Guest

Στις συμπληγάδες της μετριότητας

 

Παρακολουθώντας τις σύντομες βιογραφικές του ανασκοπήσεις, που με την ανακοίνωση του θανάτου του έκαναν το γύρο του κόσμου, σκεφτόμουν – διαπράττοντας τηρουμένων των αναλογιών, ένα λογικό άλμα – πως η Ελλάδα στερείται πια τέτοιων πολιτικών φυσιογνωμιών, με παλμό και δυναμική ικανή να συμπαρασύρει το λαό, να τον κάνει να πιστέψει, να ταυτιστεί και να ακολουθήσει. Οφείλω να διευκρινήσω προς αποφυγήν παρερμηνειών, πως δε μιλώ για την ίδια την πολιτική ιδεολογία και τις αξίες που πρέσβευε ο Τσάβες, αλλά στέκομαι ακριβώς στο τελευταίο, στο ότι τις πρέσβευε.

Ο Ούγκο Τσάβες διαδραμάτισε πρωταγωνιστικό ρόλο στην πολιτική σκηνή της Βενεζουέλας για πάνω από 14 χρόνια, απολαμβάνοντας ταυτόχρονα τη λατρεία των υποστηρικτών του και τη δριμύτατη πολεμική των πολιτικών του αντιπάλων. Ένας χαρισματικός και πνευματικός άνθρωπος με όραμα και μία δική του οπτική για το μέλλον της πατρίδας του, φρόντισε να αγωνιστεί σκληρά, με θεμιτά ή αθέμιτα μέσα, για να προασπίσει τα πιστεύω του και σε ένα δεύτερο επίπεδο, να τους δώσει σάρκα και οστά. Η έμφασή του δε, στην εφαρμογή κοινωνικών προγραμμάτων με επίκεντρο τον πολίτη, τις ανάγκες και τα δικαιώματά του, οικοδόμησαν ένα προφίλ ιδιαίτερα λαοφιλές, που αποτέλεσε και τη μεγαλύτερή του στήριξη και απαντοχή στο δύσβατο δρόμο που επέλεξε να διανύσει. Ο αντίκτυπος της πορείας που χάραξε τόσο σε εθνικό όσο και σε διεθνές επίπεδο αναμφίβολα θα σημαδέψει τις επόμενες δεκαετίες, ενώ με το θάνατό του έκλεισε ένα μεγάλο κεφάλαιο που θα μείνει ανεξίτηλα χαραγμένο στις σημαντικότερες σελίδες της ιστορίας της Βενεζουέλας.

Την ίδια στιγμή, αν μελετήσει κανείς με προσοχή, την εξέλιξη του ελληνικού πολιτικού γίγνεσθαι στις αρχές του 21ου αιώνα, θα δει με σαφήνεια πως η χλιαρότητα, η απάθεια και η μετριότητα φαίνονται να είναι τα μεγαλύτερα από τα προβλήματα που χαρακτηρίζουν τους δρώντες των εκάστοτε πολιτικών παιγνίων, οι οποίοι, καταναλώνοντας πολύτιμο χρόνο και ενέργεια σε στείρες αντιπαραθέσεις και τιμώντας με ευλάβεια τους τύπους, τις εντυπώσεις και την επιφάνεια, φλερτάρουν με τον πολιτικό εκφυλισμό και την ολική αποδόμηση.

Καλώς ή κακώς, οι Έλληνες πολιτικοί του σήμερα βουλιάζουν σε ένα καζάνι που βράζει, αποδεχόμενοι στωϊκά τη συνολική καταδίκη του λαού για την κρίση που μαστίζει κάθε επίπεδο της καθημερινής τους ζωής. Με μηδενικά επίπεδα παραγωγικότητας και στοιχειώδους κοινωνικής ευαισθησίας, συνοδευόμενα από μία ενοχλητικά απρόσιτη και σοβαροφανή εικόνα, μοιάζει τουλάχιστον αστείο για έναν πολιτικό του σήμερα να επιτύχει την κινητοποίηση ενός ρεύματος μαζικής αποδοχής, συμπόρευσης και μάχιμης υποστήριξης από τα λαϊκά στρώματα. Οι Έλληνες πολιτικοί χαρακτηρίζονται από μία καθίζηση που αδυνατεί να προκαλέσει πάθη και έντονα συναισθήματα, τόσο στην κοινή γνώμη όσο και τη Διεθνή Κοινότητα, παρά μόνο τη λύπηση και την αποστροφή, όσο άδικο κι αν είναι αυτό για τις όποιες υπάρχουσες φωτεινές εξαιρέσεις. Ουδείς επιθυμεί να τους εξάρει και να τους λατρέψει, μα και ουδείς τους υπολογίζει τόσο ώστε να τους πολεμήσει.

