Κανείς δεν αμφισβητεί ότι είναι ένα χαρισματικό, επικοινωνιακά, πρόσωπο που θα ήθελε για την καμπάνια του κάθε κόμμα. Αλλά σίγουρα δεν είναι αυτή η ιδιότητα του κ. Τσίπρα που κάνει τον κόσμο να τον ακολουθεί και να τον εμπιστεύεται ακόμα.
Δύο είναι οι παράγοντες που τον κρατούν ακόμα ψηλά στην συμπάθεια των πολιτών:
- 1.Η έλλειψη αξιόπιστου, ακόμα αντιπάλου.
- 2.Ότι οι πολίτες δεν έχουν νιώσει ακόμα τις συνέπειες της πολιτικής του.
Είναι δεδομένο ότι ο κ. Τσίπρας εξελέγη ως το καινούργιο απέναντι στο παλιό. Δικαιολογημένη λοιπόν η επιλογή των Ελλήνων φηφοφόρων, όταν μάλιστα το παλιό όχι μόνο τον γέμισε πόνο και ωδίνη αλλά φέρει και την ευθύνη γιατί φθάσαμε έως το χείλος της καταστροφής.
Σήμερα, έξι και πλέον μήνες από τη νίκη του στις εκλογές και ένα μήνα μετά τη σαρωτική επικράτησή του στο δημοψήφισμα, ο κ. Τσίπρας βρίσκεται μπροστά σε τεράστια διλήμματα που απειλούν την πολιτική ύπαρξή του.
Πρέπει να πάρει αποφάσεις για υλοποίηση ενός μνημονίου που ουδέποτε πίστεψε σε αυτό, αλλά και να εκκαθαρίσει το εσωκομματικό του πρόβλημα.
Μέχρι τώρα έβαζε τα προβλήματα κάτω από το χαλί, γιατί ήξερε ότι έπαιζε χωρίς αντίπαλο. Τώρα όμως που τα προβλήματα τον πνίγουν, αποδεικνύεται ότι ο βασικός του αντίπαλος είναι ο εαυτός του και η αναβλήτικότητά του.
Είναι ανθρώπινο να έχει συναισθηματικές αναστολές προκειμένου να προχωρήσει σε αποπομπή συντρόφων σου, αλλά όταν είσαι πρωθυπουργός ο μόνος σύντροφος που μπορείς να έχεις είναι τα συμφέροντα της χώρας και του λαού. Διαφορετικά δεν κάνεις για ηγέτης.
Ας αναλογισθεί ο κ. Τσίπρας πόσες αναστολές μπορεί να είχε ο Αγαμέμνωνας ότα έπρεπε να αποφασίσει τη θυσία της Ιφιγένειας προς όφελος των ελληνικών δυνάμεων στην Αυλίδα, και ας πάρει τις αποφάσεις του.
Επίσης πρέπει να καταλάβει ότι αργά ή γρήγορα η ΝΔ θα αρχίσει να ξαναβρίσκει τον βηματισμό της.
Ο Βαγγέλης Μεϊμαράκης, αν δεν κάνει τραγικά διαχειριστικά λάθη και αν δεν καταληφθεί από την οίηση της εξουσίας και των παρεών που σκάβουν το λάκο κάθε αρχηγού, θα μπορέσει να ανακτήσει με σταθερά βήματα την εμπιστοσύνη της κοινωνίας και των πολιτών.
Οι πολίτες οι οποίοι στις εκλογές του Γενάρη ψήφισαν το νέο για να φύγει το παλιό, προσφάτως κατάλαβαν ότι αυτό το «παλιό», που αποδοκίμασαν στις εκλογές, έσωσε την παρτίδα και την πατρίδα στις τελευταίες ψηφοφορίες στη Βουλή.
Με την ανοχή αυτού του «παλιού» εξακολουθεί η χώρα να διαθέτει κυβέρνηση γιατί η δεδηλωμένη, ουσιαστικά, έχει χαθεί και η χώρα θα είναι οδηγηθεί σαν ακυβέρνητο σκάφος στα βράχια.
Αν ο κ. Μεϊμαράκης δεν εκπέμπει το φρέσκο και το νέο που εκπέμπει ο κ. Τσίπρας, εκπέμπει τη σιγουριά και την ασφάλεια της εμπειρίας. Τα συναισθήματα αυτά είναι βέβαιο ότι θα τα καλλιεργήσει περαιτέρω. Γιατί είναι ο μόνος τρόπος για να τον εμπιστευθούν όλοι εκείνοι που τον Γενάρη εγκατέλειψαν την κομματική τους στέγη και πήγαν στον ΣΥΡΙΖΑ. Αν εκπέμψει τη σιγουριά και την ασφάλεια της ήρεμης δύναμης, είναι βέβαιο ότι θα πείσει και τους νέους που με κριτήριο την ηλικία ακολούθησαν τον κ. Τσίπρα.
