γράφει ο Δημήτρης Κοντογιάννης.
Αν τελειώνοντας αυτό το άρθρο δεν έχεις νεύρα, τότε μάλλον αναγνώστη θα έχω αποτύχει.
Ας ξεκινήσουμε αναγνώστη ξεκαθαρίζοντας ότι δεν ενδιαφέρομαι για την άποψή σου σχετικά με την Παπαχρήστου. Θες να την στηρίζεις; Πρόβλημά σου. Δεν θες; Και πάλι πρόβλημά σου. Αυτό το άρθρο δεν γράφεται για να σου αλλάξει την άποψή σου για μια αθλήτρια, αλλά για να αλλάξει την συμπεριφορά σου και αυτό γιατί θυμίζει πάρα πολύ εκείνη την συμπεριφορά για την οποία κατηγορούσαμε την Παπαχρήστου: αυτή του φασίστα.
Θα κάνουμε δύο υποθέσεις. Η μία είναι ότι η Βούλα Παπαχρήστου είναι μία νεοναζί χρυσαυγίτισσα. Η άλλη είναι ότι η Βούλα Παπαχρήστου έκανε κάποια λάθη για τα οποία ειλικρινά μετάνιωσε και πραγματικά θέλει να είναι ένα ανοιχτόμυαλο χρήσιμο μέλος της κοινωνίας μας. Ας ξεκινήσουμε με την δεύτερη.
Έστω λοιπόν ότι η Βούλα Παπαχρήστου έχει όντως μετανιώσει για τις όποιες σχέσεις υπήρξαν με την Χρυσή Αυγή και τον Ηλία Κασιδιάρη και για ό,τι ρατσιστικό και φασιστικό προέκυπτε από τις απόψεις και την συμπεριφορά της.
Γιατί δεν μπορούμε να την αποδεχτούμε ως ισότιμο μέλος της κοινωνίας μας; Δεν λέω ότι είναι ωραίο και σαφώς δεν μπορεί κανένας να με υποχρεώσει να υποστηρίζω κάποιον σε διεθνείς αγώνες απλά και μόνο επειδή κουνάει την ελληνική σημαία. Αλλά αν «έμαθε το μάθημά της», γιατί πρέπει σαδιστικά να συνεχίζουμε το μίσος και το μπούλινγκ εναντίον της; Εμείς που είμαστε οι πολιτισμένοι δημοκράτες, οι οπαδοί της ισότητας, της αλληλεγγύης και των δεύτερων ευκαιριών, γιατί μιλάμε όπως ο Κασιδιάρης με επιχειρήματα όπως ο Λαγός και βρίσκουμε κάλπικες δικαιολογίες για τις πράξεις μας όπως ο Μιχαλολιάκος;
Δηλαδή, αυτή τη συμπεριφορά που έχουμε απέναντι στην Παπαχρήστου θα την έχουμε και σε όποιον άλλο ξεγελαστεί από την Χρυσή Αυγή; Έτσι θα μιλάμε και στη γιαγιάκα που πείστηκε από τους χρυσαυγίτες επειδή της έταξαν ότι θα την προστατεύουν από τους ληστές; Έτσι θα μιλάμε στους εφήβους που ξεγελάστηκαν όπως εκατομμύρια άλλα παιδιά πιστεύοντας ότι λόγω της καταγωγής τους είναι κάτι ανώτερο από όλους τους υπόλοιπους; Έτσι θα μιλάμε σε αυτούς που προσπαθώντας να κατανοήσουν το πώς έχασαν μέσα σε λίγα χρόνια όλη την ποιότητα ζωής τους καταλήγουν να πιστεύουν σε θεωρίες συνωμοσίας για προαιώνιους εχθρούς που θέλουν να κάνουν κακό στην εκλεκτή μας χώρα;
Αυτοί δεν είναι οι θύτες. Αυτοί είναι τα θύματα.
Όταν βλέπετε ένα “πρεζάκι” τι σκέφτεστε; «Να ένα κατακάθι της κοινωνίας»; Όχι. Θύμα είναι. Κάποιοι διάλεξαν να του πουλήσουν έναν ψεύτικο μαγικό, ξέγνοιαστο και εθιστικό κόσμο για να πλουτίσουν σε βάρος του.
