Έτσι, ο αυτονόητος, για την κοινή λογική, στόχος της αλλαγής των παραγόντων της οικονομίας που αναστέλλουν την αναπτυξιακή προοπτική της χώρας σκοντάφτει μονίμως σε «πολιτικά» τείχη. Πίσω, βεβαίως, από τις πολιτικές προφάσεις υποκρύπτονται κατεστημένα συμφέροντα τα οποία ξορκίζουν τις οφειλόμενες μεταρρυθμίσεις. Τα ίδια συμφέροντα είναι που συντηρούν, με τεράστιες επιπτώσεις σε οικονομικό και κοινωνικό επίπεδο, τα γνωστά «παλαιά δαιμόνια». Αναφερόμαστε στον πάντα κυρίαρχο «κρατισμό» και στην ιδεολογία του ισοπεδωτικού «λαϊκισμού». Αυτά, άλλωστε, ήταν και οι απόλυτοι νικητές στις εκλογές της 25ης Ιανουαρίου και της 20ης Σεπτεμβρίου.
Και είναι κρίμα γιατί με μεγάλο κόστος, αλλά και λάθη, κάτι εντούτοις είχε αρχίσει να αχνοφέγγει στον ορίζοντα. Και αυτό είχε την αντανάκλασή του και στην πραγματική οικονομία και στην αναζωογόνηση της επιχειρηματικότητας, ιδιαίτερα της μικρής και μεσαίας. Παρ’ όλα αυτά οι δυνάμεις του λαϊκισμού κατόρθωσαν να στρέψουν τους δείχτες του ρολογιού της ιστορίας και πάλι πίσω. Έπεισαν μεγάλη μερίδα των συμπολιτών μας πως γίνονται θαύματα και ότι μπορούμε γυρίσουμε στη δεκαετία του ’80, στις «παχιές αγελάδες» των θαλασσοδανείων, των αλόγιστων διορισμών, του υπερτροφικού κράτους.
Το αποτέλεσμα αυτής της εσκεμμένης παραπλάνησης το βιώνουμε όλοι σήμερα που η χώρα έχει επωμισθεί το τρίτο και πιο επώδυνο Μνημόνιο, που συνομολογήθηκε από τους «λαϊκιστές» θαυματοποιούς, υπό το βάρος της απειλής του GREXIT. Την ίδια ώρα, το τραπεζικό σύστημα βρίσκεται για μήνες με περιορισμούς στην κίνηση κεφαλαίων, που δεν γνωρίζουμε πότε θα λήξουν. Τα δημόσια έσοδα έχουν κυριολεκτικά βουλιάξει, υπό την επιρροή μάλιστα και των συνθημάτων του «δεν πληρώνω» που υπεράσπιζαν οι σημερινοί κυβερνώντες όταν ήταν στην αντιπολίτευση. Η δραματική αυτή κατάσταση, όπως ήταν φυσικό, έχει πλήξει τον ιδιωτικό τομέα και ιδιαίτερα τις μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις και αντικατοπτρίζεται στους χιλιάδες εργαζόμενους που μπαίνουν στις στρατιές των ανέργων.
Πώς, όμως, αντιμετωπίζει η κυβέρνηση την καταστροφή που η ίδια προκάλεσε; Προωθώντας έναν Αρμαγεδδώνα! Γιατί αυτό κάνει όταν επιμένει στην συνταγή της άγριας υπερφορολόγησης και του απηνούς διωγμού κάθε επιχειρηματικής δραστηριότητας. Χαρακτηριστικό το πρόσφατο παράδειγμα με τις μικρές ζυθοποιίες, που τις φορολογεί, παρά το γεγονός ότι έχουν αντέξει στην κρίση, ενισχύοντας έτσι τις πολυεθνικές. Όλα αυτά δείχνουν ότι οι συγκυβερνώντες είναι πανικόβλητοι και έτοιμοι για κάθε απόφαση που θα τους κρατήσει στην εξουσία. Προσδοκούν ότι θα διατηρήσουν τη δεξαμενή των ψηφοφόρων τους, στραγγίζοντας κάθε ικμάδα του ιδιωτικού τομέα συμπεριλαμβανομένων και των αγροτών.
Το τι μέλλει γενέσθαι δεν χρειάζεται να είμαστε μέντιουμ για να το προβλέψουμε. Η φοροεπιδρομή θα προκαλέσει περαιτέρω ασφυξία των επιχειρήσεων, το κλείσιμό τους ή τη μεταφορά τους σε γειτονικές χώρες που έχουν χαμηλή φορολόγηση, όπως στη Βουλγαρία, που ο φόρος είναι στο 10%. Και ακολούθως, συνεπάγεται τη μείωση των κρατικών εσόδων από τους φόρους και την ανεξέλεγκτη αύξηση της ανεργίας. Όλα αυτά θα οδηγήσουν, στην καλύτερη περίπτωση, σε ένα νέο φαύλο κύκλο νέων μέτρων, αν όχι σε ένα ακόμη δράμα απειλής με GREXIT –το οποίο δεν έχει ακόμη φύγει από το τραπέζι, ό,τι και να λέει ο κ. Τσίπρας.
Η συγκυρία επομένως είναι κρίσιμη. Μπροστά μας έχουμε έναν μονόδρομο: την επείγουσα αλλαγή του προσανατολισμού της οικονομικής πολιτικής, με τη μείωση της φορολόγησης των επιχειρήσεων, την εντατικοποίηση της απορρόφησης των κοινοτικών χρηματοδοτήσεων για τις μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις, τη μείωση στο ελάχιστο των γραφειοκρατικών εμποδίων και τον περιορισμό του κρατικού Λεβιάθαν. Ο άλλος δρόμος είναι ο γκρεμός…
Ας ελπίσουμε ότι η κυβέρνηση, πριν να είναι αργά για τον ιδιωτικό τομέα και για την ελληνική οικονομία στο σύνολό της, θα αλλάξει ρότα. Αν και με όσα φέρνει προς ψήφιση δεν μας αφήνει πολλά περιθώρια αισιοδοξίας…
το άρθρο δημοσιεύθηκε και στην Καθημερινή.