Guest

Ο κύριος Αλκαίος

 

Α. Πώς έχετε το θράσος και μιλάτε έτσι;

Β. Με συγχωρείτε δεν ήθελα να σας προσβάλω, αλλά δεν υπάρχει λογική σε αυτά που μου λέτε.

Α. Με αναγνωρίσατε όμως, από τη φωτογραφία στο εσώφυλλο φαντάζομαι… και τώρα διαβάζετε το βιβλίο μου. Να θεωρήσω παράλογο το ότι σας ομιλώ;

Β. Χμ… ναι. Από εκεί που είστε κανονικά δε θα πρεπε.

Α. Σας αρέσει το βιβλίο μου;

Β. Πολύ. Το έχω ξαναδιαβάσει.

Α. Δεν είχατε τη περιέργεια να ακούσετε τη φωνή τού δημιουργού του να σας το απαγγέλει;

ApotamieuwΒ. Αν γινόταν στην ώρα του θα την είχα.

Α. Δεν προλάβατε όμως… κρίμα, πολύ στενάχωρο.

Β. Πάντως για να ξέρετε, αλλιώς φανταζόμουν τη φωνή σας. Δεν ξέρω αν πρέπει να στεναχωριέμαι που δε σας πρόλαβα.

Α. Προτιμάτε δηλαδή τη ψεύτικη εικόνα μου, αυτή που είχε φτιάξει το κεφάλι σας;

Β. Μέχρι που σας άκουσα, την είχα για αληθινή.

Α. Αυτά που διαβάζετε στις γραμμές μου, τα καταλαβαίνετε;

Β. Δεν είμαι σίγουρος, μα νομίζω πως ναι.

Α. Από την έκπληξη σας που με είδατε, επιτρέψτε μου να έχω τις αμφιβολίες μου…

Β. Κι έτσι ακόμα, εγώ αισθάνομαι καλά. Αυτά που καταλαβαίνω με καλύπτουν.

Α. Σας διαφεύγει όμως η πεμπτουσία μου…

Β. Γι΄αυτό σας ξαναδιαβάζω

Α. Αφού την πρώτη φορά δεν τα καταφέρατε, πως είστε τόσο σίγουρος ότι αυτό θα γίνει τώρα;

Β. Δεν είμαι.

Α. Γι’ αυτό ήρθα να σας βοηθήσω

Β. Δεν ξέρω αν θέλω. Φοβάμαι τους … εξωσυστημικούς.

Α. Ελάτε τώρα…. αφού γνωρίζετε καλά ότι στο ίδιο σύστημα θα ενταχθείτε και σεις κάποτε.

Β. Θα πείραζε να αργήσω λιγάκι;

Α. Κάθε άλλο. Μη νομίζετε… και κει έχουμε πήξει. Ας λένε ότι έχει ησυχία…

Β. Με τρομάζετε. Ξέρετε είμαι αλλεργικός στη φασαρία.

Α. Δεν είναι ίδια με αυτή που έχετε στο μυαλό σας.

Β. Αφήστε, δε θέλω να ξέρω.

Α. Μα και να θέλατε είναι εξαιρετικά αμφίβολο ότι θα καταλαβαίνατε

Β. Ξέρετε… τώρα που σας καλοκοιτάζω… πρέπει να ήσασταν περίεργος άνθρωπος

Α. Το ίδιο μου λένε και τώρα, εκεί που είμαι

Β. Σχολιάζουν κι εκεί;

Α. Εσείς τι νομίζατε; Ξεφορτώνεται κανείς τα κουσούρια του έτσι;

Β. Γράφετε κι εκεί;

Α. Χμ.. με τον τρόπο μου. Ξέρετε εκεί ξέρουν τι θες να πεις πριν το γράψεις.

Β. Πω, πω εφιάλτης.

Α. Ναι. Δεν υπάρχουν μυστικά… και οι δεύτερες σκέψεις συμπίπτουν με τις πρώτες.

Β. Αυτό κι αν είναι εφιάλτης.

Α. Δυστυχώς. Όσο ζούσα μπορούσα και αναθεωρούσα, ενώ τώρα…

Β. Δηλαδή εκεί δε γίνονται λάθη;

Α. Δεν υπάρχει λάθος εκεί. Αφού δε μπορείς να κάνεις το αντίθετο του. Όλα είναι αυτά που είναι.

Β. Άρα ούτε και σωστό υπάρχει.

Α. (αναστενάζοντας) Ούτε…

Β. Αν ξαναγράφατε αυτό το βιβλίο θα το γράφατε ίδιο;

Α. Σας είπα ήδη. Δεν μπορώ να το ξαναγράψω. Ό,τι έγινε έγινε. Το ξέρω απ’ έξω. Ως και τα σημεία στίξης. Δεν μπορώ πλέον να το σκεφτώ αλλιώς.

Β. Ε τότε, τί είδους διδαχή θα μπορούσατε να μου κάνετε;

Α. Να σας το απαγγείλω ήθελα.

