Έχω τη γνώμη ότι είναι ζήτημα DNA. Τα 400 χρόνια της σκλαβιάς μας έχουν αφήσει βιολογικά κατάλοιπα. Παρόλα τα χρόνια ελευθερίας, ακόμα έχουμε παραμείνει «ραγιάδες». Η καταπάτηση του νόμου, όπως τότε, έχει μείνει και θεωρείται αρετή. Όπως και τότε, θεωρούμε σαν εθνικό καθήκον τη μη πληρωμή των φόρων. Όποιος οικειοθελώς πληρώνει τους φόρους του, στη συνείδηση του νεοέλληνα, αν δεν είναι προδότης, είναι οπωσδήποτε βλάκας. Στη συνείδηδή του νεοέλληνα, ο νόμος αντιπροσωπεύει το τούρκο και επομένως είναι ο εχθρός. Ακόμα ο νεοέλλην δεν έχει κατανοήσει ότι ότι η μόνη προστασία που έχει σαν πολίτης είναι ο νόμος. Πως χωρίς νόμο θα υπάρξει χάος. Θα μπορεί τότε ο κάθε ένας που είναι πιο δυνατός από σένα να μπαίνει στο σπίτι σου και χωρίς συνέπειες να αρπάξει ότι θέλει, ακόμα και να σε σκοτώσει. Δεν ξέρει και δεν ενδιαφέρεται να μάθει τι σημαίνει η έννοια «πολίτης», γιατί φοβάται τις συνέπειες που μπορεί να έχει η εκπλήρωση των υποχρεώσεων που θα ανακύψουν, αν αποδεχτεί ότι θα πρέπει να ενεργεί σαν «πολίτης».
Απεχθάνεται τη έννοια «υποχρέωση». Η δημοκρατία, που τον έπεισαν οι πολιτικάντιδες που ψηφίζει, είναι του είδους που έρχεται χωρίς υποχρεώσεις. Του λένε, και το έχει πιστέψει, ότι έχει μόνον δικαιώματα. Πως το κράτος είναι υποχρεωμένο να του παρέχει ό,τι χρειαστεί χωρίς καμιά υποχρέωση από αυτόν/ήν. Πουθενά στο κόσμο η τριτοβάθμια εκπαίδευση δεν παρέχεται δωρεάν. Κανένα πανεπιστήμιο στο κόσμο δεν επιτρέπει στο φοιτητή να χρειάζεται 10 χρόνια για να πάρει το πτυχίο του. Πουθενά στο κόσμο οι αιώνιοι φοιτητές δεν αποτελούν το 60% του φοιτητικού Σώματος. Πουθενά στο κόσμο οι μαθητές μπορεί να κάνουν «καταλήψεις» στα σχολεία τους και να τα σπάζουν όλα χωρίς οι γονείς τους να πληρώνουν τα σπασμένα. Έχεις δικαιώματα σε ό,τι επιθυμήσεις, του λέει η δημοκρατία του. Είμαστε εδώ και θα σε βοηθήσουμε να το πραγματοποιήσεις. Είναι ακατανόητο για τον νεοέλληνα διαδηλωτή ότι όταν διαδηλώνει στη Πανεπιστημίου να μην έχει το δικαίωμα να σπάσει τα καταστήματα που έχουν μεγάλες τζαμαρίες. Κάνουν τόσο ωραίο απολαυστικό θόρυβο όταν σπάζουν…
Ένα άλλο λουλούδι που φυτρώνει στις ακτές μας, είναι ο « ωχαδερφισμός». Η αντίληψη που έχει ο νεοέλληνας προς τη τήρηση του νόμου. Κανείς δεν θεωρεί ότι παραβιάζει το νόμο όταν παρκάρει μπροστά στην υδραντλία για 15 λεπτά. Είναι αδύνατον να του βάλεις στο κεφάλι ότι χάθηκε ο κόσμος επειδή άναψε το τσιγάρο του στο νοσοκομείο ή άλλαξε τη λωρίδα κυκλοφορίας χωρίς να σηματοδοτήσει ή σωφάρει στη λωρίδα των λεωφορείων ή παρκάρει πάνω στο πεζοδρόμιο ή δεν πληρώνει το εισητήριο στο μεταφορικό μέσον που μεταχειρίζεται. Έλα βρε αδερφέ. Και, φυσικά, θα συνεχίζει να παραβιάζει το νόμο, αφού βλέπει το όργανο του νόμου να περνά δίπλα από τη παρανομία χωρίς να κάνει τη δουλειά του και να τη σημειώνει. Γενικά, στη χώρα μας, οι νόμοι γίνονται για να καταπατούνται και όχι να τηρούνται. Θυμάται κανένας το νόμο του «No smoking»;
