γράφει ο Δημήτρης Τζιβελέκης.
Ικανοποιημένοι δηλώνουν στην Χαριλάου Τρικούπη από τη συνάντηση του Νίκου Ανδρουλάκη με τον Κυριάκο Μητσοτάκη. Μία συνάντηση που σύμφωνα με τους συνεργάτες του αρχηγού της αξιωματικής αντιπολίτευσης ενισχύει το ηγετικό προφίλ του κ. Ανδρουλάκη και τα σχέδια του για περαιτέρω ενίσχυση του ΠΑΣΟΚ.
Ο Νίκος Ανδρουλάκης, όταν το βράδυ της 13ης Οκτωβρίου δέχθηκε το συγχαρητήριο τηλεφώνημα από τον Κυριάκο Μητσοτάκη και την πρόκληση να συναντηθούν προβληματίστηκε πολύ. Διότι δεν θεωρούσε ότι ήταν η κατάλληλη στιγμή.
Και αυτό διότι από τον Οκτώβριο προέβλεπαν στο ΠΑΣΟΚ ότι ο ΣΥΡΙΖΑ θα διασπαστεί εκ νέου και θα υπάρξουν και νέες αποχωρήσεις βουλευτών. Όταν τελικά το ΠΑΣΟΚ ξεπέρασε σε κοινοβουλευτική δύναμη τον ΣΥΡΙΖΑ, τότε ξεκίνησαν και οι επικοινωνίες για το ραντεβού Μητσοτάκη-Ανδρουλάκη.
Μία θεσμική συνάντηση μεταξύ πρωθυπουργού και αρχηγού της αξιωματικής αντιπολίτευσης.
Φίλοι και αντίπαλοι αναγνωρίζουν στον κ. Ανδρουλάκη ένα πλεονέκτημα. Είναι μεθοδικός και του αρέσει να περνά από πολλά φίλτρα την κάθε του απόφαση.
Ο βασικός στόχος του κ. Ανδρουλάκη ήταν να εμπεδώσει και με αυτή τη συνάντηση μία εικόνα για το ΠΑΣΟΚ στην ευρύτερη κοινή γνώμη. Ότι το κόμμα του μπορεί να είναι μία σοβαρή, δυνατή και υπεύθυνη αντιπολίτευση με τεκμηριωμένες προτάσεις, χωρίς όμως τοξικότητα.
Να δώσει την αίσθηση ότι ξεκινά μία νέα εποχή στο δημόσιο διάλογο, με ποιότητα στην αντιπαράθεση, όσο σκληρή κι αν είναι αυτή. Φρόντισε άλλωστε με τις κινήσεις του τις τελευταίες ημέρες και μάλιστα ειδικά όσο πλησίαζε η συνάντηση με τον πρωθυπουργό να καταστήσει σαφές ότι το ΠΑΣΟΚ δεν θα κάνει αντιπολιτευτικές εκπτώσεις.
Σχεδόν καθ’ όλη τη διάρκεια αυτής της εβδομάδας η πολιτική σύγκρουση κινείται σε μέτωπα που έχει ανοίξει το Κίνημα.
Από την έκτακτη φορολογία στα τραπεζικά κέρδη, έως την πρόταση για μείωση του ΦΠΑ και από τη θέσπιση βαρέων και ανθυγιεινών ενσήμων στο προσωπικό του ΕΣΥ μέχρι τις συλλογικές συμβάσεις, το στεγαστικό και το δημογραφικό πρόβλημα.
Επίσης με την στάση του ενδιαφέρθηκε να στείλει ένα μήνυμα και προς το κεντρώο ακροατήριο, το οποίο διεκδικεί, αλλά και προς την βάση της Νέας Δημοκρατίας πως δεν έχουν τίποτα να φοβούνται από ένα συστημικό ευρωπαϊκό κόμμα όπως είναι το ΠΑΣΟΚ, το οποίο μάλιστα έχει ανανεώσει σε τεράστιο βαθμό το στελεχιακό του δυναμικό σε σύγκριση με το μακρινό 2010.
Το αφήγημα του Μαξίμου
Την ίδια ώρα η κυβέρνηση βρίσκεται σε αναζήτηση πειστικού αφηγήματος μετά τις τελευταίες δημοσκοπήσεις που δείχνουν ότι εάν συνεχιστεί αυτή η κατάσταση στις μετρήσεις της κοινής γνώμης, τότε η αυτοδυναμία στις επόμενες εθνικές εκλογές θεωρείται όνειρο θερινής νυκτός.
Η βοήθεια για το νέο αφήγημα μάλλον έρχεται από την Ευρώπη. Και συγκεκριμένα από την Γαλλία και την Γερμανία. Τις δύο ατμομηχανές της οικονομικής ζωής της Ευρώπης.
Ήδη η κυβέρνηση Μπαρνιέ στην Γαλλία μένει μέχρι να φύγει δημιουργώντας τεράστιο οικονομικό πρόβλημα, καθώς δεν κατάφερε να ψηφίσει νέο προϋπολογισμό.
Ταυτόχρονα η Γερμανία βιώνει τις δικές της σοβαρές περιπέτειες και η συμμαχική κυβέρνηση Σολτς βρίσκεται επί της ουσίας σε μία πολιτική αδράνεια έως τις εκλογές του Φεβρουαρίου. Και όταν η κατάσταση επιδεινώνεται τόσο πολιτικά και οικονομικά στον γαλλογερμανικό άξονα- στις δύο ισχυρότερες χώρες της Ευρώπης – είναι βέβαιο ότι τα πράγματα δεν είναι καλά για κανέναν.
Κάπως έτσι το Μαξίμου βγάζει ξανά και ρίχνει στο τραπέζι το «χαρτί» της πολιτικής σταθερότητας. Η κυβέρνηση, λοιπόν, είναι πολύ λογικό και στην συζήτηση για τον προϋπολογισμό, αλλά και σε όλο το επόμενο διάστημα να χρησιμοποιήσει ως «μπαμπούλα» τα όσα συμβαίνουν σε Παρίσι και Βερολίνο για να ενισχύσει το αφήγημα της ανάγκης για σταθερότητα.