Η άποψη που επικρατεί σαν δικαιολογία για τη ψήφο προς τα μικρά κόμματα, ότι δηλαδή είναι η εξειδικευμένη έκφραση μιας γενικώτερης ιδεολογίας (δεξιάς ή αριστεράς) ή η ψήφος διαμαρτυρίας, είναι λανθασμένη και αποτελεί σπατάλη καλής θέλησης (good will), που δεν αποφέρει κανένα θετικό και πρακτικό αποτέλεσμα για το κοινωνικό σύνολο. Ψηφίζοντας μικρά κόμματα κατεχόμενοι από οργή, από απογοήτευση ή φορτισμένοι με την επιθυμία να τιμωρήσουμε, ξεχνάμε κάτι πολύ βασικό. Ξεχνάμε ότι ένα κόμμα δημιουργείται και υπάρχει με σκοπό και προοπτική μια μέρα να γίνει κυβέρνηση για να εφαρμόσει το πρόγραμμα που εκπορεύεται από την ιδεολογία του. Και συμφωνούμε με τον αγαπητό κ. Βασίλη Γεωργόπουλο, που στην εισαγωγή του βιβλίου του Η ΧΡΗΜΑΤΟΔΟΤΗΣΗ ΤΩΝ ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΚΟΜΜΑΤΩΝ ΩΣ ΠΡΟΒΛΗΜΑ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΊΑΣ, μας λέει ότι: Διά των κομμάτων η λαϊκή κυριαρχία, η θέληση του λαού μετασχηματίζεται σε κρατική βούληση. Επομένως, η αντίληψη που επικρατεί ότι η βουλή πρέπει να αντικατοπτρίζει αναλογικά τις λεπτομερείς ιδεολογικές τοποθετήσεις του εκλογικού Σώματος δεν ευσταθεί διότι οι εκλογές δεν είναι, κατά κάποιο τρόπο, στατιστικό εργαλείο για να μάθουμε τα επίσημα ποσοστά συμμετοχής του(εκλογικού Σώματος) στη βουλή, για να μάθουμε δηλαδή, από πόσους δεξιούς, πόσους αριστερούς, πόσους κεντροδεξιούς ή κεντροαριστερούς αποτελείται το εκλογικό Σώμα. Η κατ’ αναλογίαν ιδεολογική εκπροσώπευση του εκλογικού Σώματος μέσα στη Βουλή, που επιτυγχάνεται με τα αναλογικά εκλογικά συστήματα, μπορεί μεν να ακούγεται και να φαίνεται ρομαντικά ιδανική, είναι όμως , όχι μόνο αμφιβόλου χρησιμότητας, αλλά έχει αποδειχτεί πως μπορεί να είναι πολύ σοβαρό εμπόδιο στη διακυβέρνηση ενός τόπου. Η πρόσφατη ιστορία μας βρίθει από περιόδους ακυβερνησίας λόγω του πολυκομματισμού. Για τις λεπτομερείς ιδεολογικές τοποθετήσεις του εκλογικού Σώματος, νομίζω πως θα πρέπει να αρκεστούμε με τις πληροφορίες που μας παρέχουν οι εταιρείες δημοσκοπήσεων, οι οποίες κάνουν πολύ καλή δουλειά σχετικά.
