Guest

Κοινός νους

 

       Και βλέπουμε τη διαφορά μεταξύ των δύο εννοιών, με τις αποφάσεις που λαμβάνονται στην αντιμετώπιση των προβλημάτων μας. Βλέπουμε π.χ., ότι για κάθε νόμο, που θεωρούμε ότι δεν μας ευνοεί ή που ακόμα και δεν συμφωνούμε, να καταφεύγουμε, χωρίς κανένα δισταγμό, στην απεργία. Για να ικανοποιήσουμε τις ανάγκες μας, για να διαφυλάξουμε αυτά που έχουμε, για να απαιτήσουμε περισσότερα, για να διαμαρτυρηθούμε. Αν και προκαταβολικά ξέρουμε ότι η απεργία δεν θα φέρει τα προσδοκόμενα, ότι δεν θα ικανοποιηθούν τα αιτήματά μας, εν τούτοις, αγνοούμε το κοινό νου που μας φωνάζει ότι είναι μάταιο, αλλά εμείς εξακολουθούμε να ακολουθούμε τη δική μας λογική. Ότι μόνον με απεργία μπορούμε να διατυπώσουμε τη διαμαρτυρία μας. Δεν υπάρχει άλλος τρόπος. Σε τι βοηθάει όμως η απεργία αφού ξέρουμε ότι η κυβέρνηση, για διάφορους λόγους (έλλειψη πόρων, μνημόνιο), δεν θα ενδώσει; Απλώς, βγάζουμε τα απωθημένα μας.

       Άλλο ένα ατόπημα που βγαίνει από τη πεποίθησή μας ότι έχουμε πάντα δίκιο όταν απεργούμε, γίνεται φανερό με την έλλειψη ευθύνης για τυχόν ζημιές που πιθανόν θα προξενήσουμε στη διάρκεια των απεργιών μας. Επειδή πάντα όταν απεργούμε κατεβαίνουμε στο δρόμο για να διαδηλώσουμε, αν στη διάρκεια της πορείας μας προκληθούν ζημιές σε περιουσία ανθρώπων, που δεν έχουν να κάνουν τίποτα με τους «αγώνες» μας, το θεωρούμε σαν παράπλευρη απώλεια και φυσική απόρροια του δικαιωμάτός μας να εκφραστούμε. Δεν αποδεχόμαστε καμία ευθύνη και δεν αισθανόμαστε ότι έχουμε την υποχρέωση, σαν διαδηλωτές, σαν διαμαρτυρόμενοι, σαν υπεύθυνοι πολίτες, να τους αποζημιώσουμε για τις απώλειές τους. Μάλιστα, το θεωρούμε παράλογο αν κάποιος θιγόμενος ζητήσει αποζημίωση. Πως μπορούμε να αγνοήσουμε και να κλείσουμε τα μάτια στη ζημιά που προκαλέσαμε; Από που βρήκαμε αυτό το δικαίωμα; Ποιο εγχειρίδιο δημοκρατίας, ποιο Σύνταγμα μας δίνει αυτό το δικαίωμα; Αναμφισβήτητα, όλες αυτές οι περιπτώσεις «λογικής» συμπεριφοράς εκ μέρους μας, αποτελούν κλασσικό παράδειγμα απεμπόλησης του κοινού νου γα να εξυπηρετήσουμε τη λογική μας. Τη λογική, που οι συνδικαλιστές, λανθασμένα, μας έχουν πείσει να πιστέψουμε ότι πρέπει να υπηρετήσουμε.

       Έτσι, στη διάρκεια της απεργίας μας, βρίσκουμε λογικό και απαράβατο δικαίωμά μας να κάνουμε και μερικές ακόμα ανομίες. Να κάψουμε ένα Αστυνομικό Τμήμα, να κάνουμε καταλήψεις σε δημόσια κτίρια και να δώσουμε το δικαίωμα στον εαυτό μας να τα καταστρέψει, να προπηλακίσουμε ή και να δείρουμε τους βουλευτές, να σκάψουμε το δρόμο για να μη περάσει η αστυνομία και ό,τι άλλο νομίζουμε ότι εξυπηρετεί τη λογική μας. Σε επίρρωση των παραπάνω διαπιστώσεων, βλέπουμε σήμερα, τους απολυμένους υπαλλήλους της παλιάς ΕΡΤ να παρανομούν έχοντας κάνει κατάληψη του κτιρίου στην Αγία Παρασκευή, με το δικαιολογητικό ότι «προστατεύουν τη νομιμότητα και διαφυλάττουν τη δημόσια περιουσία». Αν είναι δυνατόν! Ή , το χειρότερο που άκουσα και που αγγίζει τα όρια της προστυχιάς, οι καθηγητές, πάντα με τη δική τους λογική, να παρακινούν τους μαθητές να κάνουν κατάληψη των σχολείων τους για να πληρώνονται (οι καθηγητές) τις ημέρες που θα απεργούν και να φαίνονται ότι οι καταληψίες δεν τους επιτρέπουν να πάνε στις τάξεις τους. Είναι εγκληματικό εκ μέρους των συνδικάτων, να παρακινούν και να εθίζουν τα νέα παιδιά, ακόμα και του δημοτικού, στην ανομία για να ικανοποιηθούν οι απαιτήσεις τους; Και οι γονείς, όχι μόνον να το εγκρίνουν, αλλά και να είναι υπερήφανοι που τα μικρά παιδιά τους παρανομούν. Έχουμε τόσο πολύ πορωθεί πολιτικά που δεν αντιλαμβανόμαστε τη ζημιά που επιφέρουμε στη διαμόρφωση του χαρακτήρα του παιδιού μας. Δημιουργούμε ένα πολίτη που θα πιστεύει πως η ανομία ή και η παρανομία είναι ο μόνος τρόπος για να πετύχει στη ζωή του. Μόνο με «αγώνες» (εκβιαστική επαιτεία) και όχι με σκληρή δουλειά και δημιουργική προσπάθεια. Δημιουργούμε μια κοινωνία, της οποίας τα μέλη χωρίς δημιουργικό προσανατολισμό, δεν θα ξέρουν πως να δημιουργούν, αλλά σε όλη τους τη ζωή θά εχουν το ένα χέρι απλωμένο για επαιτεία και στο άλλο να έχει το όπλο της απεργίας να απειλουν για να τους δώσουν. Αυτή τη κοινωνία θέλουν οι εργατοπατέρες, για να είναι χρήσιμοι και να μπορούν έτσι να ζουν χωρίς να δουλεύουν.

