γράφει ο Τάσος Σταυρίδης.
Έχουν εκφραστεί πολλές και αντικρουόμενες απόψεις σχετικά με την εφαρμογή της απλής αναλογικής στις επερχόμενες εκλογές.
Έχουν γραφτεί ύμνοι υπέρ της απλής αναλογικής που θα αποτελέσει θεμέλιο λίθο της δημοκρατίας, της δίκαιης εκπροσώπησης του εκλογικού σώματος και των συνδυασμών στα Δ.Σ. αλλά και της συνταγματικής επιταγής της ισότητας της ψήφου. Λέγεται ότι θα οδηγήσει στην επίτευξη συναίνεσης, σύγκλισης και συνεργασίας ανάμεσα στις παρατάξεις , ενώ παράλληλα θα κινητοποιήσει πολίτες και υγιείς δυνάμεις.
Όλα τα παραπάνω είναι απολύτως σωστά με μια ειδοποιό διαφορά. Κάθε αλλαγή θα πρέπει να προσδιορίζεται και να προσομοιώνεται τόσο σε θεωρητικό όσο και σε πρακτικό επίπεδο. Και αυτό γιατί σε πρακτικό επίπεδο οι αλλαγές αυτές θα δημιουργήσουν στρέβλωση του στόχου αλλά και περισσότερα προβλήματα από όσα θα επιλύσουν. «Ώδινεν όρος και έτεκε μυν» δηλαδή.
Ας αναλύσουμε επιγραμματικά ορισμένα από τα προβλήματα.
Θα παρουσιαστεί το φαινόμενο των αθέμιτων συναλλαγών και των πολλών υποψηφιοτήτων. Οι πολλές υποψηφιότητες δεν είναι κάτι κακό αλλά θα πρέπει να προσδιοριστεί ακριβέστερα ποιοι θα είναι οι υποψήφιοι. Ίσως να είναι κάποιοι που έχουν μηδενικό αυτοδιοικητικό υπόβαθρο αλλά θα ελπίζουν να συμπράξουν με τον εκλεγμένο Δήμαρχο, προσδοκώντας στον μελλοντικό πολιτικό εκβιασμό του.
Οι Δήμοι θα οδηγηθούν νομοτελειακά, σε αποσταθεροποίηση. Αν προσομοιώσουμε στην απλή αναλογική, τα αποτελέσματα των αυτοδιοικητικών εκλογών του 2014 θα διαπιστώσουμε ότι 9 από τους 10 μεγαλύτερους δήμους της χώρας δεν θα είχαν πλειοψηφία και οι δήμαρχοι δεν θα μπορούσαν να συγκροτήσουν πλειοψηφία στο δημοτικό συμβούλιο και άρα να λάβουν αποφάσεις βάσει των προεκλογικών τους δεσμεύσεων, για τις οποίες και ψηφίστηκαν από τους πολίτες.
Το μεγαλύτερο πρόβλημα που καταλύει και ακυρώνει όλους τους θετικούς λόγους θεσμοθέτησης της απλής αναλογικής δίνεται με το παρακάτω παράδειγμα. Ας υποθέσουμε ότι τη 2η Κυριακή εκλέγεται Δήμαρχος αυτός του οποίου η παράταξη ήρθε 2η την 1η Κυριακή. Έτσι, θα έχει μεν τον τίτλο του δημάρχου, αλλά στο Δ.Σ. η παράταξή του θα είναι μειοψηφία και συνεπώς η δυνατότητα λήψης αποφάσεων για δράσεις και έργα στην πόλη δεν θα είναι δεδομένη και θα επαφίεται στη συνείδηση της πλειοψηφίας που στην ουσία θα είναι μειοψηφία και το αντίθετο.
Εν κατακλείδι οδηγούμαστε στο συμπέρασμα ότι το να αναζητάς τα προβλήματα, να τα βρίσκεις -υπάρχουν δεν υπάρχουν – να τους δίνεις μια λάθος διάγνωση και να εφαρμόζεις μετά μια λαθεμένη θεραπεία γι’ αυτά, αποτελεί το συντομότερο δρόμο ώστε να καταλήξουμε σε διαφορετικό από το επιθυμητό αποτέλεσμα.
Τάσος Σταυρίδης
Πολιτικός Μηχανικός
Υποψήφιος Δ.Σ. Ραφήνας – Πικερμίου
Σύγχρονη Πολιτεία