Σύμφωνα με το Σύνταγμά μας, η εκλογική διαδικασία διενεργείται και χρησιμοποιείται σαν εργαλείο για να προκύψει η Νομοθετική και μέσα από αυτή η Εκτελεστική Εξουσία. Δηλαδή, οι εκλογές γίνονται για να προκύψει κυβέρνηση. Για να προκύψει όμως μια σταθερή και, επομένως, ισχυρή κυβέρνηση, πρέπει αυτή να στηριχτεί στην αυτοδυναμία ενός κόμματος εξουσίας που θα έχει τη πλειοψηφία των βουλευτικών εδρών στη Βουλή για να της δώσει τη δυνατότητα να νομοθετήσει σύμφωνα με το πρόγραμμά της, χωρίς τους εσωκομματικούς και εσωκοινοβουλευτικούς εκβιασμούς και απρόσκοπτα να δώσει λύσεις στα προβλήματα που απασχολούν τη κοινωνία. Αναγνώριση αυτής της ανάγκης για κυβερνητική αυτοδυναμία, αποδεικνύεται από το γεγονός ότι έρχονται στη Βουλή και ψηφίζονται εκλογικοί νόμοι ενισχυμένης αναλογικής, με τους οποίους θεσπίζεται σαν δώρο στο πλειοψηφόν κόμμα ένα σεβαστός αριθμός βουλευτικών εδρών (ήταν 40 τώρα το έκαναν 50) για να προέλθει αυτοδυναμία και εξ αυτής η δυνατότητα να σχηματιστεί αυτοδύναμη κυβέρνηση. Θεωρούμε τόσο σημαντικό να έχουμε μια σταθερή και αποτελεσματική κυβέρνηση, ώστε χωρίς ενδοιασμούς να προσφεύγουμε στη νόθευση της δημοκρατίας για να το πετύχουμε.
Ένα από τα μικρά κόμματα, το Κομμουνιστικό Κόμμα Ελλάδας(Κ.Κ.Ε.), σύμφωνα με την ομολογία του εκπροσώπου του κ. Μ. Μαίλη, δεν έπρεπε καν να είναι στη Βουλή. (αντιγράφω)“το κομμουνιστικό κόμμα είναι ταξικό κόμμα και όχι αστικό, επομένως δεν πιστεύουμε στο διάλογο αλλά στη ταξική πάλη”, Αυτά μας είπε ο κ. Εκπρόσωπος, προσπαθώντας να δικαιολογήσει τη παρεμπόδιση από τους εργατοπατέρες του των εκπροσώπων των κοινωνικών φορέων να μπουν στο Υπουργείο Εργασίας για να πάρουν μέρος στη συζήτηση για την αναμόρφωση του ασφαλιστικού. Μα, αφού δεν πιστεύουν στο διάλογο, τότε τι θέλουν μέσα στη Βουλή που είναι ο κατεξοχήν τόπος διαλόγου; Σύμφωνα με τη θεωρία αυτού του κόμματος, ο μεγάλος εχθρός του κομμουνισμού, δεν είναι το κεφάλαιο, όπως διατείνονται, αλλά η αστική τάξη, ο δάσκαλος, γιατρός, ο νοικοκύρης, ο κτηματίας, ο ελεύθερος επαγγελματίας, ο μαγαζάτορας, ιδανική έκφραση πολιτεύματος της οποίας(αστικής τάξης) είναι ο κοινοβουλευτισμός. Επομένως η παρουσία τους στο κοινοβούλιο αποτελεί οξύμωρον και το άκρον άωτον υποκρισίας, εφόσον η ιδεολογική τους γραμμή έχει σαν σκοπό την απαξίωση και, ει δυνατόν, τη κατάργηση του κοινοβουλευτισμού. Με το να το παίζει αστικό κόμμα, αυτό εξυπηρετεί τη δυνατότητά του να βρίσκεται στο προσκήνιο της πολιτικής και να έχει την ικανότητα να δημιουργεί προσκόματα στη λειτουργία της δημοκρατίας, εκμεταλευόμενο την ανεκτικότητα της ελεύθερης έκφρασης που πηγάζει από τις δημοκρατικές αρχές.. Το ότι ποτέ δεν θέλησε αυτό το κόμμα να παίξει κάποιο εποικοδομητικό ρόλο στη διακυβέρνηση της χώρας, μπορεί να αποδειχτεί, αν ανατρέξει κανείς στα πρακτικά της Βουλής για να προσπαθήσει να βρεί μια ψηφοφορία που το Κ.Κ.Ε. ψήφισε “ναι” σε κάποιο νομοσχέδιο. Δεν θα βρεθεί ποτέ γιατί ποτέ δεν έγινε. Και ο λόγος είναι ότι έχει θέσει σαν αποστολή του την άρνηση και την απαξίωση της δημοκρατίας. Όπως ανάφερα παραπάνω, είναι υποκρισία να παρουσιάζονται σαν μέρος του αστικού κοινοβουλευτισμού και να λένε ότι πιστεύουν στο πολυκομματισμό, αφού το ιδανικό τους πολιτικό καθεστώς είναι ο μονοκομματισμός, όπου οι εκλογές γίνονται με ένα ψηφοδέλτιο και με ένα κόμμα.
