Βουλευτές

Ρεαλισμός και αποφασιστικότητα

Σοβαρά προβλήματα που χρόνιζαν, αλλά δεν τα αγγίζαμε ή τα ακουμπούσαμε με το «γάντι» για να μη θίξουμε τα «κεκτημένα», αναδύθηκαν, εν μια νυχτί, στην επιφάνεια. Εν τέλει, η κρίση απέκτησε δομικά χαρακτηριστικά, προσβάλλοντας, εκτός από την οικονομική δραστηριότητα, την πολιτική ζωή, αλλά και την κοινωνική συνοχή.

Η κατάσταση επιδεινώθηκε, επίσης, από τη σύγχυση που έχει προκαλέσει το αρνητικό κλίμα που «βασιλεύει» για καιρό στην Ε.Ε. και τα σημάδια φθοράς που έχει υποστεί το ευρωπαϊκό όραμα. Η νέα πραγματικότητα καταγράφεται ανάγλυφα από την ανησυχητική ενίσχυση των πολιτικών δυνάμεων του ευρωσκεπτικισμού, του ακραίου λαϊκισμού αλλά και τη ραγδαία επανεμφάνιση των ιδεολογιών του εθνικισμού ακόμη και του νέο-ναζισμού.

Αναμφίβολα, η ευθύνη που βαραίνει όλους μας για ό,τι συνέβη είναι δεδομένη. Στη διάρκεια της μεταπολίτευσης, δυστυχώς, αυτό που επικράτησε ήδη από τη δεκαετία του ’80 ήταν ένα παρασιτικό κοινωνικοοικονομικό μοντέλο. Το μοντέλο αυτό στηρίχθηκε στα δανεικά, στη συνεχή επέκταση του κράτους, στην απουσία κάθε αξιοκρατίας και στην επιβράβευση της ήσσονος προσπάθειας.

Το αποτέλεσμα ήταν η χώρα να βρεθεί με ένα δυσβάστακτο χρέος και με δυσθεώρητα ελλείμματα, ένα κράτος-Λεβιάθαν που απορροφούσε όλους τους πόρους και ταυτόχρονα συνιστούσε τροχοπέδη στην ανάπτυξη. Κυρίαρχη ιδεολογία κατέστη ο λαϊκισμός και οι διάφορες παραφυάδες του.

Η Νέα Δημοκρατία, αν και ο κατ’ εξοχήν πολιτικός φορέας που στηρίζει την ιδιωτική πρωτοβουλία και την επιχειρηματική δραστηριότητα, ενίοτε άσκησε και η ίδια πολιτικές που διόγκωναν το κράτος και τη γραφειοκρατία. Ταυτόχρονα έδειξε ανοχή σε φαινόμενα λαϊκισμού και συντεχνιακής πρακτικής που αναπτύχθηκαν στους κόλπους της, ενώ αντιμετώπισε με διστακτικότητα φαινόμενα ανομίας και αντικοινωνικής συμπεριφοράς.

Τα επώδυνα έτη της κρίσης, και κυρίως μετά την ανάληψη της διακυβέρνησης από τον Αντώνη Σαμαρά, με κύριο κορμό της κυβέρνησης τη ΝΔ, καταβάλλεται τιτάνια προσπάθεια για να εξέλθουμε από το τούνελ της ύφεσης. Με τις θυσίες του ελληνικού λαού, ήδη το σημείο που βρεθήκαμε είναι πολύ σημαντικό, καθώς η ανάπτυξη επανήλθε μετά από σχεδόν μια εξαετία και μια σειρά από δείκτες της οικονομίας μεταξύ αυτών και της ανεργίας δείχνουν να βελτιώνονται.

Είναι, όμως, πλέον ξεκάθαρο ότι βρισκόμαστε σε ένα οριακό σημείο. Όποια τροπή και μορφή πάρουν οι σχέσεις με τους εταίρους και δανειστές μας, η χώρα έχει ανάγκη για την επόμενη ημέρα από ένα εθνικό σχέδιο ανάπτυξης, από τη συγκρότηση ενός νέου παραγωγικού μοντέλου.

