Αλλά ότι ο ΣΥΡΙΖΑ δεν θα τηρούσε τις δεσμεύσεις του λίγο πολύ το ήξεραν όσοι τον ψήφισαν και μάλιστα πολλοί εξ αυτών το ευχόντουσαν.
Σίγουρα η «κωλοτούμπα» του ΣΥΡΙΖΑ αποτελεί πεδίο αντιπολίτευσης λαμπρό αν θέλουμε να οδηγηθούμε σε μια πολιτική αντιπαράθεση που δεν θα διαφέρει σε τίποτα από εκείνη που είχαμε όλα τα προηγούμενα χρόνια και η οποία μας οδήγησε στη σημερινή κατάσταση. Και μπορούμε να θυμίσουμε την έλλειψη συνεννόησης από την πλευρά του ΠΑΣΟΚ όταν ο Κ. Καραμανλής καλούσε σε εθνική συνεννόηση τον Απρίλη του 2009, την άρνηση του κ. Σαμαρά όταν είχε αναπεπταμένη τη σημαία του αντιμνημονιακού αγώνα το 2010 ή την αντίστοιχη στάση του κ. Τσίπρα όταν ο κ. Σαμαράς από τη θέση του πρωθυπουργού, πλέον, ζητούσε κάτι ανάλογο.
Κάθε φορά λοιπόν επαναλαμβάνεται το ίδιο σκηνικό. Η κυβέρνηση επιζητεί, άλλοτε με ειλικρίνεια άλλοτε μόνο λεκτικά, εθνική συνεννόηση και η αντιπολίτευση εκμεταλλευόμενη την ασυνέπεια προεκλογικών λόγων και κυβερνητικών έργων προσπαθεί να κερδίσει πόντους στο εκλογικό σώμα, το οποίο εν τέλει είναι εκείνο που πληρώνει το «μάρμαρο».
Σύντομα η ΝΔ θα κληθεί να λάβει θέση απέναντι στην αύξηση της φορολογίας που εμμέσως θα περιλαμβάνει η νέα συμφωνία.
Προσωπικά πιστεύω ότι η αύξηση της φορολογίας δεν οδηγεί στην ανάπτυξη και επανειλημμένως το έχω διακηρύξει και εγγράφως και από το βήμα της Βουλής όταν είχα αυτή τη δυνατότητα. Είναι άλλωστε ξένη αυτή η πολιτική προς την ιδεολογία της ΝΔ.
Σήμερα όμως έχουμε να επιλέξουμε ανάμεσα στο λιγότερο κακό. Οι καθυστερήσεις, οι παλινωδίες και οι άστοχοι χειρισμοί της σημερινής κυβέρνησης μας οδήγησαν προ τετελεσμένων. Έχουμε να επιλέξουμε ανάμεσα στη μη σύναψη συμφωνίας που θα οδηγήσει στην χρεοκοπία και στην έξοδο της χώρας από το ευρώ και ανάμεσα στα πρόσθετα μέτρα που πιθανόν οδηγήσουν σε νέες επιβαρύνσεις προς μισθωτούς και συνταξιούχους, με όσους κινδύνους κρύβει μια τέτοια απόφαση για την επί πλέον διάρρηξη του κοινωνικού ιστού.
Υπάρχει όμως μια διαφορά. Στην πρώτη περίπτωση της χρεοκοπίας δεν υπάρχουν περιθώρια αντίδρασης, ενώ στη δεύτερη είναι στο χέρι της ελληνικής κυβέρνησης ποια αντισταθμιστικά μέτρα θα ληφθούν ώστε οι επιπτώσεις των μέτρων στα λαϊκά στρώματα και στις ασθενέστερες κοινωνικές ομάδες να είναι όσο το δυνατόν μικρότερες.
Η ΝΔ διαχρονικά έχει αποδείξει ότι πάνω από το πρόσκαιρο κομματικό συμφέρον θέτει το εθνικό συμφέρον. Την περίοδο που δεν το έπραξε (2010-2011) αναγκάσθηκε να συρθεί τελικά στην προάσπιση των εθνικών συμφερόντων κομματικά τραυματισμένη (δημιουργία ΑΝΕΛ και ΔΗΣΥ).