Οι ηγεσίες των μικρών αστικών κομμάτων και γενικά όλοι αυτοί που εργάζονται και δίνουν τη ψυχή τους για να τα συντηρούν και να τα κρατούν στην πολιτική επιφάνεια, ξέρουν πολύ καλά πως η πιθανότητα μια μέρα να γίνουν κυβέρνηση για να εφαρμόσουν τα προγράμματά τους, είναι μηδαμινή μέχρι ανύπαρκτη. Επίσης ξέρουν πολύ καλά ότι καμία κυβέρνηση δεν θα αποδεχτεί να γίνει νόμος ένα νομοσχέδιο που θα πρότειναν, έστω και αν αυτό θα ηταν το καλύτερο. Αποτέλεσμα, οι δραστήριοι και χαρισματικοί πολιτικοί που ηγούνται των μικρών κομμάτων ή τα πλαισιώνουν σαν μέλη ή σαν στελέχη, να χαραμίζονται μένοντας εσαεί στο περιθώριο της εξουσίας χωρίς πιθανότητα να λάβουν ποτέ μέρος στις διαδικασίες διακυβέρνησης, ούτε και να γίνουν ποτέ χρήσιμοι σαν υπουργοί ή διευθυντές, ώστε να συμβάλουν με τις ιδέες τους, τις γνώσεις τους και τις ικανότητές τους στη λύση των προβλημάτων της κοινωνίας και στην ανάπτυξη του τόπου μας. Οποιαδήποτε κριτική από τα μικρά κόμματα. όσο σωστή και όσο σοβαρή και αν είναι, δεν μπορεί ποτέ να είναι εποικοδομητική, διότι δεν θα ληφθεί ποτέ σοβαρά υπόψιν από μια κυβέρνηση και μάλιστα αν αυτή έχει ισχυρή κοινοβουλευτική πλειοψηφία. Έτσι η κριτική από τα μικρά κόμματα καταντά κριτική για τη κριτική που ικανοποιεί μόνον αυτόν που τη κάνει τη στιγμή που την κάνει.
Ως εκ τούτου, νομίζω πως είναι κρίμα να σπαταλώνται τόσοι πόροι για γραφεία, για υπαλλήλους, για συνέδρια, για προεκλογικές καμπάνιες, σε μια προσπάθεια, που δεν πρόκειται ποτέ να συνεισφέρει τίποτα θετικό στη κοινωνία, παρά μόνον μερικές καρέκλες προέδρων, γραμματέων, κοινοβουλευτικών εκπροσώπων και, το σπουδαιότερο, για να ικανοποιούν τη ματαιοδοξία των ηγετών τους. Η νεώτερη
ιστορία μας, χωρίς να αναφέρω ονόματα, είναι κατάσπαρτη από πτώματα μικρών κομμάτων, που παρόλες τις περισπούδαστες ιδρυτικές τους διακηρύξεις, δεν βρήκαν καμμία απήχηση στο λαό και δεν πήγαν πουθενά. Γενικά, τα ελατήρια για τη δημιουργία ενός κόμματος, είναι στη πλειοψηφία τους εγωκεντρικά και αποσκοπούν στην ικανοποίηση του υπερτροφικού “εγώ” κάποιου πολιτικού που θεωρεί τον εαυτό του ότι αδικείται, όταν νομίζει ότι ο αρχηγός του κόμματος που ανήκει, είναι πνευματικά υποδεέστερός του ή επειδή δεν παραχωρήθηκαν σε αυτόν και τους κολλητούς του οι προσοδοφόρες καρέκλες στα υπουργεία και στα κομματικά όργανα..
