γράφει ο Νικόλαος Χρ. Γκίκας
Είναι αλήθεια πως παρά τις προκλήσεις στο διεθνές περιβάλλον, η οικονομία πηγαίνει γενικά καλά. Δικαίως η κυβέρνηση παίζει το χαρτί της οικονομίας. Βαρίδια βέβαια οι κοινωνικές ανισότητες που ο φιλελευθερισμός επιφέρει και το οικονομικό διαγενεακό χάσμα. Είναι γνωστή η φράση «οι αριθμοί ευημερούν αλλά οι άνθρωποι υποφέρουν». Ο κίνδυνος φτώχειας και κοινωνικού αποκλεισμού είναι από τους υψηλότερους στην Ευρώπη, ενώ το παρατεταμένο κύμα ακρίβειας και πληθωρισμού, εξαντλεί τα φτωχότερα κοινωνικά στρώματα.
Στο πλαίσιο αυτό η πρωτοβουλία επιστολής στη Φον ήταν τουλάχιστο αστεία. Το ίδιο και τα επιχειρήματα του περισπούδαστου Σκέρτσου. Το φιλελεύθερο γκουβέρνο, καταφεύγοντας για πολλοστή φορά σε γλωσσικά παίγνια και αριστερίστικους ευφημισμούς, εσκεμμένα και μεροληπτικά, κατευθύνει σε υπεραπλουστεύσεις, ευσεβείς πόθους και αποδιοπομπαίους τράγους. Αποσιωπεί τις ευθύνες στις σύνθετες αγοραίες σχέσεις μεταξύ αιτίων και αποτελεσμάτων και αντί να αγωνιά για λύσεις, προπαγανδίζει αδιάντροπα δια της «μεταρρύθμισης της σκέψης» τύπου Όργουελ, ξένους εχθρούς όπως κάποτε ο Αλέξης, προσβάλλοντας τη νοημοσύνη των πολιτών.
Οι υποτιθέμενοι γεωγραφικοί εφοδιαστικοί περιορισμοί είναι άσχετοι με την τιμή της μαναβικής και των φρούτων στα Κάτω Πετράλωνα, το Νέο Κόσμο ή στην Αμισού της Καλαμαριάς, εκτός αν για τον πρωθυπουργό η παραγωγός Κρήτη ανήκει σε άλλο κράτος. Το πρόβλημα των πολιτών δεν εστιάζει στα καθαριστικά προϊόντα των πολυεθνικών, στα οποία η τιμή μειώθηκε κατά τον υπουργό ανάπτυξης, παρά στην ενέργεια, στα καύσιμα, στα λογής πάγια, στη στέγαση και κύρια στα εγχώρια τρόφιμα.
Παρότι προτελευταίοι στην αγοραστική δύναμη στην Ε.Ε. σύμφωνα με τη Eurostat, εντούτοις έχουμε το ακριβότερο καλάθι ειδών πρώτης ανάγκης, σύμφωνα με την τελευταία δημοσίευση του ΙΕΛΚΑ, τα οποία μαστίζονται από εγχώριους παραγωγούς και μονοπώλιά. Είναι τραγικό να διαπιστώνει ο εχέφρον οπαδός της παράταξης το μεγαλείο του λαϊκισμού του πρωθυπουργού του. Εκείνου που στάθηκε λάβρος στον λαϊκισμό του Αλέξη, να μετέρχεται την τακτική του.
Το Μαξίμου δείχνει πλέον να μην κυοφορείται από ορθολογική σκέψη, αλλά από κενοφοβία και καταστροφικό λαϊκισμό, φοβούμενο την απώλεια της εξουσίας. Όχι βέβαια από την αντιπολίτευση. Διότι η αξιωματική αφενός περιλαμβάνει μια lifestyle παραπολιτική καρικατούρα, ένα κομπάρσο του φιλελευθερισμού χωρίς πολιτικό λόγο και έρμα και αφετέρου η ελάσσονα, πολυδιασπασμένη και έμφορτη άκρων, αναζητά τον βηματισμό της.
Οι κυβερνώντες κλωτσάνε την καρδάρα της αξιοπιστίας μόνοι τους, λέγοντας στους πολίτες πως για να υπερασπιστούνε τη δημοκρατία, χρειάζεται να την περιορίσουν, όπως ο Ben Ansell γράφει στο «Γιατί η πολιτική αποτυγχάνει. σ.54». Η απόλυτη ανοησία λοιπόν της εν λόγω επιστολής, πραγματικά έχει την αξίωση για την πρώτη θέση στο βάθρο του λαϊκισμού.