Οι εξαγγελθείσες πολιτικές – αν συνεχιστούν – της νέας Αμερικανικής κυβέρνησης, απέναντι στην Ε.Ε, οδηγούν σε νέες πραγματικότητες και καμιά χώρα δεν θα μπορούσε να τις αντιμετωπίσει μόνη. Σε κάθε περίπτωση, δείχνουν ξεκάθαρα πως, σήμερα, πιο πολύ από ποτέ, χρειαζόμαστε περισσότερη και καλύτερη και όχι λιγότερη Ευρώπη.
Μπροστά σε όλα αυτά και ενόψει της επετειακής Συνόδου Κορυφής, στις 25 Μαρτίου, ο Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής έχει παρουσιάσει, κάτω από τον τίτλο ‘’Λευκή Βίβλος’’, πέντε διαφορετικές διαδρομές, υπογραμμίζοντας πως μπορεί να αποτελέσουν την αρχή και όχι το τέλος του διαλόγου για το μέλλον της Ένωσης. Παρόλα αυτά, οι ηγέτες των τεσσάρων μεγαλύτερων χωρών της Ένωσης – της Γερμανίας, της Γαλλίας, της Ιταλίας και της Ισπανίας – σε πρόσφατη συνάντησή τους, έχουν ταχθεί υπέρ της Ευρώπης των πολλών ταχυτήτων. Έδειξαν, έτσι, πως η διακήρυξη στην οποία μπορεί να καταλήξει η επετειακή Σύνοδος έχει – σε ένα μεγάλο βαθμό – προαποφασιστεί.
Να μπουν μπροστά οι πολίτες
Είναι βέβαια γεγονός ότι τόσο η δημιουργία της Ευρωζώνης, όσο και η Συνθήκη Σένγκεν, έχουν ήδη ανοίξει το δρόμο για την Ευρώπη των πολλών ταχυτήτων. Επικράτησε, στις περιπτώσεις αυτές, η αρχή των ενισχυμένων συνεργασιών στη βάση κοινά αποδεκτών αρχών, χωρίς αποκλεισμούς. Δημιουργήθηκε μια ευαίσθητη ισορροπία που χρειάζεται ενίσχυση και όχι αποδυνάμωση. Το σχήμα που φαίνεται ότι προαποφασίστηκε, γίνεται ερήμην των πολιτών. Και είναι σχήμα για να διαφυλαχθεί το σύστημα, αγνοώντας ότι χάνουμε έτσι τους πολίτες. Μόνο οι Ευρωπαίοι πολίτες μπορούν να υπερασπιστούν το Ευρωπαϊκό ιδεώδες, τις αρχές και τις αξίες του, την Δημοκρατία και το Ευρωπαϊκό κοινωνικό πρότυπο. Εάν, άλλωστε, επικρατήσουν συνθήκες Βαβέλ, οι κίνδυνοι είναι ορατοί και καταστροφικοί. Το τέλος του ευρωπαϊκού οράματος, και σχεδόν σε μια τέτοια περίπτωση, θα είναι αναπόφευκτο, άδοξο και οδυνηρό. Και αυτό θα είναι ιστορικό έγκλημα των σημερινών Ευρωπαίων ηγετών, οι οποίοι έστω και αργά οφείλουν να αποδειχτούν αντάξιοι, στην πρόκληση της Ιστορίας.
Τα οφέλη από την Ευρώπη
Οι Έλληνες, βυθισμένοι στην οικονομική κρίση, έχουμε σοβαρούς λόγους να δυσφορούμε για τις υπερβολικές αξιώσεις των εταίρων μας και την ανεπάρκεια της κοινοτικής αλληλεγγύης. Δεν μπορεί, ωστόσο, να λησμονούμε τα διαχρονικά οικονομικά, πολιτικά και εθνικά οφέλη της συμμετοχής μας στην Ένωση. Ούτε και το γεγονός πως δεν θα μπορούσαμε μόνοι ούτε την οικονομική κρίση, ούτε το μεταναστευτικό να αντιμετωπίσουμε.
Έχουμε, επομένως, κάθε λόγο να επιμείνουμε αταλάντευτα: Η Ελλάδα να παραμείνει στον πυρήνα της ευρωπαϊκής εμβάθυνσης, ενεργά συμμέτοχος στις διαδικασίες ολοκλήρωσης του ευρωπαϊκού οικοδομήματος.