Ασφαλώς και κάτι τέτοιο δεν συνέβαινε γιατί απλώς η Νέα Ελλάδα δεν είναι ούτε κόμμα, ούτε κίνημα. Είναι όμως ένα όραμα, μια ελπίδα για να δούμε μπροστά, για να προχωρήσουμε στο μέλλον.
Ποια είναι όμως η παλιά Ελλάδα; Η Ελλάδα του λαϊκισμού, της υποκρισίας, της προχειρότητας, της φαυλότητας, της ανικανότητας να εκμεταλλευτεί ευκαιρίες, της ευκολίας να θυσιάζει μπρος στον κομματισμό και στον φαιδρό συνδικαλισμό τα πιο υγιή της στοιχεία, των μεγάλων λόγων και των μεγαλύτερων ψεμάτων, όσων δεν καταφέραμε γιατί είμαστε λίγοι και όσων πληγώσαμε γιατί είμαστε οι αλαζόνες και οι εγωιστές μιας εξουσίας που πικραίνει τους πολλούς ευνοώντας τους λίγους. Και πόσα άλλους χαρακτηρισμούς μπορούμε να προσθέσουμε, ο καθένας από τη δική του πλευρά, με τα δικά του βιώματα…
Και σήμερα; Μήπως όλα αυτά άλλαξαν; Μήπως η διαπλοκή και οι διαπλεκόμενοι μπήκαν στην φυλακή της δικαιοσύνης και στο περιθώριο της κοινωνίας; Μήπως οι πολιτικοί που πλούτισαν εκμεταλλευόμενοι αξιώματα ντρέπονται να περπατήσουν ανάμεσα στους πολίτες; Μήπως αυτοί που σκύβουν υποτακτικά το κεφάλι τους στα συμφέροντα, στα κανάλια και στις εφημερίδες εκλιπαρώντας για λίγη προβολή δεν θα προταθούν από τα κόμματά τους για τα ψηφοδέλτια; Μήπως τα κόμματα αξιολογούν τους βουλευτές τους με βάση αρχές και αξίες όπως το ήθος, η εντιμότητα, η συνέπεια στη ζωή και στην δουλειά τους; Μήπως οι δομές και οι λειτουργίες του κατά κοινή ομολογία απαξιωμένου και τελειωμένου πολιτικού μας συστήματος αλλάζουν; Μήπως λέγεται η αλήθεια στους έλληνες πολίτες; Μήπως οι πολίτες γύρισαν την πλάτη τους σε όσους πολιτεύονται με λαϊκισμό και δημαγωγία, σε όσους τους χαμογελούν υποκριτικά και τους χτυπάνε «φιλικά» στην πλάτη, σε όσους τους υπόσχονται λαγούς και πετραχήλια;
Άραγε τι έχει αλλάξει μέσα από αυτή την κρίση: Η οικονομική πολιτική, το φορολογικό νομοσχέδιο, η έκτακτη εισφορά, η ισοπεδωτική δημοσιονομική πολιτική και άλλα που μοιάζουν και είναι ελάχιστα αλλά δυσβάστακτα για την πλειοψηφία μπρος στο κυρίαρχο πρόβλημα που είναι οι θεσμοί, οι αξίες, η παιδεία, η κοινωνική δικαιοσύνη.
Η μεταπολίτευση δεν είναι μόνο χρονικός προσδιορισμός της νεώτερης ελληνικής ιστορίας. Είναι πολύ περισσότερα που συνοδεύτηκαν από επιτυχίες, γνώρισαν ευημερία και κατέληξαν σήμερα στην διαπραγμάτευση των spreads και των cds και στην καθημερινή αγωνία για το τι θα πουν οι οίκοι… αξιολόγησης. Κατέληξαν στην κατάντια ενός έθνους που παρασύρθηκε από τις σειρήνες της απληστίας, της υποτιθέμενης ευμάρειας και δεν κατάφερε την αυτοκυριαρχία του. Και όλα αυτά με τρεις γενιές πολιτικών (αυτών που πολιτεύονταν πριν την μεταπολίτευση και η αύρα τους υπήρξε και μετά την αποκατάσταση της Δημοκρατίας, τους πολιτικούς της γενιάς του 1974 και τους πολιτικούς του 1990) που κατάφεραν το ακατόρθωτο: να χτίσουν ένα σαθρό οικοδόμημα που στηρίχτηκε σε πήλινα πόδια και μοιραία κατέρρευσε. Φταίνε όλοι τους , σίγουρα όχι. Ήταν ή είναι όλοι τους φαύλοι, σίγουρα όχι. Αυτό που σίγουρα όμως πρυτάνευσε και ακόμα ρυπαίνει την ατμόσφαιρα, μολύνει τη ζωή μας, είναι η νοοτροπία που γιγαντώθηκε και κυριάρχησε στην εποχή τους.
Τα πολιτικά πρόσωπα δεν κρίνονται σήμερα αυστηρά για αυτά που έκαναν στο πρόσφατο ή στο απώτερο παρελθόν και μας οδήγησαν στην σημερινή κατάντια. Κρίνονται κυρίως γι΄ αυτά που δεν κάνουν προκειμένου να βγούμε από την κρίση.
Και αν σε όλα τα παραπάνω προσθέσουμε και όλους εμάς που «πέσαμε από τα σύννεφα» όχι λόγω της σοβαρής θεσμικής κατάντιας μας αλλά λόγω της οικονομικής δυσπραγίας το παζλ της υποκρισίας συμπληρώνεται και έχει ονοματεπώνυμο. Το πιο γελοίο της υπόθεσης είναι ότι υπάρχουν ακόμα ανάμεσά μας πολιτικοί – ανθρωπάκια που «ονειρεύονται» θέσεις, κομματικά στελέχη που ονειρεύονται αξιοποίηση, πολίτες που ονειρεύονται διορισμούς και εξυπηρετήσεις. Προφανώς δεν έχουμε πάρει είδηση – κατά το κοινώς λεγόμενον- τι γίνεται μπροστά μας και γύρω μας.
Ήρθε λοιπόν το τέλος της μεταπολίτευσης;