       Φυσικά έχουμε το δικαίωμα να απαιτήσουμε καλύτερους όρους εργασίας, αλλά όταν καλούμεθα να συζητήσουμε τις απαιτήσεις μας, οιεσδήποτε και αν είναι, δεν μπορούμε να πηγαίνουμε με τις κόκκινες γραμμές μας. Πρέπει να πάμε να διαπραγματευθούμε, δηλαδή να πάρουμε αλλά να είμαστε και έτοιμοι δώσουμε. Η λύση πάντα βρίσκεται στη μέση. Αν δεν συμφωνήσουμε, φυσικά, έχουμε το δικαίωμα να απεργήσουμε, αλλά αυτή πρέπει να γίνεται με φειδώ. Όχι για ψύλου πήδημα. Ναι, να απεργούμε στη λήξη της σύμβασής μας με τον εργοδότη μας αλλά όχι και να προβαίνουμε σε απεργία διαμαρτυρίας και για συμπαράσταση μιας άλλης ομάδας εργαζομένων, για λόγους που δεν μας αφορούν άμεσα. Ούτε πρέπει η απεργία μας να αναστατώνει τη κοινωνία και να την εμποδίζει να κερδίζει τα προς το ζην. Η κοινωνία έχει απηυδήσει με τις συνεχείς αναστατώσεις της καθημερινής ρουτίνας τους. Πρέπει, σαν εργαζόμενοι, να ενστερνισθούμε ότι δεν έχουμε μόνον εμείς δικαιώματα, έχουν και οι άλλοι και δεν πρέπει να τους τα καταπατάμε. Θέλουν να πάνε βόλτα στη Πανεπιστημίου, να ψωνίσουν στη Μητροπόλεως, να αγοράσουν το φάρμακό τους. Με ποιο δικαίωμα τους σταματάμε; Τα δικαιώματά μας σταματάνε εκεί που αρχίζουν τα διακιαώματα του άλλου. Υπάρχουν και άλλοι γύρω μας, με ανάγκες, με επιθυμίες, με όνειρα και δεν έχουμε κανένα δικαίωμα να γίνουμε εμπόδιο στην επιδίωξή τους να τα ικανοποιήσουν. Μια απεργία πρέπει να θεωρηθεί επιτυχής αν έχει και τη κοινωνική συμπάθεια και συναίνεση. Θυμάμαι την αγανάκτηση του κόσμου όταν λίγο πριν κλείσει η ΕΡΤ, οι δημοσιογράφοι της απήργησαν, διότι ο Διευθύνων Σύμβουλος του οργανισμού επετίμησε ένα εκφωνητή για κάτι που είχε διατυπώσει στον αέρα και θεώρησε ανάρμοστο.    

     Βρίσκουμε πολλές δικαιολογίες να αλαφρύνουμε τη συνείδησή μας όταν αγνοούμε τελείως το κοινό νου και το νόμο και η επικρατέστερη είναι γιατί είμαστε οργισμένοι, προδομένοι, πεινασμένοι, άνεργοι, απελπισμένοι. Το πρόβλημα όμως είναι οτι όταν είμαστε συναισθηματικά φορτισμένοι δεν μορούμε ποτέ να πάρουμε τις σωστές αποφάσεις και με λάθος αποφάσεις δεν μπορούμε να θεραπεύσουμε τις ανάγκες μας, αλλά, απεναντίας, τις κάνουμε πιο έντονες.

