Βουλευτές

Οι Αρμένιοι μας δείχνουν το δρόμο…

 

 

Αυτός ο τρόπος αντιμετώπισης της Γενοκτονίας, που χαρακτηρίζει έκτοτε τη στάση της ελληνικής πολιτείας, επιβεβαιώνεται και από το γεγονός ότι το ελληνικό κράτος δείχνει ακόμη διστακτικό να ολοκληρώσει το επόμενο βήμα, εκείνο της διεθνοποίησης του ζητήματος.

 

Ενώ η βουλή εξέδωσε –αφού πέρασε από 40 κύματα- τον τόμο του καθηγητή Κωνσταντίνου Φωτιάδη, που τεκμηριώνει το έγκλημα της Γενοκτονίας, δεν προχώρησε ποτέ στην έκδοσή του σε έξι γλώσσες και στην αποστολή του στα κοινοβούλια όλου του κόσμου, σε διπλωματικές υπηρεσίες, πανεπιστημιακά ιδρύματα και ερευνητικά κέντρα, όπως ήταν ο αρχικός σχεδιασμός.

 

Μια ακόμη ένδειξη της διστακτικής αναγνώρισης της Γενοκτονίας που υπέστησαν οι Έλληνες της οθωμανικής αυτοκρατορίας είναι και η σαλαμοποίησή της. Ωστόσο, η Γενοκτονία των Ποντίων, Μικρασιατών και εν γένει των Ελλήνων που ζούσαν στην επικράτεια της Υψηλής Πύλης, αλλά και των Αρμενίων και Ασσυρίων, εντασσόταν σε ένα ευρύτερο σχέδιο εξαφάνισης των Χριστιανών της Ανατολής, στο πλαίσιο της μετάλλαξης της πολυεθνικής αυτοκρατορίας σε έθνος-κράτος. Το οθωμανικό και στη συνέχεια το τουρκικό κράτος επεδίωξε τη θρησκευτική και εθνική ομοιογένεια δια της βάρβαρης βίας.

 

Όπως σημείωνε σε αναφορά του στο Στέιτ Ντιπάρντμεντ ο Τζωρτζ Χόρτον, Γενικός Πρόξενος των ΗΠΑ στη Σμύρνη την περίοδο της μικρασιατικής καταστροφής, «όλες οι σφαγές που έχουν γίνει στην ιστορία του τουρκικού λαού σε βάρος πληθυσμών, διατάσσονταν πάντα από ανώτερες αρχές και δεν αποτελούσαν πρωτοβουλία κατώτερων αξιωματικών ή αυθόρμητες βιαιότητες του όχλου». Και κατ΄ αυτόν τον τρόπο απαντά πλήρως στον ορισμό που δίδει στις γενοκτονίες ο ΟΗΕ ήδη από το 1948

 

Γεγονός είναι, επίσης, ότι η Γενοκτονία των χριστιανικών πληθυσμών στην Τουρκία μπορεί να τελείωσε τυπικά το 1923, με τη συνθήκη της Λοζάνης και την ανταλλαγή των πληθυσμών, στην πραγματικότητα όμως συνεχίστηκε με άλλους τρόπους: τόσο με την βίαιη εκδίωξη των Ρωμιών της Πόλης και των Ελλήνων της Ίμβρου και της Τενέδου, όσο και με την Γενοκτονία της Μνήμης που συνεχίζει ως σήμερα να λαμβάνει χώρα από την τουρκική κυβέρνηση. Με την μετατροπή εκκλησιών σε τζαμιά και με καταστροφές μνημείων. Μάλιστα, η Γενοκτονία των Χριστιανών της Ανατολής των αρχών του 20ού αιώνα συνεχίζεται σήμερα στην Μέση Ανατολή, απειλώντας να εξαφανίσει δια παντός την δισχιλιετή παρουσία τους στην περιοχή της γέννησής του.

