Η χρεοκοπία της χώρας δεν ήταν τίποτα περισσότερο από την εκδήλωση των συμπτωμάτων μιας γενικευμένης πολιτικής, θεσμικής, ιδεολογικής, αξιακής, πολιτισμικής και μορφωτικής παρακμής. Και βέβαια, το πρόβλημα εξακολουθεί να παραμένει και μάλιστα να είναι υπερδιογκωμένο. Στα χρόνια της μεταπολιτεύσεως και με οδηγό το «σοσιαλιστικό όνειρο», οι Έλληνες πολίτες γαλουχήθηκαν από την αρχή της ήσσονος προσπάθειας και της αποκόμισης ενός δυσανάλογου υψηλότερου ωφελήματος με το ελάχιστο δυνατό τίμημα. Ενώ σε προσωπικό και κοινωνικό επίπεδο είμαστε οπαδοί του αυτονόητου που λέει ότι δεν μπορούμε να ξοδεύουμε περισσότερα από τις δυνατότητές μας, δυστυχώς σε συλλογικό επίπεδο εκπαιδευτήκαμε να έχουμε ως πρότυπο το κράτος-πατερούλη που γιατρεύει πάσα νόσο και… ανοησία! Όμως, το κράτος είμαστε εμείς οι πολίτες…
Μάθαμε να λειτουργούμε ωφελιμιστικά-παρασιτικά και ως καπιταλιστές με βάση τα δικαιώματά μας, αλλά ως προς τις υποχρεώσεις μας αποτελούσε μονόδρομο να είμαστε… κομμουνιστές! Έτσι, εκδηλώθηκε μέσα σε μια εποχή με πολλές ιδιαιτερότητες, μια καθολική χυδαιότητα που μετεβλήθη σε αδιαπραγμάτευτο θράσος. Η ασωτία στα οικονομικά συνοδεύτηκε από την αυθάδεια, την ανομία, την εκδήλωση φαινομένων αναρχίας. Έτσι, από την εποχή της εγκράτειας, του μέτρου, της δημιουργίας και της σύνεσης περάσαμε στην εποχή της ασύστολης σπατάλης, της αμετροέπειας, της ασυνέπειας, της αναξιοπιστίας και της… μαγκιάς!
Η πορεία της χώρας προς τη χρεοκοπία ήταν προδιαγεγραμμένη. Όχι όμως ως ένα σενάριο διεθνούς συνωμοσίας που θέλουν να πιστεύουν οι περισσότεροι… πανέξυπνοι Έλληνες. Η χρεοκοπία ήρθε ως αποτέλεσμα των αφορισμών στα καμπανάκια κινδύνου που έκρουαν κορυφαίοι πολιτικοί όπως ο Κων. Μητσοτάκης ή οι σοφοί της οικονομίας, όπως οι καθηγητές Οικονομικών Αγγελόπουλος, Ζολώτας, Πεπελάσης και άλλοι. Κατά τη δεκαετία του 1980 ήταν αδιανόητο να χαλάσει η ησυχία του κόσμου…
Το ΠΑΣΟΚ παρέλαβε το 1981 δημόσιο χρέος περίπου 33% του ΑΕΠ και το παρέδωσε στο 100%. Το πρόγραμμα λιτότητας στην οικονομία που είχε ακολουθήσει η κυβέρνηση Μητσοτάκη είχε ως αποτέλεσμα να εμφανιστεί το 1992 για πρώτη φορά πρωτογενές πλεόνασμα. Επιπλέον, οι παρεμβάσεις τσο ασφαλιστικό εκτιμάται ότι έδωσαν πνοή για τουλάχιστον 15 χρόνια. Ο Έλληνας όμως ήταν στον κόσμο του. Το ίδιο συμβαίνει όμως και το 2000, όταν ο Τάσος Γιαννίτσης προώθησε ένα σκληρό νομοσχέδιο για την εξυγίανση του ασφαλιστικού ώστε να αντιμετωπιστεί ο εφιάλτης του δημοσίου χρέους και το οποίο ήταν μάλλον απλό… χάδι, αν αναλογιστούμε τι έχει συμβεί σήμερα!
Η σύγχρονη ιστορία της χώρας μετά την πρώτη μεταπολίτευση δημιούργησε πολιτικούς που ήταν κατώτεροι των περιστάσεων. Δεν ήταν δηλαδή statesmen. Κοίταξαν περισσότερο την ύπαρξη του… μαγαζιού τους και την εξασφάλιση της έδρας στην επόμενη Βουλή, παρά τη διαμόρφωση συνθηκών ασφάλειας και ευημερίας για τις επόμενες γενεές. Η ιστορία βέβαια δεν γράφεται με τα «αν» και τα «ίσως». Γράφεται από αυτούς που τολμούν βραχυπρόθεσμα ρισκάροντας το πολιτικό τους «είναι» για να φανούν χρήσιμοι μεσομακροπρόθεσμα για το συλλογικό «εμείς». Μια χώρα με πολιτικά αφηγήματα που είναι κατώτερα των περιστάσεων δεν μπορεί να πάει μακριά και να είναι αυτόνομη. Το ίδιο συμβαίνει και για τους πολίτες. Οι πολίτες που πιστεύουν σε αυτούς τους πολιτικούς, πρέπει να γνωρίζουν ότι τους έρχεται ο λογαριασμός. Και δυστυχώς, είναι πολύ βαρύς και υπό συνθήκες διενθούς εξάρτησης…
Για να διαβάσετε περισσότερα άρθρα του Λουκά Γεωργιάδη πατήστε εδώ!