Αν κάτι στην οικονομία, στην πολιτική και γενικά στη ζωή οικοδομείται δύσκολα, αλλά καταστρέφεται ευκολότατα, αυτό είναι η εμπιστοσύνη και η αξιοπιστία. Και ο κ. Τσίπρας με την ανοχή που έδειξε σε συνεργάτες, υπουργούς του και εταίρους του στην κυβέρνηση το μόνο που κατάφερε από τις εκλογές μέχρι σήμερα είναι να κλονίσει την αξιοπιστία μας προς τους δανειστές που η προηγούμενη κυβέρνηση είχε με κόπο οικοδομήσει έως τον Ιούνιο του 2014, αλλά με την απραξία της και σε ορισμένες περιπτώσεις τον λαϊκισμό της και τις άστοχες πολιτικές επιλογές της, είχε αρχίσει να αποδομεί στο τελευταίο εξάμηνο του βίου της.
Μετά από τις επαφές που είχε ο κ. Τσίπρας, τους τελευταίους δύο μήνες, με Ευρωπαίους ηγέτες, όλοι ελπίζουν να έχει κατανοήσει ότι η αποδόμηση της εμπιστοσύνης δεν έχει σχέση μόνο με τις μη ρεαλιστικές προεκλογικές υποσχέσεις του ΣΥΡΙΖΑ. Περισσότερο έχει σχέση με τις αντιφατικές δηλώσεις και θέσεις που εξέφραζε και συνεχίζει να εκφράζει η κυβέρνησή του από αρμοδίους και μη αρμοδίους, αλλά και ο διαγκωνισμός μεταξύ των κυβερνητικών στελεχών για το ποιος θα χαρακτηρισθεί περισσότερο αντιγερμανός.
Έτσι είδαμε από γραφικές περιπτώσεις τύπου Ζουράρι που μόνο ως με διάθεση ανεκδότου μπορούν να αντιμετωπισθούν οι αντιγερμανικές κορώνες και τα… μέζεά του, έως οι καταγγελίες του υπουργού Εθνικής Άμυνας για εμπλοκή των κ.κ. Σούλτς και Σόιμπλε σε οικονομικά σκάνδαλα και την υποτιθέμενη, σεξουαλικού περιεχομένου χειρονομία, του υπουργού οικονομικών κ. Βαρουφάκη σε βάρος των Γερμανών.
Και όλα αυτά παράλληλα με την ιδεοληπτική εμμονή της επίσημης κυβέρνησης να αναλώνει δυνάμεις και να δίνει μάχες για να μετονομασθούν:
– η τρόικα «θεσμοί»,
– το τεχνικό κλιμάκιο της τρόικας «Brussels Group»,
– η επέκταση του μνημονίου «συμφωνία γέφυρα»,
– το νέο μνημόνιο «νέο συμβόλαιο» ή κάπως έτσι και…
– ταυτόχρονα να γελοιοποιούνται οι τεχνοκράτες των Βρυξελλών σε ένα κυνήγι με δημοσιογράφους σε υπόγεια ξενοδοχείων για να μη τους δουν Έλληνες δημοσιογράφοι να συναντώνται με Έλληνες συναδέλφους τους για να ολοκληρώσουν την περίφημη αξιολόγηση, η οποία δεν είναι αξιολόγηση ούτε έλεγχος (γιατί τέτοια πράγματα του Έλληνα ο τράχηλος δεν τα ανέχεται), προκειμένου να πάρουμε έστω και μέρος των οφειλομένων από την τελευταία δόση του προηγούμενου μνημονίου, για να μη χρεοκοπήσουμε, τα οποία όμως δημοσίως δηλώνουμε ότι δεν τα θέλουμε, αλλά χωρίς αυτά κατεβάζουμε ρολά…
Όλα αυτά όμως δεν προσθέτουν, αντιθέτως αφαιρούν από την όποια αξιοπιστία έχει απομείνει στην Κυβέρνηση και δημιουργούν την εντύπωση ότι η νέα Κυβέρνηση μπορεί να αντιμετωπισθεί στις διαπραγματεύσεις με έναν ιδιότυπο τρόπο. Αν της προσφέρουν κάτι που θα μπορεί με ένα ωραίο περιτύλιγμα να το «πουλήσει» στο εσωτερικό ως επιτυχία, θα έχουν ξεμπερδέψει…
Δεν χρειάζεται όμως «λιλιά» και «καθρεφτάκια» αυτήν την ώρα η Ελλάδα. Και αυτό είναι ευθύνη του κ. Τσίπρα να το ξεκαθαρίσει στους εταίρους και δανειστές μας. Η Ελλάδα χρειάζεται ουσιαστική βοήθεια για να μπορέσει και την κρίση να αντιμετωπίσει και τον χαμένο χρόνο να κερδίσει και στον δρόμο της ανάπτυξης να μπορέσει, επιτέλους, να εισέλθει.