Β. Και ποιό το όφελος;

Α. Από τον τονισμό τής φωνής μου θα καταλαβαίνατε. Ξέρετε η ψυχή θυμάται και μπορεί να απαγγέλει όπως τότε.

Β. Αν κατάλαβα καλά… θα σας ευχαριστούσε να την ακούγατε.

Α. Καλά καταλάβατε.

Β. Γιατί δεν το κάνετε μεταξύ σας, εκεί που είστε… να λέει ό ένας στον άλλον

Α. Το κάνουμε

Β. Και…

Α. Σας είπα… κάθε φορά τα ίδια. Οι ίδιες αντιδράσεις. Καμμία έκπληξη. Έχει καταντήσει αφόρητα βαρετή αυτή η επανάληψη.

Β. Γι΄αυτό επιλέξατε εμένα;

Α. Είμαι σίγουρος ότι με σας δε θα είναι το ίδιο.

Β. Κι αν… λέω αν… δεν μου αρέσετε;

Α. Καθόλου δε θα με πειράξει. Μου αρκεί που δε θα είστε αναμενόμενος.

Β. Βαρετό ε;

Α. Δεν είναι έτσι. Δεν υπάρχει άλλο για να συγκρίνεις και να πεις «αυτό είναι βαρετό».

Β. Με μπερδέψατε πάλι.

miles-n-moreΑ. Έχετε δίκιο. Και οι άλλοι εκεί δεν με κατανοούν.

Β. Και τί σας λένε;

Α. Είσαι φρέσκος, θα συνηθίσεις.

Β. Χμ… ναι είστε φρέσκος στ’ αλήθεια.

Α. Σας ήρθα λοιπόν πριν συνηθίσω.

Β. Κύριε Αλκαίε, θυμάστε την πρώτη λέξη από τη σελίδα 23;

Α. Ποιά έκδοση;

Β. Μισό λεπτό… Τρίτη έκδοση, αναθεωρημένη.

Α. Άφαντος.

Β. Μα την πίστη μου… έτσι είναι.

Α. Μ’ αρέσει που εκπλήσσεσθε.

Β. Τι να πω… αυτό δε θέλατε άλλωστε;

Α. Ρωτείστε και άλλα αν θέλετε, αλλά αυτό με τις λέξεις δε θα σας φανεί χρήσιμο.

Β. Τί να ρωτήσω;

Α. Κάποιο νόημα, που σας δυσκόλεψε, κάποιο σημείο που σας έκανε εντύπωση…

Β. Δε ξέρω… τώρα άρχισα να νιώθω μιά ταραχή.

Α. Γιατί τώρα;

Β. Εσείς γιατί λέτε;

Α. Εννοώ, γιατί μόνο τώρα;

Β. Έχετε χιούμορ.

Α. Πάντα είχα.

Β. Αν ήσασταν ζωντανός θα μπορούσαμε να κάνουμε παρέα…

Α. Και τώρα κάνουμε.

Β. Ναι αλλά για πόσο;

Α. Εσείς θα αποφασίσετε.

Β. Δεν έχετε περιορισμό εσείς;

Α. Για μας ο χρόνος δεν υφίσταται.

Β. Με την ησυχία σας δηλαδή.

Α. Ούτε οι προσδιορισμοί υφίστανται.

Β. Τί σόι κόσμος είναι πάλι τούτος;

Α. Βιάζεστε να μάθετε;

Β. Όχι, όχι… έχω πολλά ακόμα παρε δώσε με τις έννοιες.

Α. Με αυτές καταγίνηκα κι εγώ όταν ζούσα.

Β. Τώρα;

Α. Τί τώρα;

Β. Α, ξέχασα… εννοώ αν καταγίνεστε με τις έννοιες…

Α. Ό,τι έμαθα, έμαθα.

Β. Ούτε τις ξεχνάτε όμως…

Α. Αγαπητέ μου κύριε, εμένα που με βλέπετε είμαι οι έννοιες μου. Αυτό δεν αλλάζει.

Β. Δεν πολυκαταλαβαίνω.

Α. Θέλετε να με ακουμπήσετε;

Β. Α, όχι, όχι.

Α. Και να θέλατε δε θα μπορούσατε. Άρα αυτό που βλέπετε είναι ό,τι σκέπτεσθε εσείς για μένα…

Β. Θεέ μου… κι αν είχα κακές σκέψεις στο μυαλό μου…

Α. Θα με βλέπατε μ΄αυτές.

Β. Και ‘σεις θα ήσασταν..

Α. Τί σας νοιάζει εσάς πώς θα ήμουν;

Β. Έχετε δίκιο.

Α. Τί καταλάβατε απ’ αυτό που είπαμε;

Β. Ότι καλύτερα να έχω θετικές σκέψεις στο κεφάλι μου..

Α. Όπως στην περίπτωση μου.

Β. Έχετε μιά σιγουριά.

