γράφει ο Γιώργος Κοντογιάννης.
Θα σας συστήσω να κάνετε ένα πείραμα.
Πάρτε και βάλτε μέσα στο σαλόνι σας, δηλαδή στο σημείο του σπιτιού που πρέπει να είναι πάντα όμορφο και τακτοποιημένο γιατί εκεί μπαίνουν οι επισκέπτες, μια… κατσαρόλα, κάτι που είναι εντελώς άσχετο με το σύνολο.
Τις πρώτες ημέρες κάθε φορά που θα μπαίνετε στο σαλόνι θα νιώθετε αποκρουστικά μιας και κάτι εντελώς άσχημο και άσχετο θα ταράσσει την αρμονία και ομορφιά του πιο ωραίου δωματίου κάθε σπιτιού. Μέρα με τη μέρα αυτό το αποκρουστικό συναίσθημα που θα νιώσετε στην αρχή θα αρχίσει να μειώνεται.
Μετά από ένα μήνα είναι σχεδόν σίγουρο ότι δεν θα δίνετε καμία σημασία σε αυτό που αρχικώς νιώθατε αποκρουστικό και πιστεύατε ότι διαταράσσει την ισορροπία του σαλονιού σας.
Όσο και να μη το θέλουμε, όσο και να φαίνεται παράξενο, δυστυχώς ο άνθρωπος – αν δεν αντιδράσει έγκαιρα- συνηθίζει την ασχήμια σε κάθε έκφανση της ζωής του…
Δείτε τι συμβαίνει στην πολιτική.
Αν κάποιος πριν από μερικά χρόνια σας έλεγε ότι ένας απαίδευτος νέος, που δεν έχει βγάλει ούτε ένα μεροκάματο στη ζωή του, ο οποίος δηλώνει αριστερός, θα ανέβαινε στην εξουσία τάζοντας λαγούς και πετραχήλια συνεργαζόμενος με ένα ακραίο δεξιό κόμμα, θα έπαιρνε πίσω όλες τις υποσχέσεις του και θα γονάτιζε το λαό με μνημόνια και φόρους, θα λέγατε ότι κάτι τέτοιο δεν πρόκειται να συμβεί. Δεν θα… «διέσχιζε» καν το μυαλό σας, όπως θα έλεγε και η κυρία Αχτσιόγλου. Θα υποστηρίζατε ότι πρόκειται για κάτι πολιτικά αποκρουστικό και ψεύτικο που δεν πρόκειται να συμβεί ποτέ.
Κι όμως συνέβη. Κι όμως το δεχθήκαμε. Όπως δεχθήκαμε το τρίτο μνημόνιο, όπως δεχθήκαμε τα ψέματα του κ. Τσίπρα, όπως δεχθήκαμε τα καραγκιοζιλίκια του κ. Καμμένου, όπως δεχθήκαμε τον πολιτικά εμετικό κ. Πολάκη. Δεχθήκαμε τους νεκρούς στη Μάνδρα. Δεχθήκαμε τους νεκρούς στο Μάτι. Δεχθήκαμε τις αυτοκτονίες που συνεχίζονται αλλά δεν ανακοινώνονται… Δεχθήκαμε να αλλάζουμε την ιστορία μας. Δεχθήκαμε να κυνηγούν Έλληνες και να μην αντιδρούμε… Δεχθήκαμε την εθνική υποταγή και θεωρήσαμε ντροπή το σεβασμό στην πίστη, στα ιδανικά της πατρίδας και της σημαίας, και χαρακτηρίσαμε εθνικισμό τον πατριωτισμό και την αγάπη στην Ελλάδα. Δεχθήκαμε να «αποβάλλονται» συγγενείς μακοδονομάχων από σχολεία, για να μη προκαλέσουμε τους σκοπιανούς. Δεχθήκαμε… Και τι δεν δεχθήκαμε; Αλλά το χειρότερο είναι, τι θα δεχθούμε ακόμα;
Δεχθήκαμε την ασχήμια και την αποκρουστικότητα ως κάτι φυσιολογικό.
