γράφει ο Νίκος Γκίκας.
Οι συγκρίσεις στη Δημοκρατία είναι μοιραίες. Κάθε μέρα που περνάει όλο και περισσότερο διαπιστώνουμε πόσο χαμηλά είχαμε πέσει. Ενώ στην Ευρώπη η αριστερά του λαϊκισμού και του ολοκληρωτισμού είχε ξεφτίσει μερικές δεκαετίες νωρίτερα, εμείς κρατούσαμε τον τελευταίο κλήρο του τοξικού πλεονεκτήματος.
Στο παρελθόν ουδέποτε οικειοποιήθηκαν τα κατώτερα ένστικτα του λαού, του φόβου, της οργής και της απελπισίας, προκειμένου για την εξουσία. Ουδέποτε επιδιώχθηκε να αναδειχθεί μια τριτοκοσμική ιδεολογία ολοκληρωτισμού ως πρότυπο έναντι των δημοκρατικών θεσμών. Ουδέποτε αντιμετωπίστηκε η αστική μεσαία τάξη με μαρξιστικά συμπλέγματα μίσους και κατωτερότητας, η επιχειρηματικότητα με φθόνο, ούτε αντίστοιχα καλλιεργήθηκε για την Ευρώπη η λογική του δυνάστη.
Τα όσα διαδραματίζονται τις τελευταίες ημέρες επισκιάζουν κάθε προσπάθεια διεύρυνσης ή μετεξέλιξης του ΣΥΡΙΖΑ και αποδεικνύουν περίτρανα τις επιλογές καθυπόταξης των θεσμών. Οι αφελείς ομολογίες είναι κυνικές. Παρά τη λυσσαλέα προσπάθεια απεγκλωβισμού, είναι προφανές πως τα αποστήματα της διαπλοκής και μισαλλοδοξίας, ως βαρίδια πλέον ιδιοτέλειας, μένει να εκπαραθυρωθούνε από την πολιτική ζωή του τόπου.
Η επιλογή συγχρωτισμού σε τέτοιο περιβάλλον, πέρα από εγωιστικές σκοπιμότητες, αποδομεί κάθε έννοια κύρους, αξιοπιστίας και αξιοπρέπειας. Τα λόγια του Ν. Κωνσταντόπουλου περί “δρακογενιάς των παραγόντων», για «ηθική εξαχρείωση» και για «καραγκιοζιλίκια” αρκούν.
Σήμερα, στον ευρύτερο σοσιαλιστικό χώρο υπάρχει κενό πολιτικής εκπροσώπησης το οποίο απεχθάνεται τον ΣΥΡΙΖΑ. Παράλληλα μια αξιόπιστη αντιπολίτευση ως συστατικό στοιχείο της δημοκρατικής διακυβέρνησης είναι αναγκαία. Μια αντιπολίτευση με φιλοευρωπαϊκές, σύγχρονες αντιλήψεις, χωρίς ταμπέλες και εσωκομματικές υποχρεώσεις, ώστε να καλλιεργηθούν σχέσεις εμπιστοσύνης και να δημιουργηθεί ένα ευρύτερο μέτωπο στην κοινωνία.
Η εποχή των συνθημάτων και των μπαλκονιών τελείωσε. Το όνομα από μόνο του δεν αρκεί, ενώ μια ομάδα κάνει τη διαφορά. Στο παρελθόν οι δυνάμεις αυτές, παρά τις στρεβλώσεις και τα σημαντικά λάθη χάριν της “καμένης γης”, του πελατειασμού της “Αλλαγής” και του φανατισμού, πέτυχαν να ανεβάσουν το βιοτικό επίπεδο του μέσου πολίτη, την ίδια τη χώρα κάνοντάς την κοινωνό του ευρώ αλλά και να οδηγήσουν την Κύπρο στην ΕΕ.
Σήμερα το ΚΙΝΑΛ, αναβαπτισμένο πολιτικά, με αργά αλλά σταθερά βήματα ρεαλισμού διαφοροποιείται, διεκδικώντας μέρος του κέντρου και επάξια το ρόλο της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Απαλλαγμένο από τα βαρίδια του παρελθόντος που τόσο ταλάνισαν τη χώρα, οφείλει ένα βήμα εμπρός. Ανοικτές πόρτες για επαναπατρισμό όλων χωρίς όρους και παράλληλα έκτακτο συνέδριο για εκλογή νέας ηγεσίας. Η χώρα περισσότερο παρά ποτέ το έχει ανάγκη.