Για να είμαστε δίκαιοι όμως, δεν θα πρέπει να ρίξουμε όλη την ευθύνη για την ύπαρξη των μικρών κομμάτων στη μισαλλοδοξία και στις προσωπικές φιλοδοξίες μερικών πολιτικών προσωπικοτήτων. Ασφαλώς και αυτά παίζουν κάποιο σημαντικό ρόλο, αλλά ο ο πιο σοβαρός γενεσιουργός παράγοντας, είναι η απολυταρχική και αντιδημοκρατική διοικητική δομή των δύο κομμάτων εξουσίας. Στα δύο κόμματα εξουσίας που κυριαρχούν σήμερα στην Ελληνική πολιτική σκηνή, απουσιάζει παντελώς η στοιχειώδης δημοκρατία και ως εκ τούτου η αδυναμία έκφρασης διαφορετικών απόψεων και ιδεών εκτός αυτών του αρχηγού. Είναι αδιανόητον, σε μια δημοκρατία, να θεωρείται αυτομάτως και να εκλαμβάνεται σαν αμφισβήτηση της ηγεσίας του, η ελεύθερη έκφραση ενός εκλεγμένου αντιπροσώπου του λαού, που πιθανόν να είναι διαφορετική από αυτήν του αρχηγού. Και πολύ περισσότερον αδιανόητον να ξεκινούν πειθαρχικές διαδικασίες, σε Πειθαρχικά Συμβούλια που διορίζονται από τον αρχηγό και συνήθως καταλήγουν με μαθηματική ακρίβεια στη βεβαία διαγραφή του «αντάρτη». Έχουμε τόσα παραδείγματα τα τελευταία χρόνια βουλευτών με ανεξάρτητη σκέψη και το θάρρος να την εκφράσουν, που εκδιώχτηκαν από το κόμμα τους με συνοπτικές διαδικασίες. Και το χειρότερο είναι ότι οι συνάδελφοι βουλευτές και οι πολιτικοί αναλυτές, μαζί με το λαό, έβρισκαν ότι η τιμωρία του «αυθάδη» ήταν επιβεβλημένη και επομένως δικαιολογημένη για να διατηρηθεί η ενότητα του κόμματος.. Και τους δικαιολογώ, διότι ο «χαρισματικός» πολιτικός ηγέτης είχε πάρει μυθικές διαστάσεις στη συνείδηδη του τρομοκρατημένου λαού μας και μάλιστα μετά την μεταπολίτευση, ώστε η συγκέντρωση των εξουσιών στα χέρια του να φαίνεται σαν αναγκαία, στην οποία κανείς ποτέ δεν σκέφτηκε να εκφράσει ούτε την παραμικρή αντίρηση. Οι δε διάδοχοι που τους ακολούθησαν στην ηγεσία των δύο μεγάλων κομμάτων, δεν μπόρεσαν να διαχειριστούν και να κάνουν καλή χρήση των υπερεξουσιών που κληρονόμησαν, με τα γνωστά σε όλους μας αποτελέσματα. Είναι καιρός λοιπόν, τα δύο κόμματα εξουσίας, να εκσυγχρονιστούν και να γίνουν υποδείγματα δημοκρατικής διοίκησης και συμπεριφοράς, ώστε να μπολιαστεί ο λαός με τις προδιαγραφές της πραγματικής δημοκρατίας και να αρχίσει να δημιουργείται και στη χώρα μας η απαραίτητη δημοκρατική συνείδηση, για να μπορεί ο λαός να διακρίνει τι είναι δημοκρατικό και τι όχι και να αντιδρά αποτρεπτικά στις αλαζονικές συμπεριφορές της ηγεσίας του. Πρέπει να καταλάβουν οι ηγέτες των των μεγάλων κομμάτων, ότι το εθνικό συμφέρον είναι υπεράνω του κομματικού και ότι η δημοκρατία πρέπει να διαφυλαχτεί γιατί είναι η μόνη οδός για δικαιοσύνη και ισοπολιτεία στη