Ο κ. Τσίπρας πρέπει να αφήσει κατά μέρος την ιδεοληψία που κουβαλά ο παλιός Συνασπισμός του 4% και να πιστέψει ότι είναι πρωθυπουργός μιας χώρας που βρίσκεται ξανά στο χείλος του γκρεμού και την οποία πρέπει να σώσει. Η μετάθεση υλοποίησης των προεκλογικών υποσχέσεών του σε βάθος τετραετίας είναι κάτι που αναμένει η κοινή γνώμη γιατί για τους Έλληνες που τον ψήφισαν προέχει η σωτηρία της χώρας και έπονται οι προεκλογικές υποσχέσεις.
Όταν καθίσει στο τραπέζι της πολιτικής διαπραγμάτευσης απέναντι από την κυρία Μέρκελ το ζητούμενο για τον Έλληνα πρωθυπουργό δεν πρέπει να είναι πώς θα περάσει όσα συμφωνήσει στην ελληνική κοινή γνώμη ή οι όποιες αντιδράσεις της αντιπολίτευσης τύπου «εμείς τα λέγαμε αλλά δεν μας ακούγατε…». Το ζητούμενο είναι ένας έντιμος συμβιβασμός που ως τελικό στόχο θα έχει να μπει, επιτέλους, η χώρα σε τροχιά ανάπτυξης.
Και προς αυτήν την κατεύθυνση δεν βοηθούν:
– ούτε οι καθημερινές συνεντεύξεις του κ. Βαρουφάκη, ο οποίος παρά την καλή του διάθεση να διορθώσει τα όσα στραβά έχει πει όταν μιλάει συνεχώς πέφτει και σε νέα λάθη,
– ούτε οι δηλώσεις του υπουργού Επικρατείας κ. Φλαμπουράρη ότι το χρέος θα αποπληρωθεί με… αέρα,
– ούτε οι δηλώσεις Καμμένου με τις οποίες υποστήριξε ότι ο Σόιμπλε δεν χάρηκε από το ραντεβού Μέρκελ – Τσίπρα και κάλεσε τη Γερμανίδα καγκελάριο να θέσει στο περιθώριο τον Σόιμπλε μαζί με τον Σούλτς
– ούτε η απόφαση της κυρίας Βαλαβάνη να καταργήσει τελικά το ΤΑΙΠΕΔ και να δημιουργήσει ένα νέο Δημόσιο Ταμείο του οποίου τα έσοδα δεν θα πηγαίνουν στην αποπληρωμή του χρέους αλλά μόνο στη συντήρηση των Ασφαλιστικών Ταμείων και στην ενίσχυση της κοινωνικής πολιτικής της κυβέρνησης, χωρίς βέβαια να τίθενται προς πώληση ακτές. Απόφαση που ακούγεται όμορφα στα αυτιά του καθενός αλλά θα αποτελέσει νέο σημείο τριβής με τους εταίρους, καθώς θα πέρναγε πιο εύκολα η σταδιακή αλλαγή σκοπού του Ταμείου.
Αυτό που πρέπει να καταλάβει ο πρωθυπουργός στις μέρες και στις ώρες που μεσολαβούν έως την κρίσιμη συνάντηση με την κυρία Μέρκελ, είναι ότι τα στελέχη της κυβέρνησής του πρέπει πάση θυσία να αποφύγουν δηλώσεις που θα δώσουν τροφή για συζητήσεις και θα αποτελέσουν «αγκάθια» στην πολιτική διαπραγμάτευση που επιδιώκει.