Κάθε τι που συμβαίνει το θεωρούμε τόσο φυσιολογικό που πλέον δεν μας κάνει εντύπωση. Δεν μας συγκινεί πλέον τίποτα γιατί όλα τα θεωρούμε πιθανά να συμβούν. Έτσι από την αδυναμία της αστυνομίας να επιβάλλει την τάξη φθάσαμε στον έλεγχο ταυτοτήτων σε αστυνομικούς από τον Ρουβίκωνα και στην επίθεση «συλλογικοτήτων» σε αστυνομικούς μέσα στα δικαστήρια. Αλλά δεν αντιδρούμε γιατί ε, τι να κάνουμε, αυτή είναι η Αριστεροδεξιά των ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ…
Φτάσαμε στο σημείο, μετά από τόσες ανεκπλήρωτες υποσχέσεις να ακούμε με ενδιαφέρον και αγωνία τις εξαγγελίες του πρωθυπουργού για να διαπιστώσουμε αν επωφελούμαστε κι εμείς από τις νέες εξαγγελίες του… αν και γνωρίζουμε ότι γίνονται για τον ίδιο ακριβώς σκοπό που είχαν γίνει και το 2014, για να μας παραπλανήσουν και να υποκλέψουν την ψήφο μας.
Είναι ψεύτες, είναι πολιτικοί απατεώνες, αλλά τους ανεχόμαστε με το επιχείρημα που οι ίδιοι προβάλλουν ότι «δεν είναι κλέφτες». Και όταν σε λίγο καιρό θα αποδειχθούν και κλέφτες θα πούμε ότι «ε, τι να κάνουμε, όλοι ίδιοι είναι», αποδεχόμενοι ό,τι πιο σάπιο έχει γεννήσει ποτέ η ελληνική πολιτική σκηνή.
Αυτή η ανοχή όμως αποτελεί τον μεγαλύτερο κίνδυνο για τη δημοκρατία. Η συνήθεια στην ασχήμια της πολιτικής και στο ψέμα των πολιτικών αποκαλύπτει πόσο άσχημοι και ψυχικά μαύροι έχουμε γίνει και οι ίδιοι.
Σιγά – σιγά γινόμαστε αποκρουστικοί και ανατρέποντας τις ισορροπίες της φύσης θεωρούμε φυσιολογικό το αφύσικο και αποδεκτό το παράλογο και παρανοϊκό.
Έτσι όμως έγινε στην εποχή του μεσοπολέμου στην Γερμανία, έτσι γίνεται σιγά- σιγά στην Ευρώπη και στις ΗΠΑ με την ανοχή ακροδεξιών στοιχείων και την ανάδειξή τους σε θέσεις εξουσίας.
Κάθε ανοχή σε καθημερινές μικρές ασχήμιες, οδηγεί στο να αποδεχθούμε τη ζούγκλα που σιγά – σιγά δημιουργείται.
Ο κίνδυνος που είναι μπροστά μας είναι μεγαλύτερος από αυτόν που φανταζόμαστε. Και η ευθύνη να τον αποτρέψουμε ανήκει σε όλους μας. Κυρίως όμως ανήκει σε εκείνους που διαμορφώνουν την κοινή γνώμη. Και αυτοί δεν είναι μόνο οι δημοσιογράφοι και οι πολιτικοί. Είναι οι πνευματικοί άνθρωποι, και γενικά οι άνθρωποι του πνεύματος και της τέχνης. Είναι εκείνοι που πρέπει να μπουν μπροστά για να ανακόψουν αυτόν τον κατήφορο, και να βγάλουν την ασχήμια από την καθημερινότητά μας, αλλά κυρίως από την ψυχή μας. Είναι εκείνοι που πρέπει να πουν «Αντισταθείτε» κι επιτέλους στηρίξτε εκείνους που θέλουν να φέρουν την αλήθεια στην πολιτική!