Α. Αυτήν την είχα ούτως ή άλλως. Το είπαμε. Τον εαυτό σας σκεφθείτε. Αν δεν ήταν έτσι, θα τρέχατε να εξαφανισθείτε.

Β. Και θα έχανα την ωραία συζήτηση.

Α. Πώς ξέρατε τι θα έλεγα;

Β. Το υπέθεσα.

Α. Τι ωραία λέξη. Εκεί δεν ακούμε τέτοιες λέξεις.

Β. Πού εκεί;

Α. Ξεχάσατε ότι δεν είμαι ζωντανός..

Β. Συγγνώμη, ελπίζω να μη σας πρόσβαλα.

Α. Ίσα, ίσα. Ξέρετε… όταν έρθετε εκεί θα ήθελα να κάνουμε παρέα.

Β. Έχω πολλά ακόμα να τακτοποιήσω ξέρετε..

Α. Ξέρετε τί μου θυμίζουν τα λόγια σας;

Β.   Τί;

Α. Ό,τι όλη μου τη ζωή έτρεχα να τακτοποιώ

Β. Μέχρι που τα τακτοποιήσατε όλα…

Α. Εγώ; Ό,τι κι αν τακτοποίησα, ξανάγινε ατακτοποίητο μετά.

Β. Ίσως αυτή να είναι η ομορφιά τής ζωής…

Α. Είμαι σίγουρος γι’ αυτό. Είδα και εδώ που είναι τακτοποιημένα.

Β. Πλήξη ε;

Α. Δεν τους μπορώ. Ούτε χαρτιά να παίξεις μαζί τους δεν αξίζει. Ξέρουν όλοι, ο ένας τα φύλλα τού άλλου, τον νικητή, τον χαμένο. Το παιχνίδι έχει τελειώσει πριν αρχίσει.

Β. Απίστευτο.

Α. Ενώ, αν δεν ξέραμε…

Β. Δεν θα σας έβλεπα εγώ τότε…

Α. Όχι βέβαια. Θα ήμουν απασχολημένος να βλέπω έναν κόσμο που αλλάζει.

Β. Μου μαυρίσατε τη ψυχή.

Α. Σας προειδοποίησα. Να χαίρεστε τις στιγμές της.

Β. Θα μου διαβάσετε τώρα το βιβλίο σας;

Α. Νομίζω δεν είναι απαραίτητο πια.

Β. Ο ήχος τής φωνής σας, η απαγγελία που λέγατε…

Α. Θα ήταν επίπεδη. Μιά τέλεια συστοιχία ήχων.

Β. Τέλεια είπατε;

Α. Δυστυχώς. Καμμία ανατάραξη, που θα εξέπλητε τη ψυχούλα σας.

Β. Τίποτα;

Α. Ούτε ένα κόμπιασμα, ούτε ένα βήξιμο, ούτε ένας αναγραμματισμός, ούτε ένα πήδημα σειράς…

Β. Τίποτα;

Α. Όλα τέλεια.

Β. Τότε γιατί θέλατε να μου το διαβάσετε;

Α. Για να σας πω πόσο τυχερός είστε, που μπορείτε ακόμα να κάνετε λάθη.




Για περισσότερα ποιήματα και διηγήματα του Μάνου Μαυρομουστακάκη στο apopseis πατήστε εδώ και για να παραγγείλετε ένα από τα βιβλία του πατήστε εδώ!


Προηγουμενο ΑρθροΕπομενο Αρθρο

Ο Μάνος Μαυρομουστακάκης γεννήθηκε στην Αθήνα το 1960.

Απόφοιτος της Μαθηματικής Σχολής του Παν/μίου Ιωαννίνων

Μαθήτευσε στη Φιλοσοφική Αθηνών στο τμήμα «Ιστορία Τέχνης»

Πρόσφατα εξέδωσε

Τη συλλογή διηγημάτων «Με τα μικρά τους ονόματα» εκδ. Γαβριηλίδης

Τις ποιητικές συλλογές «Τα χαϊκού της Παρασκευής», «Οδοιπόρες λέξεις», «190+1 χάικου», και «Ασύμμετρες Αναπνοές» εκδ. Γαβριηλίδης και «Θεάσεις», εκδ. Βακχικόν

και το θεατρικό έργο «Η Παράσταση»   εκδ. Δωδώνη

τα οποία μπορείτε να βρείτε εύκολα στα περισσότερα βιβλιοπωλεία, αλλά και μαζί με τον ίδιο στο Σύνταγμα, Βουλής 14

Ο κύριος Αλκαίος

του Μάνου Μαυρομουστακάκη.


Α. Γειά σας, είμαι ο Αλκαίος

Β. Έλεγα κι εγώ τί μου θυμίζετε...

Α. Είδα που διαβάζατε το βιβλίο μου

Β. Μα πώς είναι δυνατόν να είστε σεις;

Α. Γιατί το λέτε αυτό;

Β. Μα γιατί έχετε πεθάνει. Πριν λίγες μέρες σας κάναμε τα σαράντα.