γράφει ο Όμηρος Ταχμαζίδης.
Στην πρώτη δημόσια παρουσίαση, πριν ένα μήνα ακριβώς, μιας σειράς προτάσεων για την Θεσσαλονίκη της δημοτικής κίνησης “Υψίπολις” διαχωρίσαμε τις κατευθύνσεις του προγραμματικού πλαισίου σε τρεις κατηγορίες: τις άμεσες, τις μεσοπρόθεσμες και τις μακροπρόθεσμες παρεμβάσεις. Δεν θα αναλύσω το βασικό σκεπτικό αυτής της διάκρισης, αλλά θα ασχοληθώ με ένα “ασήμαντο” ζήτημα, το ποίο περιλάβαμε στο πλαίσιο των άμεσων παρεμβάσεων μιας δημοτικής αρχής σε μια “ευφυή πόλη”. Η δημοτική κίνηση “Υψίπολις” επιδιώκει μια “πολυμήχανη Θεσσαλονίκη” και “πολυμήχανες ελληνικές πόλεις”. Η κοινωνική ευφυΐα κρύβεται , πολλές φορές, στην αντιμετώπιση των μικρών και φαινομενικώς ασήμαντων προβλημάτων. Αυτά θέλουμε να αντιμετωπίσουμε στην Θεσσαλονίκη και, γιατί όχι, όπου αλλού παρουσιάζονται.
Σε ένα από τα σημεία, συγκεκριμένα με τον κωδικό “α.6.” και την επικεφαλίδα “Καταπολέμηση της οπτικής ρύπανσης” σημειώνουμε το εξής για το σημαντικό ζήτημα της λεγόμενης αφισορύπανσης: “α.6.1. Εγκατάσταση “κυλίνδρων” για ελεύθερη τοποθέτηση αφισών σε κομβικά σημεία του ιστορικού κέντρου και των δορυφορικών κοινοτήτων του δήμου για τη χρήση τους από πολιτικούς, κοινωνικούς και συλλογικούς φορείς και από ιδιώτες: α.6.1.α. Εφαρμογή των νόμων, επιβολή ποινών και προστίμων σε παραβάτες, οι οποίοι θα συνεχίσουν να τοποθετούν αφίσες σε ελεύθερες επιφάνειες, στύλους κ.α., α.6.1.β. Υπεύθυνες δε θα θεωρούνται μόνο οι εταιρίες ή οι ομάδες, οι οποίες ρυπαίνουν με τοιχοκολλήσεις, αλλά οι φορείς οι οποίοι διαφημίζονται”.
Το σχέδιο καταπολέμησης της “οπτικής ρύπανσης” περιλάμβανε και άλλες προτάσεις ( και θα επεκταθεί περαιτέρω), όπως π.χ. για τις κρυφές και απλήρωτες διαφημίσεις στο δημόσιο χώρο’ αλλά θα μείνουμε μόνο στο ζήτημα της ρύπανσης από τις αφίσες και τις διάφορες τοιχοκολλήσεις. Είναι ένα πρόβλημα που ταλανίζει, κυρίως, το κέντρο και κάποιες άλλες πολύ συγκεκριμένες περιοχές της πόλης. Η Θεσσαλονίκη διαθέτει δύο πανεπιστήμια και ένα ΤΕΙ: το στοιχείο αυτό την καθιστά στην χώρα την πολυπληθέστερη πόλη σε φοιτητές/τριες. Στο κέντρο της η καθημερινότητα καθορίζεται, μέρα και νύχτα, από αυτό το δεδομένο. Γύρω από αυτό το δυναμικό κομμάτι της καθημερινής ζωής, έχει αναπτυχθεί ένας συγκεκριμένος πολιτισμός επικοινωνίας. Η ρύπανση των επιφανειών στο κέντρο της πόλης με υλικό αυτού του πολιτισμού επικοινωνίας, είναι ένα από τα πιο παλιά και πιο έντονα στοιχεία της Θεσσαλονίκης. Ορισμένοι κεντρικοί δρόμοι της πόλης, σε ορισμένες χρονικές περιόδους και σε ορισμένα σημεία τους