Σαν κοινωνία κατεχώμαστε από το σύνδρομο του θύματος. Πάντα θεωρούμε τον εαυτό μας θύμα και επομένως δεν έχουμε καμιά υποχρέωση να διορθώσουμε τίποτα. Και τούτο, επειδή, όπως είπαμε παραπάνω, αυτό συμβαίνει γιατί ακόμα μας κυβερνά ο κατακτητής και ως εκ τούτου κάθε κατακτημένος λαός, είναι θύμα. Για το νεοέλληνα, πάντα οι πολιτικοί κυβερνούν εξυπηρετώντας τον εαυτό τους και το περιβάλλον τους αντί τα συμφέροντα του λαού που τους εξέλεξε. Και αν δεν είναι οι πολιτικοί, πάντα κάποιος άλλος απεργάζεται τη καταστροφή μας. Όλοι μας ζηλεύουν. Θέλουν να μας πάρουν τις πλουτοπαραγωγικές μας πηγές, να μας πάρουν τα νησιά μας, να μας υποδουλώσουν, να μας ξεφτιλίσουν, να μας βγάλουν από την ευρωζώνη, να μας κάνουν παράδειγμα προς αποφυγήν. Και δεν δίνουν το λόγο γιατί θέλουν να μας καταστρέψουν. Απλώς θέλουν να μας εξαφανίσουν από προσώπου της γης. Και πως αντιδρούμε σε αυτούς τους φόβους; Αρχίζουμε να βρίζουμε. Αγνώμονες, βρίζουμε αυτούς που μας έσωσαν από το χείλος του γκρεμού, όταν είμαστε έτοιμοι να πέσουμε. Χρησιμοποιούμε κάθε είδους κοσμητικό επίθετο για να βγάλουμε το άχτι μας. Ακόμα και οι αναπηρίες δεν γίνονται σεβαστές και τις βάζουμε στο στόχαστρο της οργής μας.
Κάθε χρόνο όταν το θερμόμετρο θα χτυπήσει 40, αρχίζουν οι φωτιές. Και αμέσως οργιάζουν οι φήμες ότι οι εχθροί μας θέλουν να μας κάψουν. Εμπρηστές κατεβαίνουν από την Ευρώπη, τη Τουρκία και μαζί με τους ντόπιους οικοπεδοφάγους θέλουν να κατακάψουν το λιγοστό πράσινο που έχει απομείνει από τις περσινές πυρκαγιές. «Εμπρηστές ξαναχτύπησαν», αναγγέλουν πρωτοσέλιδα οι εφημερίδες και την ίδια ώρα καταγγέλουμε τον αρμόδιο υπουργό και τις αρμόδιες πυροσβεστικές υπηρεσίες για τη μη έγκαιρη πυρόσβεση. Υποσυνείδητα αυτός είναι ο καλύτερος τρόπος να απαλλάξουμε τον εαυτό μας από την ευθύνη για τα σκουπίδια και τα αδεια πλαστικά μπουκάλια που αφήσαμε πίσω μας όταν τη τελευταία φορα επισκεφτήκαμε το δάσος. Ένα πλαστικό μπουκάλι με λίγο νερό μέσα μπορεί να αποτελέσει μεγενθυτικό φακό και να αρχίζει μια πυρκαγιά. Αδύνατον, μας λέει ο νεοέλλην, τις φωτιές τις βάζουν οι συνομώτες. Μα, με τόσες καταστροφικές πυρκαγιές που έχουμε υποστεί τα τελευταία χρόνια, δεν θα έπρεπε κάποιος εμπρηστής να είχε βρεθεί και καταδικαστεί;
