψηλά κλιμάκια, πατώντας στις πλάτες μας, στα κεφάλια μας, στα μυαλά και στις ψυχές μας, ποδοπατώντας πολλούς από εμάς με τα ψηλά της τακούνια! Η έπαρσή της ήταν τόσο μεγάλη, που τα τακούνια της επί σειρά ετών ακούγονταν σε ολόκληρο τον όροφο, σε όποιο σημείο του κτιρίου κι αν βρισκόταν, σε μια χυδαία – εξίσου εμετική με εκείνη των ανδρών που περιέγραψα παραπάνω – προσπάθεια επιβολής της εξουσίας που είχε καταφέρει να αποκτήσει, χρησιμοποιώντας τα γνωστά αθέμιτα μέσα, και της κατάχρησης αυτής που ασκούσε εναντίον μας. Σε έναν μεταξύ μας διάλογο μάλιστα, μου είχε πολύ προκλητικά υποδείξει, ότι… «τα ακριβά αρώματα χωράνε σε μικρά μπουκαλάκια», έκφραση που την ανέφερε για τον εαυτό της προκειμένου να δικαιολογήσει το… ύψος της και την οποία δεν πρόκειται να ξεχάσω ποτέ στη ζωή μου. Όχι την ίδια την έκφραση – αυτήν τη γνώριζα από παλιά – αλλά την έκφραση του προσώπου της, όταν μου την πέταξε στα μούτρα. Γιατί είπαμε, δεν είναι η γραβάτα και τα τακούνια που φοράς επάνω σου, αλλά η χυδαιότητα, η υπεροψία και η εξουσία που φοράς στο πρόσωπό σου, που κάνουν τη διαφορά. Τη μέρα, λοιπόν, που έσκασαν μύτη οι μαύρες σουέτ over the knee μου, έπιασα με την άκρη του ματιού μου τον τσαλακωμένο της εγωισμό και τα έντρομα μπροστά στους ήχους των τακουνιών μου χαρακτηριστικά του προσώπου της. Αλήθεια, πόσο ασήμαντα γελοίο υποκείμενο;… Εμετός!
Όμως ακριβώς επειδή το ράσο δεν κάνει τον παπά, ούτε ο παπάς το ράσο, προσωπικά περιορίστηκα στο κολακευτικό σχόλιο ενός εξαιρετικά σοβαρού και μετριοπαθούς συναδέλφου, που μετά από μέρες, αναφερόμενος στην εμφάνισή μου εκείνης της Παρασκευής, μου είπε πολύ ευγενικά και συνεσταλμένα… «Εκείνη τη μέρα έσπασες ταμεία! Ήσουν πολύ σέξυ!»
Κατά τα άλλα όλα καλά, το αυτό επιθυμώ και δι υμάς!…
[Αφιερωμένο στη Λητώ]
Για να διαβάσετε το βιβλίο της Λίλιαν Μπαντάνη «Η σχοινοβάτης», πατήστε εδω!