Έτσι ακριβώς είναι και εδώ. Κάποιοι πουλάνε έναν κόσμο που φταίνε μόνο οι άλλοι, οι κακοί Εβραίοι, οι κακοί πρόσφυγες, οι κακοί μετανάστες, οι κακοί αριστεροί, οι κακοί ψευτοπατριώτες δεξιοί, οι κακοί διεθνιστές, οι κακοί καπιταλιστές, οι κακοί οπαδοί της νέας τάξης και της παγκοσμιοποίησης. Το να αποδεχτείς την πραγματικότητα είναι κάτι πάρα πολύ δύσκολο. Πολύ πιο εύκολο είναι να εφεύρεις εχθρούς που θέλουν το κακό σου επειδή είσαι ο καλύτερος στον κόσμο, και σε αυτούς τους εχθρούς να φορτώσεις τα πάντα. Είναι τόσο εύκολο, που γίνεται εθιστικό. Είναι τόσο εθιστικό που εύκολα επιτήδειοι μπορούν να το εμπορευτούν -και το εμπορεύονται- σε εκατομμύρια άτομα παγκοσμίως. Αυτοί όλοι είναι θύματα του ίδιου «ναρκωτικού».
Θύματα. Και μη μου πείτε «μα ήταν επιλογή τους». Και το να ξεκινήσει κάποιος τα ναρκωτικά είναι επιλογή του, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι δεν είναι θύμα.
Θύματα. Και εμείς ως συμπολίτες σε αυτά τα θύματα πώς συμπεριφερόμαστε; Μήπως τους δείχνουμε τις αγκαλιές μας και τους υποσχόμαστε ότι αν θελήσουν να γίνουν καλά θα είμαστε δίπλα τους να τους βοηθήσουμε; Όχι. Αυτό που κάνουμε είναι ουσιαστικά να τους λέμε «ο έμπορός σου είχε δίκιο, όλοι είμαστε εναντίον σου και η μόνη σου σωτηρία είναι την επόμενη φορά να ακούς καλύτερα το βαποράκι σου».
Θύματα. Και εμείς ως κράτος πώς τα βοηθάμε; Υπάρχει κάποιο οργανωμένο κέντρο απεξάρτησης από τον φασισμό, ή μας αρκεί το κράξιμο στο twitter; Τα κακόμοιρα τα παιδάκια που πηγαίνουν στα μαθήματα της Χρυσής Αυγής και μαθαίνουν τη διαστρεβλωμένη εκδοχή της ιστορίας μας, αυτή που έχει μόνο ένδοξες στιγμές και προδοσίες και ποτέ αποτυχίες ή μαύρες σελίδες, πώς θα τα βοηθήσουμε ως κράτος αν αποφασίσουν να ζητήσουν τη βοήθειά μας;
Μη ξεχνάτε ποτέ το εξής: όσο και αν θεωρείτε αυτονόητο ότι ο φασισμός είναι κάτι το κακό, για πολλούς ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ. Αν έχετε συζητήσει έστω και μία φορά με χρυσαυγίτη θα διαπιστώσετε ότι τα αυτονόητα επιχειρήματά σας για εκείνον όχι μόνο δεν είναι καθόλου αυτονόητα, αλλά έχει έτοιμα αντεπιχειρήματα που μπορεί να σας πιάσουν και απροετοίμαστο. Πολλές φορές δε, μπορεί να παραθέσει ακόμα και ιστορικές πηγές για να υποστηρίξει τις θέσεις του. Το πόσο έγκυρες είναι αυτές οι πηγές… δεν μπορείτε να το γνωρίζετε γιατί δεν έχετε τις απαραίτητες γνώσεις για να αντιπαρατεθείτε μαζί τους. Όσο περίεργο και αν ακούγεται, εσείς έχετε κάνει αυτή την “αυτονόητη” συζήτηση πέντε-έξι, άντε μερικές δεκάδες φορές στη ζωή σας. Εκείνοι όμως την έχουν κάνει χιλιάδες και τους έχουν προμηθεύσει για βοήθεια εκατοντάδες φυλλάδια, βιβλία, βίντεο και ό,τι άλλο μπορείτε να φανταστείτε. Πώς μπορούμε λοιπόν ανοργάνωτοι να δείξουμε σε αυτά τα θύματα ότι οι γνώσεις τους είναι προπαγάνδα και όχι πραγματικά γεγονότα;
Πρέπει να οργανωθούμε. Και πρέπει να αντιμετωπίσουμε τα θύματα της φασιστικής προπαγάνδας ως αυτό που πραγματικά είναι: ως θύματα. Μπορεί να χρειάζεται ενημέρωση από τα ΜΜΕ όπως κάναμε παλιά για διάφορες εξαρτησιογόνες ουσίες, ή να χρειάζεται να φτιαχτούν κέντρα ενημέρωσης, κέντρα απεξάρτησης, ομάδες συμπαράστασης κλπ.
