Χώρα ηρώων
πολύπαθη χώρα
Τώρα κάθεσαι και συλλογιέσαι
το αίμα που πότισες τα σπλάχνα σου,
το αίμα των παιδιών σου.
Εσύ … το αίμα τους.
Τώρα έρημη θρηνείς
σε σπίτια αποκαΐδια
πάνω σε θρύψαλλα όνειρα
ανένωτα… το ξέρεις.
Όμως ελπίζεις.
Άλλη επιλογή δεν έχεις.
Το χώμα σου
το μολυσμένο τη διχόνοια,
αυτό το χώμα θα εξαγνίσεις
να αξιωθεί ξανά αγάλματα
ηρώων που ζωντανεύουν,
που ξαναζούν για χάρη σου
-έρημη χώρα-
κουβαλητές ζωής, πριν
επιστρέψουν … μάρμαρα και μπρούτζα.
Τώρα κάθεσαι,
σκουπίζεις την μαυρίλα των προσώπων σου
απ’ τους καπνούς
και κλαις και πεισμώνεις
και κλαις και … πεισμώνεις,
που μέσα σου έρημη.
Χώρα πολύπαθη.
Σηκώνεσαι.
Στο λόγο το βουβό
-τα σπόρια του κατάβαθα-
ζητάς ν’ αναστηθεί
να σαλπίσει το προσκλητήριο των ζωντανών.
Χώρα … των ανεπούλωτων πληγών.
Ηρώων χώρα.