Θα ήταν αφελές να δηλώνουμε ανακουφισμένοι που, μετά από ενάμιση χρόνο αδράνειας, καθυστερήσεων και τραγικών σφαλμάτων, τα οποία κόστισαν στην ελληνική οικονομία 86 δις ευρώ, μπορούμε να επιστρέψουμε σε (όσο το δυνατόν, υπό τέτοιες ασφυκτικές συνθήκες) φυσιολογικούς ρυθμούς. Το ότι γλιτώσαμε την ελεύθερη πτώση στον γκρεμό δεν καθιστά νίκη, ούτε επιστροφή στην κανονικότητα. Θεωρώντας ότι «το μη χείρον, βέλτιστον» είναι σαν να αποδεχόμαστε ότι δεν μπορούμε καλύτερα.
Κι όμως, μπορούμε. Το έχουμε αποδείξει. Στο ερώτημα «καλύτεροι ήταν οι προηγούμενοι;» η απάντηση είναι εκκωφαντικά καταφατική. Δεν είναι καν απαραίτητη η στοιχειώδης σύγκριση∙ αρκεί απλώς να διερωτηθούμε αν πριν ενάμιση χρόνο βρισκόμασταν σε καλύτερη κατάσταση απ’ ό,τι σήμερα. Μόνο ο φανατικά αμετανόητος ψηφοφόρος των ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ θα μπορούσε να απαντήσει αρνητικά (και όχι πάντα με το χέρι στην καρδιά).
Είναι καθήκον της αντιπολίτευσης να υπενθυμίζουμε στον ελληνικό λαό ποιος ευθύνεται για τη σημερινή κατάσταση. Ο ρόλος της αντιπολίτευσης είναι να αναδεικνύει τα λάθη, τις παραλείψεις, την καταστροφική για τη χώρα πολιτική της κυβέρνησης. Και οι ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ φροντίζουν καθημερινά να μας παρέχουν μπόλικη τροφή.
Είναι καθήκον της αντιπολίτευσης να ασκεί δριμεία κριτική, να αποκαλύπτει τα ψέματα, την ασυνέπεια, την ανικανότητα της κυβέρνησης. Όχι επειδή διψά να κατακτήσει την εξουσία, ούτε βέβαια καταφεύγοντας στη λασπολογία, τον ανέξοδο λαϊκισμό και την παροχολογία. Αυτά τα όπλα τα έχουν διεκδικήσει οι ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ προ πολλού, και δυστυχώς για εκείνους, έχουν περιορισμένη αποτελεσματικότητα και σύντομη ημερομηνία λήξης. Η άσκηση κριτικής είναι καθήκον μας γιατί, απλούστατα, έχουμε υποχρέωση να λέμε την αλήθεια, μέχρι να γνωρίζει κάθε Έλληνας πολίτης ποιός φέρει την αποκλειστική ευθύνη για την περαιτέρω απώλεια εισοδήματος, την απώλεια της ποιότητας ζωής, την υπερφορολόγηση, το υπερμνημόνιο στο διηνεκές.
Εξίσου, όμως, καθήκον μας, είναι να υποδεικνύουμε εναλλακτικές και να παρουσιάζουμε λύσεις.
Τι θα είχε συμβεί, άραγε, αν αντί να προπαγανδίζει προκειμένου να υφαρπάξει «αγανακτισμένες» ψήφους, ο ΣΥΡΙΖΑ είχε κρατήσει υπεύθυνη στάση τα 6 χρόνια της κρίσης; Αν, αντί για αντίσταση σε κάθε μεταρρύθμιση, είχε συστήσει συναίνεση; Τι θα είχε συμβεί, ακόμη, αν πέρυσι ο ΣΥΡΙΖΑ, με περισσή αλαζονεία, δεν είχε περιφρονήσει επιδεικτικά τη χείρα βοηθείας που προσφέραμε για την πατρίδα;
Η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ μπορεί όψιμα να συνειδητοποίησε ότι το μνημόνιο είναι μονόδρομος, όμως απέδειξε περίτρανα ότι μόνη της δεν μπορεί ούτε να διαπραγματευτεί, ούτε να διαφυλάξει τα εθνικά συμφέροντα, ούτε βεβαίως να το εφαρμόσει. Και, φυσικά, σε καμία περίπτωση δεν είναι ικανή να εγγυηθεί την επιστροφή της χώρας σε τροχιά ανάπτυξης, ιδίως όταν είναι προφανές ότι περιμένει να έρθει η ανάπτυξη με τις offshore των βουλευτών και υπουργών της.
Το μόνο που είναι ικανή να κάνει είναι να διχάζει την ελληνική κοινωνία, με απαράδεκτες δηλώσεις στελεχών της που συνεχίζουν να καλλιεργούν το εμφυλιοπολεμικό κλίμα που η ίδια δημιούργησε.
Ούτε όμως είναι λύση να καταφύγουμε πάλι στις κάλπες. Λέγεται συχνά ότι ο ορισμός της παραφροσύνης είναι να κάνεις πάντα το ίδιο και να περιμένεις διαφορετικό αποτέλεσμα. Το είδαμε στην πράξη στις τρεις διαδοχικές εκλογικές αναμετρήσεις το 2015.
Μπορούμε καλύτερα και μπορούμε μαζί.
Το αποδείξαμε το καλοκαίρι, που τα φιλοευρωπαϊκά κόμματα της αντιπολίτευσης βάλαμε πλάτη για την παραμονή της χώρας στην Ευρώπη. Το απέδειξαν τα άλλα ευρωπαϊκά κράτη που κατάφεραν και βγήκαν από τα μνημόνια.
Αντί για τη ρητορική του μίσους και του διχασμού, ας επιδιώξουμε νηφαλιότητα. Αντί να επιδιδόμαστε σε κοκορομαχίες, ας πρυτανεύσει η φωνή της λογικής. Και η λογική επιβάλλει συναινέσεις, για να έχουμε κοινωνική συνοχή, για να κάνουμε τις απαραίτητες μεταρρυθμίσεις.
Δεν είναι αργά για να ανασκουμπωθούμε και να δουλέψουμε μαζί για να πετύχουμε τους στόχους μας, με τη συμμετοχή όλων των φιλοευρωπαϊκών δυνάμεων σε μια ευρεία κυβέρνηση εθνικής ενότητας. Χωρίς εγωισμούς και μικροκομματικές ατζέντες, αλλά με γνώμονα το καλό της χώρας.
Το άρθρο δημοσιεύτηκε και στο liberal.gr