     Είναι αλήθεια ότι διερχόμαστε μια δύσκολη κατάσταση. ότι το μέλον μας είναι αβέβαιο και ότι η κατάσταση που ζούμε δεν γεννά ούτε καν την ελπίδα. Επομένως, είναι αναγκαίο να παραδεχτούμε όμως ότι οι συνεχής προσφυγή στις απεργίες, δεν θα συμβάλει στη βελτίωση των συνθηκών της ζωής μας, ούτε θα λύσει ριζικά τα προβλήματά μας, αλλά απεναντίας, θα μας κάνει τη ζωή πιο δύσκολη. Είναι απόλυτη ανάγκη να παραμερίσουμε το συναίσθημα και, πολύ περισσότερο, τη δική μας λογική, ώστε να μπορέσουμε να δούμε τα πράγματα όπως ακριβώς είναι, με τις πραγματικές τους διαστάσεις, με τα πραγματικά τους χρώματα, ώστε να μπορέσουμε έτσι να πάρουμε τις σωστές αποφάσεις που θα δώσουν τη λύση της λύτρωσης από το σταυρό πάνω στον οποίον σήμερα ο Ελληνικός λαός σφαδάζει. Και η λύτρωση δεν θα έλθει μόνο για αυτούς ούτε από αυτούς που απεργούν, θα έλθει από κάθε ένα από μας, από όλους μας και για όλους μας. Και σαν πρώτο βήμα, ας αρχίσουμε όλοι μας να τηρούμε τους νόμους, γιατί χωρίς έννομη τάξη δεν μπορούμε να έχουμε ούτε δημοκρατία ούτε δικαιώματα.

Προηγουμενο ΑρθροΕπομενο Αρθρο

Ο Κωνσταντίνος Λυκογιάννης, είναι συνταξιούχος επιχειρηματίας και διαμένει στη Νέα Υόρκη. Γεννήθηκε στο Νομό Ηλείας πριν 90 χρόνια και πριν φύγει για την Αμερική, ήταν υποδιευθυντής του υποκαταστήματος της Ιονικής και Λαϊκής Τράπεζας στη Κηφισιά και ασχολείται με το γράψιμο ερασιτεχνικά.

Κοινός νους

του Κωνσταντίνου Λυκογιάννη.

     Όλες αυτές οι διαδηλώσεις, οι καταλήψεις δημοσίων κτιρίων, η καταστροφή ξένης και δημόσιας περιουσίας, το δεν πληρώνω, η φοροδιαφυγή και ότι άλλες νόμιμες ή παράνομες ενέργειες που συνοδεύουν τις διεκδικήσεις των εργαζομένων, γίνονται χωρίς να έχουν εκτιμηθεί σωστά οι ανάγκες των εργαζομένων σε συνάρτηση με τις πραγματικότητες που επικρατούν στην υπό κατάρευση οικονομία μας. Οι αποφάσεις που παίρνονται για τις κινητοποιήσεις αποφασίζονται σύμφωνα με τη «λογική» μας και όχι με γνώμονα το «κοινό νου» (common sense). Και υπάρχει μεγάλη διαφορά μεταξύ των δύο αυτών εννοιών, όπως έχει επικρατήσει να εφαρμόζονται στη χώρα μας. Ο όρος «λογική» είναι μια έννοια σχετική και εξαρτάται από πολλούς παράγοντες, όπως, πολιτικές ή θρησκευτικές μας πεποιθήσεις, οι ανάγκες μας, οι καιρικές συνθήκες, η οικονομική μας κατάσταση, η μόρφωσή μας, τα συμφέροντα ή ενδιαφέροντά μας, με κέντρο πάντα το «εγώ» μας. Δηλαδή, βλέπουμε λογικό ό,τι μας ευνοεί και παράλογο ό,τι δεν μας συμφέρει. Ο «κοινός νους» όμως είναι κάτι διαφορετικό. Είναι η απόλυτη λογική, που βγαίνει από την ήρεμη σκέψη και γίνεται αποδεκτή, χωρίς αντιρρήσεις, από όλους και μάλιστα χρησιμοποιείται σαν μέτρο δικαίου από το νομοθέτη και τα δικαστήρια. Μια σωστή απόφαση που δεν βασίζεται σε μια εξειδικευμένη γνώση.(Sound judgment not based on specialized knowledge. Dictonary of American Heritage). Αυτό που συνθέτει το «ένα και ένα κάνουν δύο».

Συνεχίζοντας να χρησιμοποιείτε την ιστοσελίδα, συμφωνείτε με τη χρήση των cookies. Περισσότερες πληροφορίες.

Οι ρυθμίσεις των cookies σε αυτή την ιστοσελίδα έχουν οριστεί σε "αποδοχή cookies" για να σας δώσουμε την καλύτερη δυνατή εμπειρία περιήγησης. Εάν συνεχίσετε να χρησιμοποιείτε αυτή την ιστοσελίδα χωρίς να αλλάξετε τις ρυθμίσεις των cookies σας ή κάνετε κλικ στο κουμπί "Κλείσιμο" παρακάτω τότε συναινείτε σε αυτό.

Κλείσιμο