Ε. Μακρόν: «Νομίζω ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση δεν ενήργησε πάντα σωστά απέναντι Τουρκία διότι την έκανε να πιστέψει ότι κάποια πράγματα ήταν πιθανά, την ώρα που δεν ήταν απολύτως (πιθανά)»
Συνεχίζει: «Πρέπει να σκεφτούμε το ενδεχόμενο εάν μπορούμε να επανεξετάσουμε αυτή τη σχέση όχι στο πλαίσιο της διαδικασίας ένταξης αλλά πιθανόν μιας συνεργασίας, μιας εταιρικής σχέσης με τελικό σκοπό να διασφαλίσουμε την «αγκίστρωση» της Τουρκίας και του τουρκικού λαού στην Ευρώπη και ότι το μέλλον της (Τουρκίας) θα οικοδομείται με το βλέμμα στην Ευρώπη και μαζί με την Ευρώπη».
Υπογραμμίζει: «Βούλησή μου είναι να κάνουμε περισσότερα μαζί, η Τουρκία να παραμείνει αγκιστρωμένη, δεμένη στην Ευρώπη όμως πιστεύω ότι η διαδικασία (ένταξης), όπως έχει ξεκινήσει δεν θα ολοκληρωθεί εντός των επόμενων ετών. Είναι σαφές ότι οι πρόσφατες εξελίξεις και οι επιλογές δεν επιτρέπουν καμία πρόοδο στη διαδικασία».
Γι’ αυτό «πρέπει να αποφύγουμε την υποκρισία που συνίσταται στο να σκεφτόμαστε ότι είναι πιθανή μια φυσική πρόοδος προς το άνοιγμα νέων κεφαλαίων -διαπραγματεύσεων. Πρότεινα να διεξαχθεί εντός των επόμενων μηνών ένας ήρεμος διάλογος έτσι που να επανασχεδιαστεί, επαναδιατυπωθεί σε ένα πιο σύγχρονο πλαίσιο, λαμβάνοντας υπόψη τις πραγματικότητες του σήμερα», (ηλ. «Βήμα», 5/1/2018).
Τ. Ερτογάν: «η χώρα μου έχει κουραστεί να περιμένει μια ενδεχόμενη ένταξή της στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Εδώ και 54 χρόνια η Τουρκία περιμένει στον προθάλαμο της ΕΕ (…) δεν μπορούμε να εκλιπαρούμε συνεχώς για την είσοδό μας στην ΕΕ».
Την αμέσως προηγούμενη ημέρα ο Ι. Καλίν, εκπρόσωπος τύπου του Τ. Ερτογάν, δήλωνε στο France 24 : «Η Τουρκία θεωρεί την ένταξη στην ΕΕ στρατηγικό στόχο. Θέλουμε να υπερβούμε τα προβλήματα, να ανοίξουμε νέα σελίδα και θέλουμε να διασφαλίσουμε ότι θα ανοίξουν νέα κεφάλαια», («Χουριέτ», 4/1/2018).
Δηλώσεις επί των μελλοντικών σχέσεων ΕΕ-Τουρκίας έκανε και ο γερμανός υπουργός Εξωτερικών Ζίγκμαρ Γκάμπριελ. Είπε:
«Αν καταφέρουμε να καταλήξουμε σε έξυπνη συμφωνία με τη Μεγάλη Βρετανία, στην οποία θα περιγράφονται οι σχέσεις της με την Ευρώπη μετά το Brexit, τότε αυτή θα μπορούσε να χρησιμεύσει ως πρότυπο για άλλες χώρες. Η Τουρκία και η Ουκρανία είναι δύο κράτη που μπορούν να επωφεληθούν από αυτό το πρότυπο. Με την Τουρκία παραμένουν ορισμένα αγκάθια για την ολοκλήρωση των σχέσεων με την ΕΕ όπως αυτό του σεβασμού των ανθρωπίνων δικαιωμάτων», (ηλ. «Νέα», 26/12/17)
Θεωρώ ότι οι δύο δηλώσεις που προέρχονται από το Παρίσι και το Βερολίνο δείχνουν μια αξιολόγηση και ταυτόχρονα μια κατεύθυνση.
Ο Ε. Μακρόν κάνει λόγο για «μια εταιρική σχέσης με τελικό σκοπό να διασφαλίσουμε την «αγκίστρωση» της Τουρκίας και του τουρκικού λαού στην Ευρώπη και ότι το μέλλον της (Τουρκίας) θα οικοδομείται με το βλέμμα στην Ευρώπη και μαζί με την Ευρώπη».