διακυβέρνηση της χώρας. Δεν μπορούμε να λέμε ότι ζούμε σε μια δημοκρατία και τα δύο μεγάλα κόμματα εξουσίας να έχουν δικτατορική διοικητική δομή. Στη δημοκρατία δεν έχουν καμία θέση τα Πειθαρχικά Συμβούλια ούτε νοούνται διαγραφές για παραβάσεις της “κομματικής πειθαρχίας”, όταν ο βουλευτής εκφράζει ελεύθερα και υποστηρίζει τη γνώμη του ή όταν ψηφίζει κατά συνείδηση και σύμφωνα με τα συμφέροντα του λαού, που υποτίθεται ότι αντιπροσωπεύει στη Βουλή καθώς και σύμφωνα με τις επιταγές του Συντάγματος. Διότι αν πραγματικά αντιπροσωπεύει το λαό στη Βούλή, τότε μόνο ο λαός έχει το δικαίωμα να του στερήσει το προνόμιο να τον αντιπροσωπεύει. Για τον ίδιο λόγο, οι πολίτες, οπαδοί των κομμάτων, δεν θα πρέπει να περιμένουν μόνο από τους πολιτικούς τους να είναι δημοκρατικοί, αλλά θα πρέπει να καταλάβουν ότι η δημοκρατία λειτουργεί εκ των κάτω προς τα άνω και κάθε ένας πολίτης έχει την υποχρέωση και το καθήκον να παίξει το ρόλο που του αναλογεί και να σταματήσει να είναι απαθής θεατής στις αντιδημοκρατικές και φεουδαρχικές συμπεριφορές της πολιτικής του ηγεσίας. Η δημοκρατία αρχίζει από κάθε ένα από εμάς χωριστά ασκώντας εποικοδομητική κριτική και έλεγχο προς αυτούς που υποτίθεται ότι μας αντιπροσωπεύουν. Αυτό δεν είναι μόνο υποχρέωση αλλά και σοβαρό εθνικό καθήκον.
Επίσης πρέπει οι ηγεσίες των κομμάτων να χωνέψουν ότι δεν είναι καθόλου δημοκρατικό η επιλογή των υποψηφίων βουλευτών να γίνεται αποκλειστικά από τον αρχηγό και το περιβάλλον του, χωρίς να αναγνωρίζεται αυτό το δικαίωμα στα μέλη του κόμματος με προκριματικές εκλογές ή τοπικά κομματικά συνέδρια. Ούτε πρέπει να παραβλέπεται και να ξεπερνιέται η κακή ποιότητα του χαρακτήρα τυχόν υποψηφίου, όταν αξιολογείται η επιλογή του με γνώμονα την εκλογιμότητα του υποψηφίου ή το βάθος του τεμενά του προς τον αρχηγό. Η επιλογή των υποψηφίων βουλευτών από το λαό, πρέπει να θεσμοθετηθεί σαν απαραίτητη προϋπόθεση ώστε να επιλέγονται οι ηθικοί, οι ικανοί και γενικά οι εκλεκτοί του λαού, χωρίς απαραίτητα να έχουν την εύνοια και την αποδοχή του αρχηγού. Μέσα από ένα τέτοιο ανεξάρτητο και δημοκρατικό τρόπο επιλογής των υποψηφίων, θα αναδειχτεί ένα ηθικό, αξιόλογο και ικανό νομοθετικό Σώμα και εκ των πραγμάτων θα δημιουργηθεί μια Βουλή πολιτών και όχι πολιτικών, απαλλαγμένης από τη δαμόκλεια σπάθη της απόλυτης εξουσίας του αρχηγού. Μέσα σε αυτό κομματικά αφοσιωμένο αλλά συνειδησιακά ελέυθερο Βουλευτικό Σώμα, θα έλθουν στην επιφάνεια και θα εκφραστούν νομοτύπως οι διάφορες ιδεολογικές τάσεις του κοινοβουλευτικόυ Σώματος, από την άκρα δεξιά μέχρι και την άκρα αριστερά, που θα εκδηλωθούν στις διάφορες ψηφοφορίες, αφού τότε οι βουλευτές θα ψηφίζουν στα κομματικά όργανα και στη Βουλή κατά συνείδηση, αντί (οι ιδεολογικές τους τάσεις)να συμπιέζονται και να εκφράζονται με την ίδρυση ενός άλλου κόμματος. Τότε όλα τα νομοθετήματα θα είναι το αποτέλεσμα, όχι μόνο της κρίσης του αρχηγού αλλά και της ευθύνης των βουλευτών, που θα ψηφίζουν, αφού μελετήσουν το νομοσχέδιο, σύμφωνα με την ιδεολογία τους και σύμφωνα με τα συμφέροντα των εκλογέων τους. Αν τα κόμματα ακολουθήσουν αυτό το δημοκρατικό τρόπο επιλογής των υποψηφίων, τότε από τη πράξη θα αποδεικνύεται ότι ο δικομματισμός δεν είναι εμπόδιο στη ομαλή λειτουργία της δημοκρατίας για να ζητάμε την εξαφάνισή του, αλλά το ιδανικό εργαλείο για μια σωστή και δίκαια διακυβέρνηση. Και όχι μόνον, αλλά επιπροσθέτως θα επιτυγχάνεται η αξιοποίηση όλου του ικανού ανθρώπινου δυναμικού του τόπου, που τότε θα επιζητούσε ευχαρίστως να προσφέρει τις γνώσεις του, τη πείρα του και όλα τα πνευματικά του προσόντα στη υπηρεσία του Έθνους σαν άξιοι βουλευτές, χωρίς πολιτικό επαγγελματισμό και χωρίς το κυνήγι της δια βίου σύνταξης.
Ένας άλλος λόγος που κάνει τη παρουσία των μικρών κομμάτων αχρείαστη, για να μη πω άχρηστη, είναι το γεγονός ότι στην χώρα μας,δυστυχώς, λόγω έλλειψης δημοκρατικής παράδοσης, δεν ευδοκιμεί ένας βασικός πυλώνας της δημοκρατίας, η συναίνεση. Οι διαφορές των μικρών κομμάτων από τα μεγάλα συγγενή τους, εκτός του Κ.Κ.Ε., στη πραγματικότητα είναι μηδαμινές αλλά επειδή ο εγωϊσμός τους τους έχει σπρώξει και έχουν ξεφύγει από τη τροχιά του εθνικού συμφέροντος, έχουν γίνει προσωπικές και επομένως αδύνατον να γεφυρωθούν. Πιστεύοντας ακράδαντα οι αρχηγοί των μικρών κομμάτων, ότι κατέχουν την απόλυτη αλήθεια, διαρκώς διαφωνούν σε όλα και δεν δείχνουν καμιά διάθεση συνεργασίας, αποκλείοντας έτσι κάθε πιθανότητα να γίνουν ποτέ χρήσιμοι σαν παράγοντες της ομαλής λειτουργίας της δημοκρατίας, ούτε και μέρος της διαδικασίας για τη δημιουργία συνθηκών επίτευξης της ευημερίας του λαού. Όπως φαίνεται, έχουν συνειθίσει στο ρόλο του πετροβολητή και με ευχαρίστηση εξαπολύουν μπροστά στις τηλεοπτικές μηχανές βαρύγδουπες κατηγορίες για πιθανές ελλείψεις και λάθη της κυβέρνησης και της αντιπολίτευσης, προτείνοντας σαν ιδανικές, ρομαντικές αλλά ανεφάρμοστες λύσεις, ξέροντας με βεβαιότητα πως δεν πρόκειται ποτέ να δοκιμαστούν στην εφαρμογή τους. Όπως π.χ., η υποστήριξη του αιτήματος των απεργούντων λιμενεργατών του ΟΛΠ από το ΣΥΡΙΖΑ.. και το Κ.Κ.Ε. για ακύρωση της παραχώρησης της λειτουργείας του Λιμένος στη Κινεζική Εταρεία COSCO, αφού ξέρουν πολύ καλά ότι η συμφωνία αυτή δεν πρόκειται ποτέ να ακυρωθεί.