ενθυμίζουν διαδρόμους πανεπιστημιακών κτιρίων. Από αφίσες πολιτικών κομμάτων και νεολαίων, αφίσες συνδικάτων που προτρέπουν σε κάποια απεργία ή καταγράφουν μια αντίδρασή τους σε κάποια κυβερνητικά μέτρα, έως διαφημιστικές αφίσες για μουσικές συναυλίες ή άλλες εκδηλώσεις πολιτιστικού-ψυχαγωγικού χαρακτήρα, ακόμη και αφίσες και φωτοτυπίες για φοιτητικά πάρτι σε νυχτερινά κέντρα στην πόλη. Γύρω από αυτό το πολύχρωμο χαρτομάνι είχε δημιουργηθεί ένας κύκλος εργασιών τεραστίων διαστάσεων, με ανείπωτες επιπτώσεις οπτικής ρύπανσης στο κέντρο της πόλης – και, φυσικά, ασχήμιας. Ο κύκλος αυτός περιορίστηκε, λόγω της κρίσεως, αλλά δεν απουσιάζει από την καθημερινότητα της πόλης. Παραβαίνει τους νόμους, φοροδιαφεύγει στην μεγαλύτερή του έκταση και ρυπαίνει ανεξέλεγκτα (τα πολλά κλειστά καταστήματα λόγω κρίσεως προσφέρουν νέες επιφάνειες για αφισοκολλήσεις).
Το ζήτημα ετέθη στο δημοτικό συμβούλιο, αλλά παρέλυσε μετά από την διαβεβαίωση ενός δημοτικού συμβούλου της παράταξης που πρόσκειται στο ΚΚΕ. Συγκεκριμένα, όταν αυτός δήλωσε ότι η παράταξη (προφανώς και το κόμμα) δεν δεσμεύονται από κανένα μέτρο κατά των αφισοκολλήσεων. Πριν προχωρήσει κανείς σε εσπευσμένη αποδοκιμασία και καταδίκη αυτής της στάσης, θα πρέπει να σταθμίσει το βασικό επιχείρημα, το οποίο είναι καταλυτικό: η παράταξη και το ΚΚΕ ευρίσκονται σε κατάσταση αποκλεισμού από το σύστημα πληροφόρησης. Το επιχείρημα της μη-δέσμευσης δεν είναι απλώς ορθό, αλλά θέτει τον καθένα προ των ευθυνών του για την λειτουργία του δημοκρατικού πολιτεύματος. Ο παραβάτης, ας πούμε το ΚΚΕ, αποφεύγει την όποια τιμωρία από το νόμο, διότι προβάλλει ένα πιο σημαντικό αγαθό (το νόμιμο μερίδιό του στην δημοσιότητα) από την ρύπανση μιας επιφάνειας στο δημόσιο χώρο. Και εκεί παραλύουν τα πάντα και αρχίζει το όργιο της αυθαιρεσίας, διότι κοντά στην ρύπανση για χάρη της “πολιτικής ελευθερίας”, προστίθεται η επιβάρυνση από την ασυδοσία του πολιτιστικού εμπορίου (εμπορικό θέατρο, μουσικές συναυλίες, πάρτι κ.α.) και ακολουθεί η τερατουργία της οπτικής ρύπανσης. Η δημοτική αρχή, υπό τον Γιάννη Μπουτάρη -οι προηγούμενοι δεν είχαν παρόμοιες ευαισθησίες- άφησε έτσι στο μισό το σχέδιο οπτικής απορρύπανσης της Θεσσαλονίκης. Και ο λόγος αυτής της εγκατάλειψης είναι απλός, είναι πολιτικός: όποιος θέλει καθαρή πόλη θα πρέπει να διασφαλίσει και ανοικτή-δημοκρατική δημοσιότητα. Και αυτό άγγιζε τα όρια των δυνατοτήτων της παράταξης της οποίας ηγείται ο κ. Μπουτάρης, από την άλλη έχει αναλάβει μεγάλες δεσμεύσεις με ιδιωτικούς εμπορικούς φορείς της κρυφής διαφήμισης στους δημόσιους χώρους και το πρόγραμμα απορρύπανσης δεν προχώρησε με συνέπεια. Ο κ. Μπουτάρης και η παράταξή του συνηθίζουν να κάνουν μισές δουλειές…