Οι παλιές συνταγές είναι πλέον ξεπερασμένες. Ο λαϊκισμός, οι εύκολες υποσχέσεις, η κοινωνική πολιτική με δανεικά παρήλθαν οριστικά. Κι όσοι τα επαγγέλλονται είτε ψεύδονται είτε είναι αφελείς. Ο λαϊκισμός της αριστεράς δεν συνιστά λύση για τα αδιέξοδα της ελληνικής κοινωνίας. Η παροχολογία και τα ιδεολογήματα που «χαϊδεύουν αυτιά» δεν φέρνουν τη σωτηρία. Η επιστροφή στο «μακάριο» παρελθόν της ψευδούς ευμάρειας δεν είναι ο δρόμος του αύριο.

Αντιθέτως, είναι η βέβαιη οδός της καταστροφής όσων πετύχαμε, που μπορεί ακόμη να θέσει εν αμφιβόλω τη συμμετοχή μας στη μεγάλη ευρωπαϊκή οικογένεια. Εκείνο που χρειαζόμαστε σε αυτούς τους χαλεπούς καιρούς είναι η ελπίδα που γεννάται από την ορθή μείξη του ρεαλισμού με την αποφασιστικότητα. Κι αυτή είναι η ευθύνη μας απέναντι στην ιστορία και στις επερχόμενες γενιές.




το άρθρο δημοσιεύθηκε και στην Καθημερινή.

Προηγουμενο ΑρθροΕπομενο Αρθρο

Ο Μάξιμος Χαρακόπουλος, Βουλευτής Λαρίσης της Νέας Δημοκρατίας είναι συγγραφέας και ιστορικός ερευνητής.
Γεννήθηκε στη Λάρισα το 1968. Κατάγεται από τα Βούναινα, ένα από τα προσφυγικά χωριά της Λάρισας, που έστησαν ερχόμενοι στην Ελλάδα με την ανταλλαγή του ΄24 ξεριζωμένοι πρόσφυγες από την Καππαδοκία. Είναι παντρεμένος με τη γιατρό Λίζα Κόντου με την οποία έχουν δύο γιούς.
Σπούδασε Κοινωνιολογία στο Πάντειο Πανεπιστήμιο Κοινωνικών και Πολιτικων Επιστημών.
Το 1991 έγινε δεκτός για μεταπτυχιακές σπουδές στο Ινστιτούτο Πολιτικών Επιστημών του Πανεπιστημίου Κωνσταντινουπόλεως.

Το 2003 αναγορεύτηκε Διδάκτωρ Κοινωνιολογίας του Παντείου Πανεπιστημίου.

Υπηρέτησε τη στρατιωτική του θητεία ως έφεδρος αξιωματικός του Ελληνικού Στρατού.

Από το 1994 έως το 1997 διετέλεσε Αναπληρωτής Διευθυντής Πολιτικού Σχεδιασμού της Νέας Δημοκρατίας.

Το 1997, με απόφαση του προέδρου του κόμματος Κώστα Καραμανλή, τοποθετήθηκε Διευθυντής του Γραφείου Τύπου της Νέας Δημοκρατίας.

Το 2000 ανέλαβε καθήκοντα Διευθυντή Επικοινωνίας στο Κέντρο Πολιτικής Έρευνας και Επικοινωνίας (ΚΠΕΕ), την αρχαιότερη δεξαμενή σκέψης του φιλελεύθερου χώρου, ενώ εργάστηκε και ως δημοσιογράφος.

Εκλέχθηκε πρώτη φορά βουλευτής Λαρίσης της Νέας Δημοκρατίας στις εκλογές της 7ης Μαρτίου 2004 (2ος σε σειρά εκλογής). Στη συνέχεια, εκλέγεται στις εκλογικές αναμετρήσεις της 16ης Σεπτεμβρίου 2007 (1ος σε σειρά εκλογής), της 4ης Οκτωβρίου 2009 (1ος σε σειρά εκλογής), της 6ης Μαΐου 2012 (1ος σε σειρά εκλογής) και της 17ης Ιουνίου 2012 (επικεφαλής του ψηφοδελτίου).