Αλλά, αν είσαι πολιτικός, το να πεις δυνατά ότι όλοι αυτοί οι εκατοντάδες χιλιάδες ψηφοφόροι της Χρυσής Αυγής και των λοιπών παρόμοιων φασιστικής αντίληψης κομμάτων είναι θύματα θα σου κοστίσει σε ψηφοφόρους. Και το να δημιουργήσεις εκστρατείες ενημέρωσης και εξειδικευμένα κέντρα έχει ακόμα μεγαλύτερο πολιτικό κόστος. Χώρια ότι θα χάλαγε τη βοήθεια που δίνει στα κόμματα η ύπαρξη της Χρυσής Αυγής ως ένας μπαμπούλας που δείχνει τι μπορεί να γίνει αν δεν τα ψηφίσουμε. Χώρια και τη ζημιά που θα έκανε στους επιχειρηματίες που μπορεί ως κόμμα να έχει από πίσω της. Μεγάλα προβλήματα για μικρούς πολιτικούς.
Αλλά αυτό είναι το ένα ενδεχόμενο. Πάμε να δούμε και το δεύτερο. Έστω λοιπόν ότι η Βούλα Παπαχρήστου έχει στο δωμάτιό της αφίσσες με τον Χίτλερ, ότι έχει τατουάζ «Sieg Heil» και καναδυό αγκυλωτούς σταυρούς και ότι προλογίζει τον Μιχαλολιάκο πριν από τις επίσημες ομιλίες του.
Τι πρέπει να κάνουμε μαζί της;
Να την αποκλείσουμε από όλους τους διεθνείς αγώνες; Να της απαγορεύσουμε να συμμετέχει με τα χρώματα της εθνικής Ελλάδος; Γιατί; Δεν είναι και αυτή «κατόρθωμα» του κράτους μας και της παιδείας που δίνουμε στους νέους μας;
Φοβερός ο Πετρούνιας. Φανταστική η Στεφανίδη. Αλλά Ελλάδα δεν είναι μόνο οι καλές στιγμές μας. Είναι και οι κακές, αυτές που προτιμάμε να θάψουμε κάτω από το χαλάκι και να προσποιηθούμε ότι δεν υπάρχουν.
Ξέρετε ποιοι έχουν αυτό ακριβώς το χαρακτηριστικό; Οι φασίστες. Για τον μέσο φασίστα η Ελληνική ιστορία έχει μόνο ένδοξες στιγμές και προδοσίες. Ό,τι κακό έχει γίνει το έχουν φέρει οι προδότες και οι εχθροί μας, ποτέ εμείς οι Έλληνες και ποτέ δεν κάναμε κακό σε άλλο άνθρωπο, ίσως ούτε και σε μυρμίγκι. Όλες οι ενέργειές μας ήταν δικαιολογημένες γιατί βρισκόμασταν σε άμυνα και, αν ποτέ έγινε κάτι κακό, ήταν από προδότες της Ελλάδας.
Παρεμπιπτόντως, έχετε ακούσει ποτέ φασίστα να σας λέει πόσο απάνθρωποι και βάρβαροι ήταν οι Έλληνες με αρχηγό τον Μέγα Αλέξανδρο όταν εκτέλεσαν όλους τους Θηβαίους και πούλησαν τις Θηβαίες για πόρνες και τα παιδάκια για δούλους; Όχι; Γιατί άραγε; Τουλάχιστον, θα περίμενε κάποιος από έναν καλά ενημερωμένο σε θέματα ιστορίας να μιλάει για το πώς ο Ανδρέας Μιαούλης ήταν από αυτούς που εναντιώθηκαν στην επανάσταση του 1821 και για το πώς σχεδόν πανηγύριζε μετά τη δολοφονία του Καποδίστρια. Ούτε; Μήπως τουλάχιστον για την απίστευτη διαφθορά και τον νεποτισμό κατά τη διάρκεια της Χούντας; Μπα… Πέφτω από τα σύννεφα!
