Πρώτο, προσδιορίζεις τα minimum και maximum στη συγκεκριμένη κατάσταση. Τραβούν, τραβάς το σχοινί, δεν το κόβεις, μέχρι να καταλήξετε στην optimum λύση, την καλύτερη δυνατή από τις χειρότερες που έχεις μπροστά σου. Πρόκειται πάντα για έναν optimum συμβιβασμό ανοιχτό σε νέες ωριμάνσεις και νέους συσχετισμούς, στα όρια -μεταθετά- της πολυπλοκότητας και της αλληλεξάρτησης της Ευρωζώνης. Αν για σένα minimum είναι ενδεχόμενα η κανονική πιστωτική γραμμή της EKT προς τις ελληνικές τράπεζες, η σταθεροποίηση χαμηλού επιτοκίου, η επιμήκυνση, η μείωση των πρωτογενών πλεονασμάτων και η περίοδος χάριτος -για τους εταίρους μπορεί να είναι η δέσμευσή σου σε ισοσκελισμένους προϋπολογισμούς. Το maximum εφικτό για σένα στην ημερήσια διάταξη πρέπει να είναι η σημαντική απομείωση και της ονομαστικής αξίας του χρέους -με άμεση ή μεταμφιεσμένη περικοπή (κατάψυξη)-, η οποία θα περάσει στο σύνολο ή μερικά στην παρούσα, δεύτερη ή σε επόμενη, τρίτη, αναδιάρθρωση του χρέους στον καταλληλότερο χρόνο για τις δύο πλευρές.
Δεύτερο, η minimax διαπραγμάτευση μεταξύ των εταίρων δεν είναι zero-sum-game (ό,τι κερδίζει η μία πλευρά το χάνει η άλλη) αφού η αντιστροφή της αντιαναπτυξιακής λιτότητας θα είναι προς όφελος όλων. Αλλά δεν είναι και chicken – game (παιγνίδι κότας) όπου οδηγός ερχόμενος στην ίδια ευθεία με το επερχόμενο αυτοκίνητο πατά τυφλά γκάζι με την προσδοκία ότι ο άλλος θα σκεφτεί ορθολογικά -θα βγει “κότα”- και θα στρίψει πρώτος. Το chicken – game -η ακρότατη ανάληψη κινδύνων- είναι απολύτως ασυμβίβαστο με τη λειτουργία των θεσμών της Ευρωζώνης όπως και των μεμονωμένων κυβερνήσεών της. Γενικότερα δεν είναι μέθοδος του risk management όταν διαχειρίζεσαι ξένα λεφτά ή τις τύχες ενός έθνους.
Τρίτο, η αποφυγή μεμονωμένων ενεργειών και τετελεσμένων στα μείζονα είναι αυτονόητη στην Ευρωζώνη αλλά ταυτόχρονα η Βουλή των Ελλήνων έχει ένα ευρύτατο φάσμα δικαιοδοσίας στη συντεταγμένη, κλιμακωτή αποδέσμευση από τη νομοθεσία και τα τελικά αποτελέσματα των μνημονίων. Ωστόσο η “αποφυγή μεμονωμένων ενεργειών” έγινε το άλλοθι του “ξέχνα το Γιάννη!”, του προκαταβολικού αυτοπεριορισμού των ελληνικών θέσεων στα όρια του Σόιμπλε με αποτέλεσμα την αποτυχία τριών στη σειρά κυβερνητικών σχημάτων να επανατοποθετήσουν το ελληνικό ζήτημα στην Ευρωζώνη. Οι Έλληνες διαπραγματευτές ήταν ενταγμένοι σε σύστημα προϊσταμένων – υφισταμένων της Ευρωζώνης κι όχι με το αζημίωτο όπως αποδεικνύει η περίπτωση Στουρνάρα.
Τέταρτο, η ελληνική πλευρά θα πρέπει να αναδείξει στη διεθνή κοινή γνώμη, τα κοινοβούλια και τους θεσμούς της Ευρωπαϊκής Ένωσης το παράδοξο στη διαχείριση της κρίσης: έχουν συντελεστεί θεσμικά όλα τα μεγάλα βήματα -πλην ευρωομολόγου- και απολύτως τίποτα που να μεταβάλει ουσιωδώς τα πράγματα στις χώρες της περιφέρειας ειδικά στην Ελλάδα στην οποία η εσωτερική υποτίμηση δεν προάγει την αναγκαία εξωστρέφεια. Η λειτουργία του ESM συνοδεύεται με τον παραλογισμό: “σας δίνουμε λεφτά να αποπληρώνετε τα δάνεια με την προϋπόθεση ότι ακολουθείτε ένα πρόγραμμα ύφεσης που αυξάνει το χρέος”. Η Τραπεζική Ένωση αφορά στην επόμενη κρίση -ένα είδος γραμμής Μαζινό για τον επόμενο “πόλεμο”- που δεν επιλύει κανένα πρόβλημα ρευστότητας. Το Επενδυτικό Ταμείο του Γιούνκερ βασίζεται στην προσδοκία του θαύματος των Επτά Άρτων στην έρημο και είναι αμφίβολο ότι μπορεί να κινητοποιήσει ιδιωτικά κεφάλαια στην Ελλάδα. Τέλος η Ποσοτική Χαλάρωση του Ντράγκι θα μείνει πλατωνική αν δεν περάσει σε επιθετική αγορά κρατικών ομολόγων και κυρίως ενός νέου αναπτυξιακού ομολόγου ειδικού σκοπού που πρέπει να εκδώσει η Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων.