Το κλίμα έχει αλλάξει ως αποτέλεσμα μιας διαπραγμάτευσης που έχει οικοδομήσει βήμα βήμα ένα πλαίσιο συγκλίσεων το οποίο φαίνεται να καλύπτει τις κεντρικές ανησυχίες των δύο ηγετών. Ιδιαίτερα για τον πρόεδρο Αναστασιάδη κεντρικό ζήτημα παραμένει το κομμάτι που αφορά την εφαρμογή των θεμελιωδών ελευθεριών όπως καθορίζονται από το ευρωπαϊκό κεκτημένο και την αποχώρηση του κατοχικού στρατού, και για τον τ/κ ηγέτη Μ. Ακιντζί το κεντρικό θέμα είναι αυτό που αφορά την διακυβέρνηση και την εκπροσώπηση στο ομοσπονδιακό επίπεδο. Ασφαλώς κάθε κεφάλαιο έχει τη δική του ιδιαίτερη σημασία γιατί ένα σχέδιο θα κριθεί στο σύνολό του. Ωστόσο, αυτό που έως τώρα έχει επιτευχθεί κρίνεται από τις δύο ηγεσίες ως σημαντικό, συνεπώς ανοίγει το δρόμο για το επόμενο βήμα που είναι η συζήτηση στη Γενεύη για το εδαφικό.
Ο τ/κ ηγέτης για λόγους προστασίας της εμπιστευτικότητας αυτού του κεφαλαίου ζήτησε να γίνει αυτός ο κύκλος συζητήσεων στο εξωτερικό. Παρά τις ενστάσεις που μπορεί να έχει κανείς για αυτή την προσέγγιση, σημασία έχει το ότι διεξάγεται και αυτό συνιστά ουσιώδη πρόοδο. Το εδαφικό ενδιαφέρει και τις δύο πλευρές, από κοινή και διαφορετική οπτική γωνία:
Α). Η ε/κ πλευρά για να διασφαλίσει την επιστροφή σημαντικού εδάφους στην ε/κ πολιτεία γεγονός που θα διασφαλίσει το δικαίωμα στην επιστροφή σε περίπου τις 90 χιλιάδες ε/κ πρόσφυγες, η δε τ/κ για να μειώσει, κατά το δυνατό, τον αριθμό των τ/κ που θα μετακινηθούν σε νέους τόπους κατοικίας βορειότερα, μετά την επιστροφή εδάφους στην ε/κ πολιτεία. Η τελική ρύθμιση, εκτός άλλων, θα μειώσει το κόστος της ανοικοδόμησης και θα θέσει το ζήτημα της ανάπτυξης πάνω σε καλύτερη βάση.
Β). Η συζήτηση γύρω από το χάρτη του εδαφικού διατηρεί πάντα την ισχυρή της βάση: από τη μια η θέση που επιχειρηματολογεί υπέρ της ευθυγράμμισης της γραμμής που θα ορίζει τα διοικητικά όρια της κάθε πολιτείας, και από την άλλη εκείνη που επιδιώκει την περισσότερη ανάμειξη των κοινοτήτων με τη δημιουργία (στο πλαίσιο της διζωνικότητας) τριών περιοχών που να ανήκουν στην ομοσπονδιακή κυβέρνηση (στην Καρπασία με 4 ε/κ χωριά, στα Κόκκινα στην περιοχή Τυλληρίας, και το τρίτο στην περιοχή Κορμακίτη για το σύμπλεγμα από τα μαρωνίτικα χωριά). Η πιο συντηρητική οπτική ψηφίζει ευθυγράμμιση των διοικητικών ορίων, η πιο προοδευτική ψηφίζει την περισσότερη ανάμειξη κάτω από την ομοσπονδιακή ομπρέλα. Παρά το ότι το δεύτερο ενδεχόμενο δεν έχει αρκετούς υποστηρικτές στην τ/κ πλευρά, μένει να δούμε πως θα εξελιχθεί η συζήτηση στη τελική φάση της διαπραγμάτευσης.
Γ). Φαίνεται ότι στο ζήτημα που συνδέεται με την επιστροφή της Μόρφου στην ε/κ πολιτεία, γίνονται ορισμένες συζητήσεις που, ενώ θα διατηρούν αυτήν την πρόνοια, ενδεχομένως, να προνοούν ορισμένες ειδικές ρυθμίσεις για ενδεχόμενες αναπτύξεις που έχουν συντελεστεί την τελευταία δεκαετία στην περιοχή από τους σημερινές χρήστες.
Δ). Σημαντικό σε αυτή την πτυχή παραμένει το ζήτημα της ακτογραμμής που θα ανήκει σε κάθε πολιτεία, και σε αυτό η ε/κ ηγεσία έχει ειδικού βάρους διεκδικήσεις. Σε αυτό το σημείο η αλλαγή είναι πέρα από αναγκαία γιατί είναι σημαντικό να αλλάξει η κατανομή για να εκφραστεί με πιο ισορροπημένο τρόπο.
Ε). Το εδαφικό δεν συζητείται για πρώτη φορά. Προηγήθηκαν Γ.Γ. του ΟΗΕ που υπέβαλαν κριτήρια ή και κριτήρια με χάρτες για την επίλυση του εδαφικού. Πιο χαρακτηριστική η περίπτωση των ΓΓ του ΟΗΕ Μ. Μ. Γκάλι το 1992 και του Κ. Ανάν το 2003. Αυτό το στοιχείο δείχνει ότι προσπάθειες έχουν καταβληθεί, συνεπώς υπάρχει υλικό προς αξιοποίηση και, κάτω από το φως της συνολικής διαπραγμάτευσης, θα δούμε τι καινούριο θα φέρει η σημερινή διαπραγμάτευση καθώς αυτή θα διασυνδέεται με τις ισχυρές συγκλίσεις που έχουν επιτυχθεί στα τέσσερα προηγηθέντα κεφάλαια.
Το εδαφικό παραμένει από την εποχή της εισβολής ένα κομβικό σημείο για την ε/κ κοινότητα καθώς με σημαντικές αναπροσαρμογές μπορεί να καλύψει δίκαιες ανησυχίες της και έτσι να αποκαταστήσει σε ουσιώδη βαθμό τις εδαφικές απώλειες που προκάλεσε η τουρκική εισβολή και η κατοχή σημαντικού ποσοστού εδάφους της Κύπρου για 42 χρόνια. Το εδαφικό είναι σύνθετο ζήτημα, διαθέτει ιδιαίτερα φορτισμένες διαστάσεις, χρειάζεται προσεκτική διαχείριση και από αυτή την ικανότητα θα εξαρτηθεί και σε μεγάλο βαθμό η ποιότητα του δημόσιου διαλόγου πάνω στο σύνολο της ενδεχόμενης συμφωνίας πάνω στην πτυχή αυτή του συνολικού κυπριακού.