Για να καθιερωθεί μονίμως όμως ο δικομματισμός σαν χρήσιμο εργαλείο για την ομαλή λειτουργεία της δημοκρατίας, οι ισχύοντες μέχρι τώρα “ενισχυμένοι” αναλογικοί εκλογικοί νόμοι, πρέπει να αντικατασταθούν με ένα μόνιμο, συνταγματικά καθιερωμένο εκλογικό Νόμο που δεν μπορεί να αλλάξει ανάλογα με τα κέφια του εκάστοτε πρωθυπουργού και που θα δίνει την αυτοδυναμία χωρίς την ανάγκη να προβαίνουμε στη νόθευση της δημοκρατίας.. Το σύστημα που επικρατεί σήμερα, κατά το οποίον ξέρουμε προκαταβολικά πόσους βουλευτές θα βγάλει ένα κόμμα αν πάρει 40% και πόσους αν πάρει το 42.5%, πόσους αν υπάρχουν πέντε ή εξ κόμματα στη βουλή, όλα αυτά μαρτυρούν ότι (το σύστημα) είναι μαγερεμμένο. Άρα η δημοκρατία είναι νοθευμένη. Η προτίμηση μερικών πολιτικών, συμπολίτευσης και αντιπολίτευσης, που παρουσιάζεται στα ΜΜΕ, για την υιοθέτηση του Γαλλικού ή του Γερμανικού εκλογικού συστήματος, σαν το πιο κατάλληλο για την ελληνική πολιτική πραγματικότητα, υποκρύπτει τη συγκεκαλυμένη διάθεση του πολιτικού κόσμου της χώρας μας να διατηρηθεί με κάθε νομιμοφανή τρόπο η υδροκέφαλη κεντρική κομματική εξουσία και να παρουσιάσει με πιο μαλακό τρόπο το βιασμό της δημοκρατίας, εφόσον και αυτά τα συστήματα δεν συνάδουν με την επικράτηση της γνήσιας δημοκρατίας, αφού είναι προϊόντα σκέψεων για εξυπηρέτηση των κομματικών συμφερόντων αυτών που τα εμπνέονται. Γιατί να έχουμε 180 βουλευτές να εκλέγονται σε ισάριθμες μονοεδρικές περιφέρειες(Γερμανικό) και να μην έχουμε όλους του βουλευτές να εκλέγονται με τον ίδιο τρόπο; Το μόνο εκλογικό σύστημα που εξασφαλίζει την ανόθευτη δημοκρατία και αποκτά την εμπιστοσύνη στο εκλογικό Σώμα, ότι δεν προέρχεται από μαγερέμματα και δεν αποβλέπει στην εξυπηρέτηση κανενός τα συμφέροντα, είναι το Μονοεδρικό Πλειοψηφικό. Μια πάρα πολύ απλή διαδικασία, που δεν θα χρειάζεται τις υπηρεσίες ειδικών συνταγματολόγων για να την εξηγήσουν στον απλό πολίτη για να τη καταλάβει. Χωρίζεται η χώρα σε τόσες εκλογικές περιφέρειες, όσες οι βουλευτικές έδρες, (κατά τη γνώμη μου όσο λιγώτερες τόσο καλύτερες) γίνονται τοπικά κομματικά συνέδρια ή προκριματικές εκλογές, και όποιος πάρει τους πιο πολλούς ψήφους από τα μέλη του κόμματός του ανακηρύσεται υποψήφιος βουλευτής που θα αντιπαραβληθεί με τον άλλον του άλλου κόμματος στις επερχόμενες βουλευτικές εκλογές. Χωρίς νοθεία, χωρίς μαγερέμματα, χωρίς εύνοιες του αρχηγού, χωρίς λιβάνι. Σε μια μικρή κοινωνία, ο καλός, ο ικανός, ο τίμιος, ο ηθικός είναι γνωστός και έχει την εμπιστοσύνη του χωριανού, του γείτονα, του φτωχού και του πλούσιου, με τους οποίους έχει μεγαλώσει μαζί για να θεωρείται ο πιο κατάλληλος για να τους αντιπροσωπεύσει. Η πολιτική πρέπει να γίνει τοπική και να έχει τις ρίζες της στον απλό πολίτη, από τον οποίο θα πρέπει να αντλεί τη δύναμή της. Ο απλός πολίτης, ο ψηφοφόρος, πρέπει να έχει το δικαίωμα να επιλέγει, μόνο αυτός, το πρόσωπο που θα τον αντιπροσωπεύει είτε είναι στη βουλή είτε στο δικασστήριο. Ο αρχηγός από την Αθήνα δεν θα πρέπει να έχει το δικαίωμα να ορίζει δικτατορικά ποιος θα αντιπροσωπεύει το λαό στο κοινοβούλιο, χωρίς τη συγκατάθεσή του.