Η πρόταση της δημοτικής παράταξης “Υψίπολις”, για την τοποθέτηση “κυλίνδρων πληροφόρησης” στην πόλη, στερεί από τους πολιτικούς φορείς το άλλοθι της μειωμένης προβολής, δίνει μια προσωρινή διέξοδο στο αίτημα τους για ισότιμη μεταχείριση στη δημοσιότητα και θέτει προ των ευθυνών τους τα πολιτικά κόμματα για την παραγωγική λειτουργία του πολιτεύματος. Η διαρκής “γκρίνια” καταστηματαρχών, περιοίκων και διάφορων ευαίσθητων περί της γενικότερης καλαισθησίας της πόλης θα πρέπει να κάμει χώρο στην ουσιαστική αναζήτηση διεξόδου στη λύση του προβλήματος. Μια πολυμήχανη πόλη δεν γκρινιάζει, αλλά επινοεί λύσεις. Οι κύλινδροι – οι οποίοι υπάρχουν πολύ αραιά σε μεγαλουπόλεις του εξωτερικού – δε θα λύσουν το πρόβλημα, αλλά θα στερήσουν, κατά πρώτον, από το άλλοθι στους πολιτικούς φορείς, οι οποίοι ρυπαίνουν…. κατά ριπάς και με κάθε ευκαιρία όλο το χρόνο και, κατά δεύτερον, θα ανοίξουν το δρόμο για τη συζήτηση τόσο περί της σημασίας μιας ανοικτής δημοκρατικής δημοσιότητας, όσο και περί της πολυποίκιλης αξίας του δημόσιου χώρου.
Η καταπολέμηση της ρύπανσης στους δημόσιους χώρους θα δημιουργήσει ευεργετικές πιέσεις στο τοπικό σύστημα πληροφόρησης, θα αυξήσει τη σημασία του και τους κύκλους εργασιών του, διακριτές θα είναι και οι επιπτώσεις της στην απασχόληση και την έμμεση φορολογία. Αν προσθέσουμε εδώ και την οικονομική δυναμική, η οποία θα αναπτυχθεί με την καταπολέμηση της οπτικής ρύπανσης από την κρυφή διαφήμιση στους δημόσιους χώρους, θα έχουμε επιτύχει συγχρόνως δύο πράγματα: από την μία την καλαισθησία της πόλης, από την άλλη την εμφάνιση νέων, πιο περίπλοκων και “ευφυέστερων”, κύκλων εργασιών.
Ο μίτος της Αριάδνης για την επιτυχή έξοδο από τον λαβύρινθο της εθνικής κρίσης είναι η αξιοποίηση της λεπτομέρειας.
Υ.Γ.1.: Η τοποθέτηση των κυλίνδρων πληροφόρησης μπορεί να ενταχθεί στον σχεδιασμό για την οικολογική μεταδόμηση του συνολικού πολεοδομικού συγκροτήματος της Θεσσαλονίκης και να συνδυαστεί και με μια σειρά άλλων προτάσεων τις οποίες ανακοίνωσε στην συνέντευξη τύπου (αρχές Σεπτεμβρίου) η δημοτική κίνηση “Υψίπολις” και αφορούν “α.3. Προγράμματα παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας στον αστικό χώρο” (Βλ. για παράδειγμα α.3.1., α.3.2. και α.6.3.)
Ο Όμηρος Ταχμαζίδης είναι μέλος του Ε.Γ. της “Σοσιαλιστικής Προοπτικής” και της δημοτικής κίνησης Θεσσαλονίκης “Υψίπολις”