Για το νεοέλληνα υπάρχει μόνον το «τώρα». Το παρελθόν έχει παραγραφεί από το τσερβέλο του και το μέλλον, εφόσον δεν υπήρξε, αγνοείται και δεν υπολογίζεται. Π.χ. δυσανασχετεί και θεωρεί αδιανόητο να πληρώσει 67,50 ευρώ το χρόνο για το ΕΝΦΙΑ και έτσι να συμβάλλει στην ισοσκέλιση του κρατικού προϋπολογισμού, αλλά ευχαρίστως πληρώνει τώρα 10 ευρώ την ημέρα (3.650 το χρόνο) για να αγοράσει τσιγάρα που στο μέλλον θα του δώσουν καρκίνο των πνευμόνων, Είπαμε, το μέλλον δεν υπάρχει, μόνον η «ευχαρίστηση» του παρόντος μετράει και στο παρόν το 67,50 είναι μεγαλύτερο από το 10. Δυσανασχετούμε με το μεγάλο ποσό και καταπίνουμε το σημερινό μικρότερο, αγνοώντας το μέλλον. Η προσήλωσή μας στο παρόν μας εμποδίζει να αναλογιστούμε την ανάγκη για επένδυση στο μέλλον. Είμαστε οργισμένοι τώρα και τώρα πρέπει να τιμωρίσουμε αυτούς που νομίζουμε ως υπαίτιους. Και πως θα τους τιμωρίσουμε; Αν ψηφίσουμε αυτούς που μας λένε ότι ότι θα διορθώσουν τα πάντα αφού ξέρουμε πολύ καλά ότι απ’ αυτά που μας λένε τα περισσότερα είναι ψέμματα. Το διακύβευμα για μάς δεν είναι να διορθώσουμε τα κακώς κείμενα, δεν είναι να περάσουμε το κάβο, αλλά να ικανοποιήσουμε την οργή μας τώρα.
Δεν χρειάζεται να είσαι οικονομολόγος για να ξέρεις ότι όταν ξοδεύεις περισσότερα από ότι κερδίζεις και χρειάζεται να δανειστείς για να ισοσκελίσεις το προϋπολογισμό σου, ότι μια μέρα θα χρειαστεί να αναγνωρίσεις ότι είσαι υποχρεωμένος, πρώτον να αρχίζεις να ζεις με αυτά που παράγεις και δεύτερον να πληρώσεις τα δανεικά που τόσα χρόνια χρησιμοποιούσες γαι να ζεις τη πολυτελή ζωή σου. Τώρα, γιατί ο νεοέλλην δεν μπορεί να εννοήσει αυτή την ολοφάνερη πραγματικότητα, είναι κάτι που δεν μπορεί κανένας λογικός άνθρωπος να κατανοήσει. Υποθέτω ότι είναι και αυτό μια από τις πολλές ιδιαιτερότητες που τον χαρακτηρίζουν.
Ενώ αναγνωρίζουμε την ανάγκη ότι πρέπει να περάσουμε στην απέναντι όχθη του ποταμιού, είναι ο μόνος τρόπος να επιζήσουμε, τρομάζουμε με τη σκέψη ότι πρέπει να βραχούμε. Παραλογισμός; Ίσως. Αλλά αυτή είναι η πραγματικότητα. Δεν θέλουμε να κατανοήσουμε ότι όλα όσα απολαμβάνουμε στη ζωή έχουν μια αξία. ‘Οτι πρέπει να καταβάλουμε κάποιο αντίτιμο. Δεν θέλουμε να αναλάβουμε την ευθύνη των πράξεών μας γιατί ακόμα δεν έχουμε χωνέψει ότι, σαν πολίτες, έχουμε μεν δικαιώματα αλλά έχουμε και υποχρεώσεις.
Αυτός είναι ο Νεοέλλην, Στράτο μου. Κάποιος που δεν μπόρεσε ακόμα να νικήσει το ζώον μέσα του και σκέπτεται και ενεργεί, αντιμετωπίζοντας με αυτοσυντηρικό πρωτογωνισμό κάθε σοβαρό πρόβλημα ζωτικής σημασίας που θα χρειαστεί να αντιμετωπίσει. Το «τώρα» και το «εγώ» του έχουν τόσο πολύ υπερογκωθεί που δεν αφήνουν χώρο στη συνείδησή του για το «εμείς» και για το «μέλλον». Επομένως, για να σωθεί η Ελλάδα και ο νεοέλλην, το μόνο που χρειαζόμαστε να κάνουμε είναι να προσπαθήσουμε να χρησιμοποιήσουμε το ήθος και το κοινό νου για να ξεφουσκώσουμε το εγώ μας και να μπορέσουμε έτσι να βοηθήσουμε να υπερισχύσει μέσα μας ο «Άνθρωπος».
Και ελπίζω ότι θα ακολουθήσει και ο «Έλληνας».
Φωτογραφία: flickr.com/photos/telemax