Αν δεν υπήρχε στο παρόν εκλογικό σύστημα της ενισχυμένης αναλογικής, το δώρο των 40 ή των 50 εδρών στο πλειοψηφόν κόμμα, τότε θα προέκυπτε πραγματικά και θα είχαμε πολυκομματική βουλή. Αλλά εφόσον το δώρο δίνει πάντα αυτοδυναμία μόνο στο πρώτο κόμμα, όσοι νομίζουν ότι έχουμε πολυκομματική βουλή, εθελοντικά αυταπατώνται. Δεδομένου ότι πάντα στις εκάστοτε εκλογές το κυβερνητικό κόμμα αναδεικνύεται αυτοδύναμο, αναγκαστικά θα έχουμε στη Βουλή δύο ομάδες βουλευτών, τη συμπολίτευση και όλα τα υπόλοιπα κόμματα, που θα αποτελούν τη αντιπολίτευση, που για να διατηρήσουμε τα προσχήματα και να παρουσιαζόμαστε σαν πολυκομματική Βουλή, ονομάζουμε το μεγαλύτερο κόμμα της αντιπολίτευσης, Αξιωματική Αντιπολίτευση.
Συμπερασματικά, όσον και αν δεν θέλουν να το παραδεχτούν οι πολιτικοί μας, εκ των αποτελεσμάτων αποδεικνύεται ότι ο δικομματισμός στη χώρα μας ειναι αδήριτη ανάγκη και αν παραταύτα μερικοί, επειδή αντιβαίνει προς τα συμφέροντά τους, τον θεωρούν κακόν, τότε πρέπει να θεωρηθεί ότι είναι αναγκαίον κακόν. Αν δε κατοχυρωθεί η μόνιμη ημερομηνία των εκλογών ανά τετραετία, με μόνιμο εκλογικό νόμο το Μονοεδρικό Πλειοψηφικό, που θα ξέρουμε τους κατοχυρωμένους εύκολους κανόνες του παιχνιδιού, τότε θα αποφευχθούν τα πότε και πως(θα γίνουν οι εκλογές) και θα εκλείψει η ακυβερνησία και η αγωνία που τώρα πάντα προηγείται κάθε εκλογικής αναμέτρησης. Η δε βεβαιότητα ότι θα υπάρξει σταθερή κυβέρνηση με ηθικά και ικανά μέλη, που μόνο αυτό το εκλογικό σύστημα έχει τη δυνατότητα να αναδεικνύει, θα φέρνει την ηρεμία και τη γαλήνη στο λαό και θα τον προδιαθέτει να γίνει αρωγός στη προσπάθεια της κυβέρνησής του για δίκαια διακυβέρνηση, που χωρίς κλυδωνισμούς, θα εφαρμόσει απερίσπαστη το πρόγραμμά της, βάσει του οποίου έχει εκλεγεί και που θα σκοπεύει στην ανάπτυξη του τόπου και την ευημερία του λαού. Και όχι μόνον αλλά επί πλέον θα δώσει και μια ισχυρή αντιπολίτευση, αναλόγου ηθικής ποιότητας, που θα είναι σε θέση να ελέγχει και να περιορίζει τις αυθαιρεσίες, που συνήθως γεννά η αλαζονεία της εξουσίας.