γράφει ο Νίκος Γκίκας.
Η διαφαινόμενη συντριπτική ήττα στις ερχόμενες εκλογές, παράγει ήδη αποτελέσματα. Μεγάλο μέρος των κυβερνητικών βουλευτών και οι αυλικοί τους, θα αναζητήσουν ρόλο και στέγη την επόμενη ημέρα.
Δύο παράλληλες τάσεις κείνται στο κυβερνητικό στρατόπεδο και αντανακλούν το ύφος και τη διαφορετική προσέγγιση των πραγμάτων. Παρότι διακριτικές οι διαφορές, εντούτοις είναι διακριτές. Η πρώτη τάση, ακραιφνώς λαϊκίστικη, εστιάζει στο κάλεσμα των υποτιθέμενων προοδευτικών δυνάμεων, στα απολειφάδια αριστερίστικων οργανώσεων, σε φακίρ φουκαράδες του παλαιού ΠΑΣΟΚ, όπως οι Τζουμάκας και Ραγκούσης, που αναζητούν εναγωνίως ρόλο αλλά και σε κινήσεις κομματικής σωτηρίας τύπου “γέφυρας”. Στη ζύμη των φαρισαίων οτιδήποτε είναι αντιδεξιό μπορεί να ενταχθεί.
Μια πολιτική παρακμή συγκεντρωμένη, από το συμπλεγματικό ηθικό πλεονέκτημα μέχρι τον κοινωνικό μηδενισμό. Χωρίς ηθικούς φραγμούς και με μια βάναυση επιθυμία για εξουσία. Στον αντίποδα η διαβόητη ομάδα των 53+, στέκει αριστερότερα προσπαθώντας να κρατήσει ένα αριστερό ήθος, απόρροια έθους μάλλον, επιλέγοντας την κομματική και ιδεολογική καθαρότητα. Διαφωνεί με το “περάστε κόσμε” αλλά η συγκυρία δεν προσφέρεται για ηρωισμούς. Η ιδεολογία και οι υποτιθέμενες αξιακές αρχές του κοινωνισμού και αντικληρικαλισμού μπορούν να περιμένουν. Ο Τσακαλώτος, ένας από τους κύριους εκφραστές της δεν αποδέχτηκε καμία θέση στην Ευρώπη. Ξυδάκης και Κλαυδιανός, στο προοδευτικό κάλεσμα πέρασαν αθόρυβα, χωρίς δηλώσεις ή τηλεοπτική παρουσία.
Αυτή η ετερόκλιτη ώσμωση ενός πράσινου ΣΥΡΙΖΑ δεν τους εκφράζει. Η διεύρυνση ευνοεί τους προεδρικούς, ενώ η ιδεολογική καθαρότητα προβάλλει ως κάθαρση. Αμφότεροι αμοραλιστές και χωρίς πολιτική αξιοπρέπεια, καταπίνουν τα όμορφα λόγια με βουλιμία, ενώ για την πολιτική τους επιβίωση επιστρατεύουν νέους αποδιοπομπαίους τράγους, εντρυφώντας στο παιχνίδι της προκατάληψης και του ρατσισμού. Με υπεροψία και κομπασμό, από το επαναστατικό go back Μέρκελ, φτάσαμε στο λαϊκίστικο go back Βέμπερ, το οποίο στην Ευρώπη προκαλεί θυμηδία. Η συμβίωση σταδιακά δυσκολεύει εξαιτίας των άμετρων κλήσεων του κόμματος και των μομφών που αυτές προκαλούν. Προς ώρας το άγχος της ήττας τους συγκρατεί, αλλά η επόμενη μέρα θα τους βρει να μοιράζουν ευθύνες αλαλάζοντας και να διαρρηγνύουν ιμάτια.