Μετά τη μεταπολίτευση, τα κόμματα εξουσίας διατήρησαν τις παρα-θεσμικές δομές και λειτουργίες, προσέχοντας μόνο να μην γιγαντωθούν τόσο ώστε να υποκαταστήσουν, εκ νέου, την συνταγματική νομιμότητα και την κοινοβουλευτική δημοκρατία. Υπήρξαν και στιγμές προόδου κατά την θεσμικά μίζερη αυτή υπερ-τριακονταετή περίοδο, όταν με πρωτοβουλίες ελαχιστότατων τολμηρών αντι-λαϊκιστών πολιτικών, δημιουργήθηκαν μηχανισμοί υποστηρικτικοί των θεσμών. Σ’ αυτούς συγκαταλέγονται οι ανεξάρτητες αρχές και τα ελεγκτικά σώματα ομού με την κατοχύρωση της διαφάνειας της διοικητικής δράσης.
Η λαίλαπα της χρεωκοπίας συνεπικουρούμενη από τις προκρούστειες μνημονιακές πολιτικές και τον ασυγκράτητο αριστερόστροφο λαϊκισμό εξουδετέρωσαν την αδύναμη ανάπτυξη των θεσμών και γιγάντωσαν εκ νέου τις άτυπες και παρα-θεσμικές δομές και λειτουργίες. Να άρουμε, στο σημείο αυτό, μια συχνή παρανόηση: Άτυπες μορφές οργάνωσης και λειτουργίας σ’ ένα τόσο φορμαλιστικό, κακά οργανωμένο και άκρατα κομματικοποιημένο κράτος δεν σημαίνει, ντε και καλά, κάτι αρνητικό: Αντιθέτως, συχνά, αυτές οι ατυπικότητες είναι εκείνες που επιτρέπουν να αποδίδει ο κρατικός μηχανισμός τα στοιχειώδη.
Που είναι, όμως, το όριο; Οι 1700 σύμβουλοι υπουργών, υφυπουργών, γενικών και ειδικών γραμματέων σίγουρα δεν βοηθούν στην άμβλυνση των γραφειοκρατικών αγκυλώσεων και δημιουργούν παρα-διοίκηση. Η παρα-διοίκηση εκτρέφει την παρα-εξουσία και δημιουργεί τις προϋποθέσεις μιας παρα-θεσμικής λειτουργίας και, εν τέλει, του παρακράτους.
Πέρα από τις επισημάνσεις, όμως, εκείνο που παραμένει ζητούμενο είναι ποιο κομμα εξουσίας θα αναλάβει το ηράκλειο έργο της αποδόμησης των παράκεντρων εξουσίας και την αντικατάστασή τους όχι με γραφειοκρατίες αλλά με ορθολογικά λειτουργούσες υπηρεσίες: Από τις φυλακές μέχρι τα δημόσια έργα, από τις αδειοδοτήσεις μέχρι τις προαγωγές των δημοσίων υπαλλήλλων, σήμερα, το ελληνικό κράτος χρειάζεται απεγνωσμένα αυτή την εξυγιαντική παρέμβαση. Ειδάλλως, κι αυτά τα λίγα που κατακτήσαμε κατά την μεταπολιτευτική περίοδο, κινδυνεύουν να εξανεμιστούν.