 

Αντιθέτως, στην Ελλάδα φαίνεται ότι εσχάτως από τον φοβικό τρόπο αντιμετώπισης του γεγονότος έχουμε περάσει στην αντιμετώπισή του υπό το πρίσμα ιδεοληπτικών εμμονών. Μετά τα γνωστά περί “συνωστισμού” στο βιβλίο ιστορίας της κ. Ρεπούση, εξαιρέθηκε από την εξεταστέα ύλη της ιστορίας και το κεφάλαιο για τον “Παρευξείνιο Ελληνισμό”, που περιγράφει και τα γεγονότα της Γενοκτονίας.

 

Η αλήθεια είναι ότι το αίτημα της διεθνούς αναγνώρισης της Γενοκτονίας υπονομεύεται πλέον και εκ των έσω. Για πρώτη φορά έχουμε υπουργό-αρνητή της Γενοκτονίας, τον κ. Φίλη. Και μπορεί αργά ή γρήγορα ο νυν υπουργός Παιδείας να αποτελεί παρελθόν, ωστόσο, η ζημιά που έχει ήδη προκαλέσει στην εθνική υπόθεση είναι ανυπολόγιστη. Όσα είπε θα τα βρίσκουμε μονίμως μπροστά μας στην προσπάθεια διεθνοποίησης της Γενοκτονίας.

 

Εν κατακλείδι, ας μην έχουμε αυταπάτες: κάθε απόπειρα αμφισβήτησης των ιστορικών γεγονότων, είτε από ιστορική άγνοια είτε εξαιτίας ιδεοληψιών, ρίχνει νερό στο μύλο της ιστορικής αμνησίας, που μονίμως συντηρεί η τουρκική πλευρά για να μην αποδεχθεί τις ιστορικές της ευθύνες.




το άρθρο δημοσιεύθηκε και στο «Πρώτο Θέμα»

Προηγουμενο ΑρθροΕπομενο Αρθρο

Ο Μάξιμος Χαρακόπουλος, Βουλευτής Λαρίσης της Νέας Δημοκρατίας είναι συγγραφέας και ιστορικός ερευνητής.
Γεννήθηκε στη Λάρισα το 1968. Κατάγεται από τα Βούναινα, ένα από τα προσφυγικά χωριά της Λάρισας, που έστησαν ερχόμενοι στην Ελλάδα με την ανταλλαγή του ΄24 ξεριζωμένοι πρόσφυγες από την Καππαδοκία. Είναι παντρεμένος με τη γιατρό Λίζα Κόντου με την οποία έχουν δύο γιούς.
Σπούδασε Κοινωνιολογία στο Πάντειο Πανεπιστήμιο Κοινωνικών και Πολιτικων Επιστημών.
Το 1991 έγινε δεκτός για μεταπτυχιακές σπουδές στο Ινστιτούτο Πολιτικών Επιστημών του Πανεπιστημίου Κωνσταντινουπόλεως.

Το 2003 αναγορεύτηκε Διδάκτωρ Κοινωνιολογίας του Παντείου Πανεπιστημίου.

Υπηρέτησε τη στρατιωτική του θητεία ως έφεδρος αξιωματικός του Ελληνικού Στρατού.

Από το 1994 έως το 1997 διετέλεσε Αναπληρωτής Διευθυντής Πολιτικού Σχεδιασμού της Νέας Δημοκρατίας.

Το 1997, με απόφαση του προέδρου του κόμματος Κώστα Καραμανλή, τοποθετήθηκε Διευθυντής του Γραφείου Τύπου της Νέας Δημοκρατίας.

Το 2000 ανέλαβε καθήκοντα Διευθυντή Επικοινωνίας στο Κέντρο Πολιτικής Έρευνας και Επικοινωνίας (ΚΠΕΕ), την αρχαιότερη δεξαμενή σκέψης του φιλελεύθερου χώρου, ενώ εργάστηκε και ως δημοσιογράφος.