Μιλάμε για φασίστες, θυμάστε όμως στο σχολείο να μάθαμε τίποτα από όλα αυτά; Όχι βέβαια! Ο Μέγας Αλέξανδρος ήταν φιλειρηνιστής και ιδιοφυΐα στην διακυβέρνηση, άσχετα με το αν αντέγραψε ακριβώς το σύστημα διοίκησης της Περσίας, οι Αυτοκράτορες του Βυζαντίου δεν είχαν μεσαιωνικά βασανιστήρια παρόλο που ζούσαν στον μεσαίωνα και είχαν βασανιστήρια, οι επαναστάτες του 1821 δεν κοίταξαν ποτέ την τσέπη τους και τον εαυτό τους, οι ξένες δυνάμεις δεν μας βοήθησαν ποτέ ούτε καν στο Ναβαρίνο, δεν σφάξαμε κανέναν το 1922, δεν έγινε ποτέ ο εμφύλιος, επτά χρόνια είχαμε Χούντα και έγιναν κάποια πράγματα αλλά δεν ξέρουμε ποια ακριβώς και μετά είχαμε μεταπολίτευση όπου τα προβλήματα του 1974 σε καμία περίπτωση δεν είναι ίδια με αυτά του 2018. Αφού ούτε εμείς γνωρίζουμε ιστορία, πώς να μη βρει πρόσφορο έδαφος και υποψήφια θύματα ο φασίστας για να διαδώσει τη δική του κάλπικη ιστορία;
Θα μου πείτε, και τι σημαίνει όλο αυτό; Ναι, ένας λαός έχει τις καλές του στιγμές, έχει και τις κακές του και αντίστοιχα έχει τους ανθρώπους που σε εκπροσωπούν και λάμπεις ολόκληρος όταν τους βλέπεις και έχει και εκείνους που θα προτιμούσες να κάνεις ότι δεν υπάρχουν. Θα πρέπει όμως με το στανιό να πανηγυρίζουμε για την Παπαχρήστου;
Όχι βέβαια. Μπορείτε να έχετε για αυτήν όποια άποψη θέλετε και φυσικά να την λέτε στα μέσα κοινωνικής δικτύωσής σας. Κυριολεκτικά ξεκίνησα αυτό το άρθρο λέγοντας ότι δεν με ενδιαφέρει η άποψή σας αλλά η συμπεριφορά σας. Και το να προσποιούμαστε ότι η Παπαχρήστου δεν είναι μία από εμάς είναι μία άκρως φασιστική συμπεριφορά.
Ο Πετρούνιας είναι Έλληνας, και η Στεφανίδη είναι Ελληνίδα, και ο Αντετοκούμπο είναι Έλληνας, και ο Χαγκαμπιμάνα είναι Έλληνας, και ο Δασκαλάκης είναι Έλληνας, αλλά και η Παπαχρήστου είναι Ελληνίδα, όπως και ο Κασιδιάρης, ο Μιχαλολιάκος, ο Βενιζέλος, ο Σαμαράς, ο Τσίπρας, ο Μητσοτάκης και η κυρα Τούλα με το μανάβικο στη γωνία. Το να προσποιούμαστε ότι κάποιοι από αυτούς είναι πιο Έλληνες από τους υπόλοιπους είναι μία τακτική του Μιχαλολιάκου και του Κασιδιάρη και αυτό λέει πολλά για τη συμπεριφορά μας και για το πώς θέλουμε να βλέπουμε τον εαυτό μας.
