γράφει ο Δρ. Παναγιώτης Καρκατσούλης.
Για όσους διαβάζουν, κυρίως, με το συναίσθημα αυτές τις γραμμές δηλώνω ότι δεν μου άρεσε ούτε μου αρέσει η αισθητική ή η πολιτική αντίληψη του Παπαντωνίου, του Τσοχατζόπουλου και πολλών άλλων της συνομοταξίας αυτής. Προσωπικώς, δεν θεωρώ ότι αυτή η δήλωσή έχει κάποια αξία, πλην όμως την μοιράζομαι με εκείνους για τους οποίους έχει. Πολύ περισσότερο ενδιαφέρον έχει η δικαστική εξέλιξη της υπόθεσης και, ιδίως, κατά το τμήμα της που δεν θέτει στο απυρόβλητο τις πολιτικές παρεμβάσεις στην λειτουργία της. Η ελληνική δικαιοσύνη την οποία, κατά τα λοιπά, όλοι σεβόμαστε, δοκιμάζεται από υπονομευτές τύπου Ρασπούτιν (για να δανειστώ την εύστοχη μεταφορά της κ. Ραϊκου). Κι αυτό δεν πρέπει να μας διαφεύγει ούτε στην υπόθεση Παπαντωνίου.
Ενδιαφέρον έχει, επίσης, μια ανάλυση εκείνων που συγκαταλέγονται στον εσμό των ατόμων που ξιφουλκούν κατά του κ. Σημίτη, γενικώς. Κάποιοι ανήκουν στους «μηδενεξηντάρηδες» των υπογείων του Μαξίμου, κάποιοι άλλοι έχουν ανεξόφλητους λογαριασμούς ή προσπαθούν, τώρα, να ρεφάρουν από «ζημιές» που έπαθαν εκείνη την εποχή. Όλοι αυτοί στρέφονται με ιδιαίτερη ένταση εναντίον των πεπραγμένων εκείνης της περιόδου. Τα πυρά τους συγκεντρώνονται, ιδίως, εναντίον της εξευρωπαϊσμού της χώρας που τότε έγινε πράξη- μια κορυφαία στιγμή της απο-Βαλκανιοποίησης της χώρας. Η κοινή, εμφανής είτε αφανής, ταυτότητά τους είναι εκείνη των Ευρωθαφτών.
Όλοι αυτοί, λοιπόν, δεν δίνουν δεκάρα για την θεσμική ενίσχυση της Πολιτείας μας ώστε να μπορεί να αντιμετωπίσει φαινόμενα τύπου Παπαντωνίου. Αντιστάθηκαν κι εξακολουθούν να αντιτίθενται σε όλες τις μεταρρυθμιστικές προσπάθεις από την Διαύγεια μέχρι την Αρχή για το ξέπλυμα μαύρου χρήματος (θυμάται κανείς τον κ. Νικολούδη;).
Υπηρετούν ένα κοντόθωρο πολιτικό σχέδιο που στοχεύει, προεχόντως, στην αποδυνάμωση του Κινήματος Αλλαγής. Πριν, όμως, καλά καλά στήσουν τα πανηγύρια, εισέβαλε ο ελέφαντας στο δωμάτιο με την συνέντευξη του κ. Κοτζιά στο Κρήτη tv. Ο πρώην υπουργός Εξωτερικών κατήγγειλε ευθαρσώς τον χρηματισμό της κυβέρνησης (!) «για να αγοράσει ξένους» (verbatim). Μετά τη βόμβα Κοτζιά επικρατεί μια αιδήμων σιωπή στην κυβέρνηση. Ο κυβερνητικός εκπρόσωπος δηλώνει ότι δεν ασπάζεται τις θεωρίες συνωμοσίας που διαδίδει ο συγκυβερνήτης και υπουργός Εθνικής Άμυνας.
Είτε δεν συνειδητοποιούν τι ακριβώς σημαίνουν αυτά που λέει ο κ. Κοτζιάς, οπότε κινούνται στην περιοχή της ασύγγνωστης πλάνης, είτε τα συνομολογούν. Εάν χρηματίστηκαν διέπραξαν ένα προφανές έγκλημα. Εάν, δε, επεχείρησαν να εξαγοράσουν αξιωματούχους άλλης χώρας, τότε πρέπει να διερευνηθεί κατά πόσον βρισκόμαστε κοντά στην περίπτωση της πρόκλησης ζημίας στα εθνικά συμφέροντά μας.
Πέρα από την δικαστική διερεύνηση της υπόθεσης αυτής, ένα είναι βέβαιο: Μια κυβέρνηση που διαχειρίζεται μαύρο χρήμα για να εξαγοράζει πολιτικούς είτε πολίτες σίγουρα δεν έχει χαρακτηριστικά κυβέρνησης δημοκρατικής χώρας και προσομοιάζει στην Κόζα Νόστρα. Χωρίς καμία συγχωρητική διάθεση για όσους καταχράστηκαν δημόσιο χρήμα και με δηλωμένη την πρόθεσή μας να τιμωρηθούν υποδειγματικά, μια κυβέρνηση μαφιόζων μπορεί, ωστόσο, να προκαλέσει μια απείρως μεγαλύτερη οικονομική, πολιτική και κοινωνική ζημία.
Το κείμενο αυτό δημοσιεύτηκε και στον Φιλελεύθερο.