γράφει ο Νικόλαος Χρ. Γκίκας
Η αλήθεια είναι πως ανέκαθεν υπήρχαν ραδιουργικές οντότητες. Συχνά μάλιστα θριάμβευαν χωρίς ιδιαίτερο ταλέντο. Οι περισσότερες βέβαια αποτυχημένες και δακτυλοδεικτούμενες, καθώς στα τόσα αφηρημένα ερωτήματα της ημέρας, του προφανούς και της αβεβαιότητας, η υποκρισία δεν έλειπε. Ατσίδες και πανούργοι, σχοινοβατούν με κυνισμό στο νόμιμο και ηθικό, συχνά μάλιστα πέρα από τα όρια.
Φαντομάδες και «αλεξιπτωτιστές» , λοιπόν, πλαισιώνουν τα ψηφοδέλτια χάριν αλτρουισμού και προσφοράς. Πολίτες που επιδιώκουν ιδιοτελές όφελος, καθώς με πρόσχημα τα ακραιφνή αλτρουιστικά αισθήματα, στην πραγματικότητα επιδιώκουν μετάθεση, απόσπαση ή ακόμη και παραμονή στον ίδιο τόπο. Συνειδητά αδιαφορούν για το γεγονός πως κάποιοι άλλοι θα επιφορτιστούν τις δικές τους αρμοδιότητες ή πως θα πρέπει να προσληφθεί επιπλέον προσωπικό, το οποίο πληρώνουν οι φορολογούμενοι, προκειμένου να παραχθεί έργο. Θα ήταν ωστόσο προτιμότερο, εφόσον διακατέχονται από το αίσθημα της κοινωνικής προσφοράς, να προσφέρουν στις τοπικές κοινωνίες όπου ζούνε και εργάζονται. Θα βιώνουν άλλωστε την εκεί καθημερινότητα πολύ καλύτερα από τα τρικαλινά ακούσματα.
Πλήθος τοπικών συνδυασμών εικάζεται πως έχουν τους μισούς σχεδόν υποψηφίους υπό αυτό το μανδύα. Η αποδέσμευση της κοινωνικής ευθύνης από την ηθική συνέπεια συντελέστηκε χρόνια τώρα. Η διολίσθηση στη βαρβαρότητα της κοινωνικής αδιαφορίας στέκει υπεράνω της προσωπικής προσφοράς. Οι κοινωνιοπαθολογίες αυτές μας καλούν να ψηφίσουμε όχι βάση προσόντων ή ιδιαίτερων επιτευγμάτων, αλλά εξαιτίας των δυνητικών βασάνων τους. Προσκαλούν δηλαδή τους συμπολίτες σε μια επιλογή ψήφου συμπόνοιας και κατανόησης, ενσταλάζοντας συστηματικά μια ενοχική κατασκευή.
Μια ιδιοτελή προφυλακτική από την κακή υποτίθεται κοινωνία, που κυμαίνεται από την αδιαντροπία και την περιφρόνηση, μέχρι την αλαζονεία. Για τους ερευνητές της ντροπής, όπως ο Μ. Nichols, αυτή η προκλητική αδιαντροπιά αποτελεί διαρκή κοινωνική πρακτική και τρόπο επιβίωσης. Μια sens pratique κατά τον Bourdieu, πέρα και πάνω από κανόνες συνεκτικής κοινωνικής συμπεριφοράς.
Το εκλέγεσθαι όμως στις τοπικές κοινωνίες θα πρέπει να είναι αποτέλεσμα συμβίωσης και αμοιβαιότητας και όχι οικτιρμού, ενοχικής συναλλαγής ή αποτελεσματικού πελατειακού δικτύου. Η ελπίδα των πολιτών δεν μπορεί να επαφίεται στην έπαρση του ατομισμού. Αυτή η διελκυστίνδα κυνισμού θα πρέπει, νομοθετικά πρώτιστα, να τελειώσει. Ιδιαίτερα μάλιστα μετά τα δραματικά γεγονότα των πλημμυρών στην ευρύτερη περιοχή της Θεσσαλίας, η ανάγκη εκπροσώπησης των πολιτών από πρόσωπα που διαλέγονται την καθημερινότητά τους στα καλντερίμια και στα περίχωρα της πόλης, είναι τεράστια.
Η ευαισθητοποίηση των πολιτών στις αρνητικές αυτές πρακτικές, είναι ουσιαστικής σημασίας για το μέλλον του εκάστοτε Δήμου.