… θα κοιτάξεις πλάι σου,
για την τάξη που εγκαταλείπεις και
πάνω σου,
για την άγνωστη,
που με αγωνία είχε ποτίσει τη ζωή σου.
Θα βλαστήσεις αλλού τώρα,
σαν πεθαμένος σπόρος, που θα ζωντανέψει πάλι.
Όλο σου το βιος οι αναμνήσεις σου,
με μιας που έσμιξαν στην κορυφή της κεφαλής σου,
σαν ενός κόσμου που εγκαταλείπεις διαβατήριο,
που τί παράξενο, στο ζητεί στην έξοδο.
Μάτια γερτά θα μείνουν,
που δε χωρούν άλλες εικόνες,
που ανασύρουν γοργά τις περασμένες,
απ’ τα βαθειά τους κατάστιχα, να τις φιλήσουν
σαν τα παιδιά τους τα μονογονεϊκά
που ζούσαν μέσα τους,
μυστικά, αθέατα στα ξένα μάτια.
Την ύστατη ώρα όλες οι στιγμές
θα σπρώχνουν να ανασυρθούν,
ασθμαίνοντας ξενιτεμό, εκεί
στην αποβάθρα, απ’ όπου κάποτε ξεκίνησαν.
Όμως τι θλιβερό…
περιστοιχισμένες αποχαιρετιστών.
Πόσο άραγε να κρατεί τούτος ο χωρισμός;
Πόσο χρόνο χωνεμένο;
Και οι ανάσες οι ασύμμετρες,
σε πόσο λίγο θα γίνουν ίσες, παγωμένες, ακίνητες;
Συμμετρικές μουσικές της πιο εξαίσιας μπάντας,
της έσχατης, της ανήκουστης στα αυτιά
όσων απέμειναν να αποχαιρετούν στην…
… αποβάθρα του χρόνου,
εκεί που
προς χάριν κάποιου, σταμάτησε το ρολόι της…
Στην ύστατη ώρα.
Υπάρχει μέτρο να λογαριάζει αυτόν τον χρόνο;