Για να είμαι δίκαιος, αν η Παπαχρήστου δεν άκουγε όλο αυτό το κράξιμο για τον Κασιδιάρη ίσως να μη καταλάβαινε ότι κάτι πάει στραβά. Όπως αντίστοιχα και ο Κατίδης –ο παίχτης της ΑΕΚ που χαιρέτισε ναζιστικά το 2013- από την αντίδραση του κόσμου κατάλαβε ότι κάτι έκανε λάθος. Αν όμως είχαμε αντιδράσει οργανωμένα και όχι με ωμό κράξιμο, ίσως η Παπαχρήστου να μη κατέληγε ποτέ να βρει βοήθεια στην Χρυσή Αυγή. Αν υπήρχε ένας τρόπος οργανωμένα να δώσουμε βοήθεια στον Κατίδη ίσως να γινόταν σύμβολο όσων εξαπατήθηκαν από τον φασισμό και βοηθήθηκαν να τον ξεπεράσουν, δίνοντας το παράδειγμα σε τόσους πολλούς νέους που η Χρυσή Αυγή βρίσκει πρόσφορο έδαφος.
Και τελικά τι να κάνουμε αυτούς που ψήφισαν Χρυσή Αυγή; Να τους απομονώσουμε; Να τους διώξουμε από τις πόλεις και τα χωριά μας να ζήσουν κάπου μόνοι τους; Μήπως να τους απαλλάξουμε από τη μιζέρια τους και να τους εκτελέσουμε με συνοπτικές διαδικασίες; Να τους πετάξουμε σε καμιά πηγάδα ή να τους βάλουμε σε κανέναν θάλαμο αερίων; Ή μήπως να αντιμετωπίσουμε οργανωμένα ως πολιτεία το φαινόμενο παρέχοντας τη βοήθεια που χρειάζονται για να ξεφύγουν από τον έλεγχο της φασιστικής προπαγάνδας;
Ίσως, τελικά, αν αντιδρούσαμε με αγάπη και όχι με μίσος προς τους συμπολίτες μας που μας έχουν ανάγκη τότε πραγματικά να χτυπάγαμε τον φασισμό στο αδύνατο σημείο του. Και όμως, μετά από όλο αυτό το άρθρο, σε φαντάζομαι αναγνώστη να λες «έλα μωρέ που μας έχουνε και ανάγκη». Σε φαντάζομαι να αδιαφορείς για όλο αυτό που διάβασες και σε δύο χρόνια στους Ολυμπιακούς να έχουμε την ίδια κουβέντα. Σε φαντάζομαι να κράζεις ανελέητα με μίσος και να αισθάνεσαι τόσο ανώτερος από όλους αυτούς τους φασίστες, γιατί εσύ δεν ξεγελάστηκες από τον φασισμό, γιατί εσύ είσαι πιο έξυπνος από εκείνους, γιατί εσύ είσαι εκ φύσεως ανώτερος και εκείνοι εκ φύσεως κατώτεροι και τους αξίζει κάθε πιθανή τιμωρία. Όπως θα έλεγε ένας πραγματικός φασίστας.
Υ.Γ. Πριν δυο χρόνια στους Ολυμπιακούς, πάλι είχα γράψει ένα άρθρο για την Παπαχρήστου, με μία διαφορετική πλευρά της όλης υπόθεσης. Τότε είχε βγει όγδοη και το όλο θέμα δεν πήρε μεγάλη έκταση. Θυμάμαι όμως που είχε γυρίσει κάποιος και μου είχε πει κάτι του στυλ «άσε μωρέ ήσυχη την κοπέλα, έχει πλέον οικογένεια, έχει κάνει παιδιά, έχει αλλάξει και έχει προχωρήσει». Αυτά δύο χρόνια πριν.
Υ.Γ.2. Παρόλα αυτά, και με αφορμή το άρθρο από δυο χρόνια πριν, ακόμα και σήμερα αν η Εθνική έπαιζε τελικό στο Μουντιάλ, στο 90’ κέρδιζε πέναλτι με το σκορ στο 0-0 και έπρεπε να το εκτελέσει ο Κασιδιάρης, πάλι θα ευχόμουν να το στείλει στα πουλιά και δεν θα αμφέβαλα καθόλου. Γιατί ο Κασιδιάρης δεν είναι θύμα. Είναι αυτός που πουλάει το «ναρκωτικό» του φασισμού και βγάζει από αυτό κέρδος. Είναι ο θύτης.
Υ.Γ.3 Ευτυχώς δεν ήξερα το 2004 τι σόι άτομο είναι ο Τσιάρτας και δεν έπρεπε να μπω σε πολύπλοκες σκέψεις.