Διετέλεσε μέλος της Κοινοβουλευτικής Αντιπροσωπείας της Ελλάδας στον ΟΑΣΕ και πρόεδρος της Ομάδας Φιλίας του ελληνικού κοινοβουλίου με το Αζερμπαϊτζάν και την Ιορδανία.

Το Δεκέμβριο του 2009 τοποθετήθηκε Γραμματέας Πολιτικού Σχεδιασμού της Νέας Δημοκρατίας.

Μετά τις εκλογές του Ιουνίου 2012 ορίστηκε από τον Πρωθυπουργό Αντώνη Σαμαρά Αναπληρωτής Υπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων. Από τη θέση αυτή υπηρέτησε μέχρι και τις 29 Μάρτιου του 2014, οπότε παραιτήθηκε λόγω της διαφωνίας του για το ζήτημα του γάλακτος.

Είναι μέλος των Επιτροπών: Παραγωγής & Εμπορίου και Ευρωπαϊκών Υποθέσεων.

Είναι συγγραφέας των βιβλίων: Ρωμιοί της Καππαδοκίας (κοινωνιολογική μελέτη, Ελληνικά Γράμματα 2003), Ενθύμιον Πανηγύρεως (λεύκωμα, Ελληνικά Γράμματα 2005), Δείγματα Γραφής (πολιτικά δοκίμια, Μεταίχμιο 2007), Εκ νεότητός μου (διηγήματα, βιβλιοπωλείον της ΕΣΤΙΑΣ 2011), Για την ταμπακιέρα… (πολιτικά κείμενα, αυτοέκδοση 2012).

Χρονογραφήματα και διηγήματά του έχουν δημοσιευθεί στον αθηναϊκό και περιφερειακό Τύπο.

Ρεαλισμός και αποφασιστικότητα

 

του Μάξιμου Χαρακόπουλου


«Όποια τροπή κι’ αν πάρουν οι σχέσεις με τους δανειστές, η χώρα έχει ανάγκη ένα εθνικό σχέδιο ανάπτυξης»


Η Ελλάδα βιώνει μια ακόμη καμπή της σύγχρονης ιστορίας της, καθώς ο κύκλος της σαραντάχρονης Μεταπολίτευσης έχει οριστικά κλείσει. Το τέλος της προηγούμενης περιόδου ολοκληρώθηκε με οδυνηρό τρόπο για τη χώρα. Τους «τίτλους τέλους» ανέβασε η σφοδρή οικονομική κρίση, που εκδηλώθηκε ως συνέπεια ενός συνδυασμού αρνητικών εξωτερικών και εσωτερικών παραγόντων. Οι κλυδωνισμοί της αμερικανικής οικονομίας, η ύφεση στην Ευρώπη και οι αναταράξεις στους μηχανισμούς της παγκοσμιοποίησης επέδρασαν αρνητικά στο οικονομικό οικοδόμημα που θεμελιώθηκε στην πολιτική των δανεικών, της γιγάντωσης του κράτους και της χαμηλής παραγωγικότητας.

Συνεχίζοντας να χρησιμοποιείτε την ιστοσελίδα, συμφωνείτε με τη χρήση των cookies. Περισσότερες πληροφορίες.

Οι ρυθμίσεις των cookies σε αυτή την ιστοσελίδα έχουν οριστεί σε "αποδοχή cookies" για να σας δώσουμε την καλύτερη δυνατή εμπειρία περιήγησης. Εάν συνεχίσετε να χρησιμοποιείτε αυτή την ιστοσελίδα χωρίς να αλλάξετε τις ρυθμίσεις των cookies σας ή κάνετε κλικ στο κουμπί "Κλείσιμο" παρακάτω τότε συναινείτε σε αυτό.

Κλείσιμο