Η παράταξη που ίδρυσε ο Κωνσταντίνος Καραμανλής πάντα έθετε τα εθνικά συμφέροντα υπεράνω των πρόσκαιρων κομματικών της και για το λόγο αυτόν μπόρεσε και άντεξε στον χρόνο και στη φθορά που άλλα κόμματα δεν κατάφεραν να αντέξουν.
Πριν από 38 χρόνια και περίπου ένα μήνα, ο ιδρυτής του κόμματος, στην ομιλία του στο προσυνέδριο της ΝΔ (2 Απριλίου 1977) έλεγε:
«Η ΝΔ τοποθετείται έξω και πάνω από τις δεσμευτικές και παραπλανητικές ετικέτες της Δεξιάς, του Κέντρου και της Αριστεράς. Γιατί εννοεί σε κάθε περίπτωση να έχει ως μοναδικό γνώμονα της πολιτικής της το συμφέρον του Έθνους».
Ο σημερινός πρόεδρος της ΝΔ στις 6 Μαΐου 2010 έλαβε μόνος του μια λάθος απόφαση που η ΝΔ και η χώρα ακόμα πληρώνει σήμερα ενώ και ο ίδιος υπέστη τις αρνητικές της συνέπειες ως πρωθυπουργός.
Σήμερα οι περιστάσεις και η εμπειρία του επιβάλλουν η απόφαση για τη στάση της ΝΔ απέναντι στη νέα συμφωνία όχι μόνο να είναι σε διαφορετική βάση αλλά και να καθορισθεί από την Κοινοβουλευτική Ομάδα μετά από ενδελεχή συζήτηση και ανάλυση των δεδομένων, ακόμα και από ειδικούς επιστήμονες.
Η εύκολη λύση ότι η μεταβολή στάσης της κυβέρνησης προσφέρει στη ΝΔ πεδίο δόξης λαμπρό για σκληρή και ανέξοδη αντιπολίτευση είναι λάθος. Γιατί δεν πρόκειται για στάση ευθύνης που συνάδει με τις παρακαταθήκες του ιδρυτή της.
Και σε τελική ανάλυση στόχος της ΝΔ δεν πρέπει να είναι πώς θα επωφεληθεί από την εθνική τραγωδία που θα φέρει η χρεοκοπία και η έξοδος από την ευρωζώνη, αλλά το πώς θα αποτρέψει την εθνική καταστροφή και πώς θα διορθώσει τα λάθη της σημερινής κυβέρνησης. Αυτή τη στάση θα εκτιμήσει ο λαός που υποφέρει γιατί αυτή είναι η εθνικά υπεύθυνη στάση.
Αλλά, επιπροσθέτως, υπάρχει και ένα ζήτημα σοβαρότητας, καθώς κανείς δεν θα πιστέψει την αντιμνημονιακή μετάλλαξη της ΝΔ και μάλιστα από τον ίδιο πρόεδρο που ως πρωθυπουργός εφήρμοσε πιστά τις επιταγές του μνημονίου, προβάλλοντας τα αποτελέσματα αυτής της πολιτικής ως προσωπικά του επιτεύγματα.
Τηρώντας υπεύθυνη στάση η ΝΔ θα έχει το δικαίωμα να ασκήσει πιο σκληρή αντιπολίτευση στην κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ. Άλλωστε μια αντιμνημονιακή ρητορική μόνο ανέξοδη δεν θα είναι αφού η πρόσφατη ιστορία έδειξε ότι τις συνέπειες αυτής της πολιτικής η ΝΔ τις πλήρωσε.
Αντί λοιπόν να αναζητούν αυτή τη στιγμή τρόπους για να πληγεί ακόμα περισσότερο η κυβέρνηση και να επιχαίρουν με ρητορικές περί «κωλοτούμπας», ας φροντίσουν να οδηγήσουν την κυβέρνηση σε ορθές αποφάσεις και ας είναι έτοιμοι με προτάσεις για συγκεκριμένα μέτρα που θα ελαχιστοποιήσουν τις επιπτώσεις των πολιτικών παλινωδιών του ΣΥΡΙΖΑ.
Απέναντι στην ανευθυνότητα της κυβερνητικής Αριστεράς, η ΝΔ πρέπει να αντιτάξει τη δική της εθνική υπευθυνότητα.
Θέλετε να διαβάσετε ποιά είναι η καλύτερη και ποιά η χειρότερη στιγμή των 100 πρώτων ημερών ΣΥΡΙΖΑ για τον Γιώργο Κοντογιάννη; Πατήστε εδώ!