H απουσία σθένους και πυγμής, από κοινού με μία έντονη πολιτική ανακεραιότητα και αήθεια, τους έχουν βαθμιαία οδηγήσει στην ένδεια και την τελμάτωση. Πέραν μίας ζοφερής ακολουθίας σκανδάλων διαφθοράς, καταπατήσεων και υπεξαιρέσεων, οι τελευταίες δεκαετίες δεν έχουν αναδείξει κάποια αξιομνημόνευτη προσωπικότητα που θα μπορούσε να κάνει τη διαφορά. Ίσως υπήρξαν περιπτώσεις προσώπων που επεδίωξαν τον εναγκαλισμό τους με την εξουσία καλή τη προθέσει, μα το τέρας της διαφθοράς φρόντισε να κατατροπώσει έγκαιρα κάθε παρεκκλίνουσα του κρατούντος συστήματος στάση και συμπεριφορά.

Βιώνουμε άραγε το τέλος της ιδεολογίας, όπου η παρουσία διακριτών, αυτοτελών παραταξιακών αξιακών σχημάτων ανήκει σε μία εποχή που έχει περάσει ανεπιστρεπτί; Η εμφάνιση πολυάριθμων κομματικών σχηματισμών με ευμετάβλητο ιδεολογικό χαρακτήρα και η συνακόλουθη ισχνή λαϊκή αντιπροσώπευση, προερχόμενη από τον αέναο μετεωρισμό των ψηφοφόρων, ίσως εν τέλει υποδηλώνει την εξάντληση του συστήματος και την ανικανότητά του, με αυτό το μάταια ανακυκλούμενο δυναμικό, να παράξει προϊόν με πολιτική βαρύτητα και κυρίως διάρκεια.

Κύριοι πάσχουμε από μετριότητα. Αυτή είναι η βαρύτατη νόσος που μας κατατρώγει και λίγο μένει να μας αφανίσει ολοσχερώς. Σε μια χώρα κυβερνώμενη από πολιτικές μαριονέτες, που αρέσκονται στο να μιμούνται την ουσιαστική άσκηση εξουσίας παρά να την ορίζουν, ίσως εκείνο που μας λείπει πιο πολύ είναι ένας σύγχρονος, δικός μας ‘’Κομαντάτε’’…

Προηγουμενο ΑρθροΕπομενο Αρθρο

Δήμητρα Καραντζένη

Απόφοιτος Επικοινωνίας και ΜΜΕ

Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών

M.Sc. στις Διεθνείς, Ευρωπαϊκές και Πολιτικές Σπουδές

Στις συμπληγάδες της μετριότητας

της Δήμητρας Καραντζένη.

 

Από το μεσημέρι της περασμένης Τρίτης η Βενεζουέλα θρηνεί το χαμό του προέδρου της, Ούγκο Τσάβες. Μετά την επιβεβαίωση της μακάβριας είδησης, ο λαός ξεχύθηκε στους δρόμους δυστυχής, κλαίγοντας και φωνάζοντας συνθήματα σε μια προσπάθεια να βιώσει συλλογικά το εθνικό του πένθος. Η έντονη φόρτιση και συναισθηματική εμπλοκή του λαού αυτού υποδηλώνει, αν μη τι άλλο, το σεβασμό και τη βαθιά εκτίμηση που έτρεφε στο πρόσωπο ενός κατά πολλούς αμφιλεγόμενου ηγέτη. Επαναστάτης ή δικτάτορας, ο Τσάβες ήταν αναμφισβήτητα ένας πολιτικός που χάραξε διεθνώς μία πορεία που διήρκησε στο χρόνο, με ηχηρή και διόλου χλιαρή παρουσία, με έργα και ημέρες που συγκρότησαν με έναν ιδιαίτερο τρόπο την προσωπική μα και πολιτική του υστεροφημία.

Συνεχίζοντας να χρησιμοποιείτε την ιστοσελίδα, συμφωνείτε με τη χρήση των cookies. Περισσότερες πληροφορίες.

Οι ρυθμίσεις των cookies σε αυτή την ιστοσελίδα έχουν οριστεί σε "αποδοχή cookies" για να σας δώσουμε την καλύτερη δυνατή εμπειρία περιήγησης. Εάν συνεχίσετε να χρησιμοποιείτε αυτή την ιστοσελίδα χωρίς να αλλάξετε τις ρυθμίσεις των cookies σας ή κάνετε κλικ στο κουμπί "Κλείσιμο" παρακάτω τότε συναινείτε σε αυτό.

Κλείσιμο