Όποιος με δηλώσεις του στο διάστημα έως τη συνάντηση Τσίπρα – Μέρκελ δώσει λαβή για παρανοήσεις και σχόλια ουσιαστικά υπονομεύει την Κυβέρνηση και τη χώρα. Γιατί ο κ. Τσίπρας δεν πηγαίνει στο Βερολίνο ως πρωθυπουργός των ΣΥΡΙΖΑ- ΑΝΕΛ, αλλά ως πρωθυπουργός της Ελλάδος.
Το μέλλον της Ελλάδος στην Ενωμένη Ευρώπη παίζεται ουσιαστικά στη συνάντηση της Δευτέρας.
Την Ελλάδα εκπροσωπεί, που αποτελεί έναν κρίκο στο ευρωπαϊκό οικοδόμημα. Και το οικοδόμημα αυτό όχι μόνο δεν πρέπει να σπάσει, αλλά πρέπει να πάψουμε να αποτελούμε τον «αδύναμο κρίκο» του. Άλλωστε τόσο ο κ. Τσίπρας όσο και οι σύντροφοι και κυβερνητικοί του σύμμαχοι πρέπει να καταλάβουν ότι τις μάχες τις κερδίζεις πιο εύκολα από μέσα παρά όταν είσαι εκτός συστήματος.
Η Μέρκελ και τα γκράφιτι στο Πολυτεχνείο
Το εσωτερικό πρόβλημα φαίνεται ότι είναι το μεγαλύτερο πρόβλημα αυτής της κυβέρνησης. Ουσιαστικά το πρόβλημα εντοπίζεται όχι πώς θα πείσει το εκλογικό σώμα για την αναγκαία στροφή προς το ρεαλισμό αλλά πώς θα πείσει τα στελέχη και τους υπουργούς της να τον εφαρμόσουν. Χάριν ενός ιδιότυπου λαϊκισμού και μιας περίεργης ιδεοληψίας που αποτελεί και μειοψηφία στην κοινωνία, η κυβέρνηση αδυνατεί να εφαρμόσει ακόμα και τη νομιμότητα. Έτσι είδαμε να είναι απούσα όταν επί τρεις μέρες κάποιες ομάδες… «καλλιτεχνών», έβαφαν με κακόγουστα γκράφιτι το κτήριο του Πολυτεχνείου, αλλά ήταν το ίδιο απούσα και όταν η Σύγκλητος του Ιδρύματος αποφάσισε να αποκαταστήσει τις ζημιές και να επαναφέρει το κτήριο στην αρχική του μορφή. Ήρκεσαν κάποιες διαμαρτυρίες από το διαδίκτυο του «Ελεύθερου Αυτοσχεδιαζόμενου θεάτρου Εμπρός» και… τριών(!!!) κυριών με βαμμένα πρόσωπα για να σταματήσει (προσωρινά ελπίζουμε) η αποκατάσταση του κτηρίου. Το ερώτημα που προκύπτει όμως είναι πώς όταν δεν είσαι σε θέση να εφαρμόσεις τη νομιμότητα, όταν κάνεις πίσω ακόμα και στην αποκατάσταση του κτηρίου του Πολυτεχνείου από τα κακόγουστα γκράφιτι, ή όταν ανέχεσαι την κατάληψη της Νομικής από μια χούφτα αναρχικούς που ζητούν την απελευθέρωση του Ξηρού, πώς θα εφαρμόσεις όσα συμφωνήσεις με τη Μέρκελ; Είναι ένα ερώτημα που μόνο ο ίδιος ο κ. Τσίπρας και η ζωή (όχι η Κωνσταντοπούλου), θα δώσουν απάντηση. Αρκεί η απάντηση να μην είναι τραγική…
Υ.Γ. Τελικά επικράτησε η λογική και συνεργεία του Δήμου σβήνουν το γκράφιτι από το Πολυτεχνίο. Ελπίζουμε να μην υπάρξουν προβλήματα στην αποκατάσταση του ιστουρικού κτηρίου και της νομιμότητας. Μένει η νομική. Θα τολμήσουν να αδειάσουν το κτήριο από τους υπερασπιστές του Ξηρού;