Η προσπάθεια του κ. Μεϊμαράκη θα έχει ακόμα περισσότερο θετικό αποτέλεσμα γιατί ο κ. Τσίπρας- όποτε κι αν πάμε σε εκλογές- θα διαθέτει κυβερνητικό παρελθόν, με ό,τι αρνητικό σημαίνει αυτό.
Γιατί από εδώ και πέρα μόνο αρνητικά έχει να προσφέρει στους πολίτες η πολιτική Τσίπρα. Αρνητικά που θα φέρουν την υπογραφή του. Αρνητικά που θα κληθεί άμεσα να πληρώσει ο κάθε πολίτης.
Μέχρι σήμερα οι πολίτες ακολουθούσαν ανέμελα τον κ. Τσίπρα γιατί δεν τους είχε πάρει ούτε ένα ευρώ από την τσέπη. Και για όσα πλήρωναν οι προηγούμενες κυβερνήσεις των σαμαροβενιζέλων έφταιγαν, κατ’ αυτούς.
Τώρα όμως που δεν υπάρχει ούτε Σαμαράς, ούτε Βενιζέλος, αλλά διαφορετικά πρόσωπα στις ηγεσίες της ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ τι θα πράξει; Θα μείνει δίπλα από το κακέκτυπο της νοοτροπίας ΠΑΣΟΚ ή θα ακολουθήσει την υπευθυνότητα που υπέδειξε η προηγούμενη ηγεσία του;
Τι θα αντιπαρατάξει λοιπόν ο κ. Τσίπρας απέναντι στον Βαγγέλη Μεϊμαράκη; Τη χαριτωμενιά του; Σίγουρα μετά από όσα θα έχει υποστεί, ο λαός θα κρίνει με διαφορετικά κριτήρια. Αρκεί να βρει και να είναι διακριτά αυτά τα διαφορετικά κριτήρια. Αλλά αυτό δεν εξαρτάται από τον κ. Τσίπρα αλλά από τη ΝΔ που είναι ο βασικός του αντίπαλος.
Η συνέχιση λοιπόν του «φαινομένου Τσίπρα» είναι αποτέλεσμα συγκυριών που τείνουν να εκλείψουν ή να ανατραπούν. Η ταχύτητα αλλαγής των συγκυριών εξαρτάται πλέον ελάχιστα από τον ίδιο αλλά κυρίως από τις ηγεσίες των «παλιών» κομμάτων και την υπευθυνότητα που θα εκπέμψουν, καθώς και από την αναγνώριση των λαθών που έκαναν όταν αυτά ασκούσαν εξουσία.
Αυτά όλα τα γνωρίζει ο κ. Τσίπρας και γι’ αυτό θέλει να πάμε σε εκλογές το συντομότερο δυνατόν, πριν οι πολίτες αρχίσουν να πληρώνουν τα λάθη της πολιτικής τακτικής του και πριν οι αντίπαλοί του πείσουν για την υπευθυνότητά τους.
Απαραίτητο στοιχείο για την μεταβολή της κοινής γνώμης, όμως είναι και η ύπαρξη συγγνώμης. Στη ζωή λέμε ότι «από την ώρα που βρέθηκε η συγγνώμη χάθηκε το φιλότιμο», αλλά η ηγεσία της ΝΔ πρέπει να καταλάβει ότι ο λαός περιμένει να ακούσει μια συγγνώμη για όσα λάθη έγιναν στο προηγούμενο διάστημα και να μην ακολοθείται, για λόγους εσωκομματικών ισορροπιών, τυφλά η στήριξη της προηγούμενης ηγεσίας του κόμματος, μόνο και μόνο για να νιώσει ηθικά δικαιωμένη.
Μη ξεχνάμε άλλωστε πως αν η ηγεσία της ΝΔ δεν έχει τη δύναμη να παραδεχθεί τα λάθη που έκανε ως κυβέρνηση και να ζητήσει συγγνώμη –έστω κι αν κυβερνούσε άλλος και όχι ο κ. Μεϊμαράκης- τότε πώς η σημερινή ηγεσία του κόμματος θέλει να παραδεχθεί το λάθος του ο λαός για τη στήριξη που προσέφερε μέχρι σήμερα στον κ. Τσίπρα;