Εκλέχθηκε πρώτη φορά βουλευτής Λαρίσης της Νέας Δημοκρατίας στις εκλογές της 7ης Μαρτίου 2004 (2ος σε σειρά εκλογής). Στη συνέχεια, εκλέγεται στις εκλογικές αναμετρήσεις της 16ης Σεπτεμβρίου 2007 (1ος σε σειρά εκλογής), της 4ης Οκτωβρίου 2009 (1ος σε σειρά εκλογής), της 6ης Μαΐου 2012 (1ος σε σειρά εκλογής) και της 17ης Ιουνίου 2012 (επικεφαλής του ψηφοδελτίου).

Διετέλεσε μέλος της Κοινοβουλευτικής Αντιπροσωπείας της Ελλάδας στον ΟΑΣΕ και πρόεδρος της Ομάδας Φιλίας του ελληνικού κοινοβουλίου με το Αζερμπαϊτζάν και την Ιορδανία.

Το Δεκέμβριο του 2009 τοποθετήθηκε Γραμματέας Πολιτικού Σχεδιασμού της Νέας Δημοκρατίας.

Μετά τις εκλογές του Ιουνίου 2012 ορίστηκε από τον Πρωθυπουργό Αντώνη Σαμαρά Αναπληρωτής Υπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων. Από τη θέση αυτή υπηρέτησε μέχρι και τις 29 Μάρτιου του 2014, οπότε παραιτήθηκε λόγω της διαφωνίας του για το ζήτημα του γάλακτος.

Είναι μέλος των Επιτροπών: Παραγωγής & Εμπορίου και Ευρωπαϊκών Υποθέσεων.

Είναι συγγραφέας των βιβλίων: Ρωμιοί της Καππαδοκίας (κοινωνιολογική μελέτη, Ελληνικά Γράμματα 2003), Ενθύμιον Πανηγύρεως (λεύκωμα, Ελληνικά Γράμματα 2005), Δείγματα Γραφής (πολιτικά δοκίμια, Μεταίχμιο 2007), Εκ νεότητός μου (διηγήματα, βιβλιοπωλείον της ΕΣΤΙΑΣ 2011), Για την ταμπακιέρα… (πολιτικά κείμενα, αυτοέκδοση 2012).

Χρονογραφήματα και διηγήματά του έχουν δημοσιευθεί στον αθηναϊκό και περιφερειακό Τύπο.

Οι Αρμένιοι μας δείχνουν το δρόμο…

του Μάξιμου Χαρακόπουλου.

 

Η αναγνώριση της Γενοκτονίας των Αρμενίων από τη γερμανική βουλή, παρά τους λεονταρισμούς της Τουρκίας, αναδεικνύει την ολιγωρία της ελληνικής πολιτείας στην διεθνοποίηση του ζητήματος της Γενοκτονίας των Ελλήνων του Πόντου. Σε αντίθεση με την Αρμενία, το ελληνικό κράτος αντιμετώπισε φοβικά το ζήτημα της Γενοκτονίας των ελληνικών πληθυσμών της πάλαι ποτέ οθωμανικής αυτοκρατορίας. Χρειάστηκε να περάσουν πάνω από 70 χρόνια από την τελευταία πράξη της Γενοκτονίας, τη μικρασιατική καταστροφή, προκειμένου να αναγνωρίσει αρχικά το 1994 τη Γενοκτονία των Ποντίων και το 1998 των Ελλήνων της Μικράς Ασίας.

Συνεχίζοντας να χρησιμοποιείτε την ιστοσελίδα, συμφωνείτε με τη χρήση των cookies. Περισσότερες πληροφορίες.

Οι ρυθμίσεις των cookies σε αυτή την ιστοσελίδα έχουν οριστεί σε "αποδοχή cookies" για να σας δώσουμε την καλύτερη δυνατή εμπειρία περιήγησης. Εάν συνεχίσετε να χρησιμοποιείτε αυτή την ιστοσελίδα χωρίς να αλλάξετε τις ρυθμίσεις των cookies σας ή κάνετε κλικ στο κουμπί "Κλείσιμο" παρακάτω τότε συναινείτε σε αυτό.

Κλείσιμο