γράφει ο Κωνσταντίνος Μαργαρίτης.
Η παιδεία πρέπει να βρίσκεται σε προτεραιότητα σε όλα τα κράτη-μέλη της ΕΕ.
Οι εκθέσεις που κατά διαστήματα βλέπουν το φως της δημοσιότητας είναι ανησυχητικές και συνάμα δίνουν το στίγμα της επανεκκίνησης σε πολλά επίπεδα.
Ο διάλογος για τη παιδεία δε χωρά κομματικές αντιπαραθέσεις , αλλά προκαλεί για γόνιμες συνθέσεις και συνεργασίες.
Η έκθεση παρακολούθησης της εκπαίδευσης και της κατάρτισης της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, δείχνει ότι τα εθνικά εκπαιδευτικά συστήματα γίνονται συνεχώς αποτελεσματικότερα και με λιγότερους αποκλεισμούς. Ωστόσο, επιβεβαιώνει επίσης ότι το μορφωτικό επίπεδο των μαθητών εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από το κοινωνικοοικονομικό υπόβαθρό τους.
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή στηρίζει τα κράτη μέλη ώστε να διασφαλίζουν ότι τα εκπαιδευτικά τους συστήματα είναι αποτελεσματικά — τα στοιχεία που δημοσιεύονται στην ετήσια έκθεση παρακολούθησης της εκπαίδευσης και της κατάρτισης είναι ένα σημαντικό μέρος του έργου αυτού. Η τελευταία έκθεση δείχνει ότι, παρόλο που τα κράτη μέλη έχουν σημειώσει πρόοδο ως προς την επίτευξη των περισσότερων από τους βασικούς στόχους της ΕΕ για τη μεταρρύθμιση και τον εκσυγχρονισμό της εκπαίδευσης, πρέπει να καταβληθεί μεγαλύτερη προσπάθεια για την επίτευξη της ισότητας στην εκπαίδευση.
Σε ότι αφορά στη πατρίδα μας η έκθεση μεταξύ άλλων αναφέρει ότι , το ποσοστό μαθητών με χαμηλές επιδόσεις στις φυσικές επιστήμες, στα
μαθηματικά και στην κατανόηση κειμένου, όπως μετρήθηκε από το πρόγραμμα PISA2015 είναι μεγαλύτερο από τον μέσο όρο της ΕΕ και είναι ιδιαίτερα υψηλό μεταξύ των μαθητών που προέρχονται από οικογένειες μεταναστών. Το φύλο και η κοινωνικοοικονομική κατάσταση επηρεάζουν σημαντικά τις επιδόσεις των μαθητών.
Το ποσοστό ολοκλήρωσης της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης είναι υψηλό, αλλά το ποσοστό απασχόλησης των πρόσφατων αποφοίτων παραμένει χαμηλό και οι μακροοικονομικές αναντιστοιχίες δεξιοτήτων εξακολουθούν να υφίστανται, οδηγώντας σε σημαντική εκροή ατόμων με υψηλού επιπέδου δεξιότητες.
Νέα μέτρα πολιτικής στοχεύουν στην ενίσχυση της ποιότητας της σχολικής εκπαίδευσης, αλλά οι προσπάθειες για την επίτευξη μεγαλύτερης αυτονομίας και αποδοτικότητας φαίνεται να είναι ανεπαρκείς.
Η Ελλάδα καταβάλλει σημαντικές προσπάθειες για να παράσχει εκπαίδευση στα παιδιά των προσφύγων, αλλά εξακολουθούν να υπάρχουν πολλές προκλήσεις όσον αφορά την ένταξή τους στη γενική εκπαίδευση.
Η μεταρρύθμιση της επαγγελματικής εκπαίδευσης και κατάρτισης σημειώνει πρόοδο, αλλά υπάρχει περιθώριο για περαιτέρω αύξηση της ελκυστικότητάς της και για ενίσχυση της συμμετοχής.
Ο κ. Τίμπορ Νάβρατσιτς, Επίτροπος της ΕΕ αρμόδιος για την εκπαίδευση, τον πολιτισμό, τη νεολαία και τον αθλητισμό, τόνισε : «Η ανισότητα εξακολουθεί να στερεί από πάρα πολλούς Ευρωπαίους την ευκαιρία να έχουν μια όσο το δυνατόν καλύτερη ζωή. Αποτελεί επίσης απειλή για την κοινωνική συνοχή, τη μακροπρόθεσμη οικονομική ανάπτυξη και την ευημερία. Πάρα πολύ συχνά τα εκπαιδευτικά μας συστήματα διαιωνίζουν την ανισότητα — όταν δεν μεριμνούν για όσους προέρχονται από τα φτωχότερα στρώματα· όταν η κοινωνική θέση των γονέων καθορίζει τις εκπαιδευτικές επιδόσεις και μεταφέρει τη φτώχεια και τις μειωμένες ευκαιρίες στην αγορά εργασίας από τη μια γενιά στην επόμενη. Θα πρέπει να κάνουμε περισσότερα για την αντιμετώπιση αυτών των ανισοτήτων. Τα εκπαιδευτικά συστήματα έχουν έναν ιδιαίτερο ρόλο να διαδραματίσουν στην οικοδόμηση μιας πιο δίκαιης κοινωνίας, προσφέροντας ίσες ευκαιρίες σε όλους.»
Ένας από τους στόχους της ΕΕ για το 2020 είναι να μειωθεί το ποσοστό των μαθητών ηλικίας 15 ετών που έχουν χαμηλές επιδόσεις όσον αφορά τις βασικές δεξιότητες στην ανάγνωση, τα μαθηματικά και τις θετικές επιστήμες.
Στην ΕΕ, οι επενδύσεις στην εκπαίδευση έχουν ανακάμψει από τη χρηματοπιστωτική κρίση και έχουν αυξηθεί ελαφρά (κατά 1 % σε ετήσια βάση σε πραγματικούς όρους). Στα δύο τρίτα περίπου των κρατών μελών καταγράφεται αύξηση. Τέσσερις χώρες αύξησαν τις επενδύσεις κατά ποσοστό μεγαλύτερο από 5 %, κατέληξε ο αρμόδιος Επίτροπος κ. Νάβρατσιτς.
Η παιδεία και ο πολιτισμός αποτελούν προκλήσεις για κάθε κράτος-μέλος της ΕΕ , που οφείλει να αναπτύξει και να ενισχύσει με το καλύτερο τρόπο.
Η Ελλάδα καλείται να παρουσιάσει το δικό της όραμα και να το προβάλει με το καλύτερο δυνατό τρόπο.