Αυτό συμβαίνει σήμερα, όχι επειδή δεν πετύχαμε τους στόχους που είχαμε θέσει για να ανταποκριθούμε στις μνημονιακές δεσμεύσεις. Αντιθέτως, ο μέγιστος αριθμός των συμφωνημένων μεταρρυθμίσεων έχει πραγματοποιηθεί και παρουσιάζουμε πλέον πρωτογενή πλεονάσματα. Ούτε συμβαίνει γιατί η οικονομία μας εξακολουθεί να παραμένει σε ύφεση και συρρίκνωση. Αντιθέτως, για πρώτη φορά μετά από έξι χρόνια καταγράφεται θετικό πρόσημο, βρισκόμαστε σε μια φάση αρχικής αλλά διακριτής ανόδου.
Τον εκτροχιασμό της οικονομίας, τούτη τη φορά, απειλεί να τον προκαλέσει αποκλειστικά η πολιτική ανευθυνότητα. Η εμμονή, δηλαδή, του ΣΥΡΙΖΑ να προκαλέσει εκλογές πάση θυσία, χρησιμοποιώντας γι’ αυτό την εκλογή του Προέδρου της Δημοκρατίας.
Δυστυχώς, όμως, όπως αποδείχθηκε κατά την πρώτη ψηφοφορία στο κοινοβούλιο, η τυχοδιωκτική τακτική της αξιωματικής αντιπολίτευσης βρίσκει πρόθυμους ακολούθους σε βουλευτές της αντιπολίτευσης, ανεξάρτητους ή ενταγμένους σε κομματικούς σχηματισμούς, από τους οποίους θα περιμέναμε μεγαλύτερη σοβαρότητα.
Οπωσδήποτε, η ευκαιρία για θετική λύση δεν έχει ακόμη χαθεί. Με την προϋπόθεση, βέβαια, ότι θα καθαρίσει η πολιτική ατμόσφαιρα από την «μόλυνση» που προκαλούν οι καταγγελίες για χρηματισμό και οι «επιθεωρησιακές» παραστάσεις που πλήττουν βάναυσα, για μια ακόμη φορά, την αξιοπιστία του πολιτικού συστήματος.
Πράγματι, οι επόμενες δύο ψηφοφορίες, στις 23 και στις 29 Δεκεμβρίου, δίνουν τη δυνατότητα, να ξεπεράσουμε τις σκοπέλους, και να εκλεγεί ο κ. Σταύρος Δήμας νέος Πρόεδρος της Δημοκρατίας. Άλλωστε, όπως όλοι ομολογούν, η υποψηφιότητα του εγνωσμένου κύρους πολιτικού, με την πλούσια ευρωπαϊκή πείρα, συνιστά παράγοντα εθνικής ενότητας και ευρείας συναίνεσης.
Τώρα, πια, το βάρος της επιλογής το φέρουν προσωπικά οι βουλευτές, πέρα από τις όποιες κομματικές ή ιδεολογικές γραμμές μας χωρίζουν. Τους κινδύνους που εγκυμονεί η παράταση της πολιτικής αβεβαιότητας τους αντιλαμβάνονται ακόμη και οι απλοί πολίτες. Οι εκπρόσωποι του λαού στο κοινοβούλιο οφείλουν να μην αναζητούν αλλού ενόχους, για να μην παραδεχθούν τη δική τους ευθύνη για την δεινή κατάσταση στην οποία έχουμε περιέλθει. Δικαιολογίες για αρνητική ψήφο, πλέον, δεν χωρούν και δεν πείθουν. Συνιστούν, απλώς, προφάσεις εν αμαρτίαις. Όσοι το κάνουν, απλώς συντάσσονται με τον ΣΥΡΙΖΑ και τους συμμάχους του, συμμετέχουν και οι ίδιοι σε μια διαδικασία που επιδεινώνει τη θέση της χώρας.
Αυτές τις κρίσιμες ώρες, όμως, θα πρέπει να δούμε επιτέλους με καθαρό βλέμμα την πραγματικότητα. Ο ΣΥΡΙΖΑ δημαγωγεί και καλλιεργεί ψευδείς προσδοκίες ότι θα «σκίσει» μνημόνια, θα «χορέψει» τις αγορές και άλλα φαιδρά. Υπόσχεται ότι θα γυρίσει πίσω τους δείκτες του ρολογιού και ότι θα ζήσουμε πάλι ημέρες ανεμελιάς, παροχολογίας και άκρατου λαϊκισμού.
Ας μην γελιόμαστε, όμως. Όλ’ αυτά που μας έφεραν στο χείλος της χρεωκοπίας δεν θα επιστρέψουν ξανά. Η κρίση, άλλωστε, δεν έχει κτυπήσει μόνο τη δική μας πόρτα. Τα πράγματα έχουν δυσκολέψει παντού, ακόμη και σε χώρες πολύ μεγαλύτερες και με πολύ ισχυρότερη οικονομία από τη δική μας. Όποιος επιχειρήσει μια δοκινχωτική επάνοδο στη μεταπολίτευση το μόνο που θα καταφέρει θα είναι να τινάξει στον αέρα την οικονομία και τη χώρα. Η έξοδος από την ευρωζώνη, η «βαλκανιοποίηση» της Ελλάδας δεν είναι φανταστικό σενάριο, είναι ένας υπαρκτός κίνδυνος.
Εν πάση περιπτώσει, εφόσον, παρ’ όλα αυτά η ελληνική βουλή δεν εκλέξει Πρόεδρο ούτε κατά την τρίτη ψηφοφορία, ένας δρόμος υπάρχει, ο δρόμος της «καθαρής λύσης». Και τέτοια λύση δίνει μόνον η ετυμηγορία του ελληνικού λαού. Και τότε, ας αναλογιστεί ο καθένας την ευθύνη των πράξεών του και τις συνέπειες των επιλογών του.
Δημοσιεύθηκε και στην «ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ» την Κυριακή 21 Δεκεμβρίου 2014