Ο Ζίγκμαρ Γκάμπριελ κάνει λόγο για τη φόρμουλα που θα οδηγεί τη σχέση ΕΕ- Βρετανία μετά το Brexit: «αυτή θα μπορούσε να χρησιμεύσει ως πρότυπο για άλλες χώρες».
Οι πιο πάνω δηλώσεις προϋποθέτουν παραδοχές και εν τέλει αποφάσεις σε διάφορα επίπεδα στις Βρυξέλλες και στην Άγκυρα:
Πρώτη παραδοχή: η συμφωνία της 3 Οκτωβρίου 2005 δεν υφίσταται. Όλοι το αντιλαμβάνονται-στα 35 συνολικά ενταξιακά κεφάλαια, άνοιξαν τα 16 και έκλεισε μόνο το 1. Οι δυσκολίες περιγράφονται με κάθε λεπομέρεια στις ετήσιες Εκθέσεις Προόδου που ετοιμάζει η Επιτροπή.
Δεύτερη παραδοχή: χρειάζεται μια νέα αρχή-πολιτική, θεσμική, επικοινωνιακή. Η Τουρκία είναι στρατηγικό αναγκαίο τόσο για την ίδια, όσο και την ΕΕ, να βρίσκεται στη δυτική τροχιά, να λάβει ισχυρή δέσμευση για παραμονή της στο «τρένο» της ΕΕ, ένα σχήμα πιο ρεαλιστικό από τη συμφωνία της 3ης Οκτωβρίου, με τέτοια ρύθμιση που δεν θα παρεμποδίζει ενταξιακές συνομιλίες στο μέλλον.
Οι πιο πάνω παραδοχές οδηγούν σε μια απόφαση και οι θέσεις Μακρόν τις ικανοποιούν. Άρα «μια εταιρική σχέση με τελικό σκοπό να διασφαλίσουμε την «αγκίστρωση» της Τουρκίας και του τουρκικού λαού στην Ευρώπη και ότι το μέλλον της (Τουρκίας) θα οικοδομείται με το βλέμμα στην Ευρώπη και μαζί με την Ευρώπη».
Κρίσιμο ζήτημα συνιστά η προετοιμασία για «απαγκίστρωση» από τη συμφωνία για έναρξη ενταξιακών συνομιλιών «ανοικτού τέλους» όπως συμφωνήθηκε από τις δύο πλευρές στις 3 Οκτωβρίου 2005. Πώς θα γίνει η μετάβαση από το ένα επίπεδο στο άλλο και τι θα γίνει αν τα δύο μέρη δεν συμφωνήσουν, καθώς αυτή η περίπτωση δεν έχει προηγούμενο στην πολιτική και θεσμική λειτουργία της ΕΕ;
Ο Τ. Ερτογάν έδειξε σε διάφορες περιπτώσεις πως μπορεί να κάνει συμβιβασμούς όταν οι συνθήκες το απαιτούν όπως λ.χ. οι σχέσεις με τη Ρωσία, το Ισραήλ, το συριακό. Μπορεί να κάνει κάτι ανάλογο με την ΕΕ; Δύσκολη η πρόβλεψη καθώς οι βασικοί παίκτες στην Τουρκία έχουν στο μυαλό τους στην τριπλή εκλογική αναμέτρηση του ’19-την ίδια μέρα, προεδρικές, βουλευτικές, εκλογές για τοπική αυτοδιοίκηση. Μπορεί η Άγκυρα να απορρίψει μια νέα σχέση; Είναι πιθανό, αλλά τι θα αντιπροτείνει; Πολλά θα εξαρτηθούν από το «περιτύλιγμά» μιας ενδεχόμενης νέας συμφωνίας.
Στην περίπτωση που θα βρεθεί ένας συμβιβασμός αυτός θα βρίσκεται πιο κοντά σε αυτό που ανέφερε ο Μακρόν και λιγότερο σε αυτό που υπαινίσσεται ο Γκάμπριελ. Αυτό που εισηγείται ο Ε. Μακρόν συνιστά μια ρεαλιστική αποτύπωση των πραγμάτων, διατηρεί την ευρωπαϊκή πόρτα της Τουρκίας ανοικτή, κρατά σε ικανοποιητικό επίπεδο το γόητρο της Άγκυρας, ικανοποιεί τη βιομηχανική κοινότητα και στις δύο πλευρές, ενώ δίνει ένα θετικό σήμα στις φιλοευρωπαϊκές δυνάμεις μέσα στην Τουρκία.