γράφει ο Δημήτρης Τζελέπης.
Η κυβέρνηση είχε χτίσει μία εικόνα ότι μπορεί να χειριστεί σωστά δύσκολες καταστάσεις και κρίσεις. Μία από αυτές ήταν ο Έβρος τον Μάρτιο του 2020, η άλλη ήταν η επιτυχής αντιμετώπιση του πρώτου κύματος της πανδημίας.
Ήρθαν όμως οι καλοκαιρινές φωτιές που ανάγκασαν τον πρωθυπουργό να βγει μπροστά να ζητήσει συγγνώμη και να δεσμευθεί ότι θα αλλάξει τα πράγματα. Ο πρωθυπουργός έδειχνε ότι κάτι έμαθε. Το χάος στην Αττική οδό με τον εγκλωβισμό 3.000 αυτοκίνητων έφερε ξανά στην επικαιρότητα το πως η χώρα μας και η κάθε κυβέρνηση κάνει λάθη στην διαχείριση των κρίσεων.
Την Πέμπτη ο πρόεδρος της αξιωματικής αντιπολίτευσης Αλέξης Τσίπρας κατέθεσε πρόταση δυσπιστίας προς την χειρότερη κυβέρνηση που έχει δει ποτέ ο τόπος, όπως ισχυρίστηκε ο ίδιος.
Γιατί το έκανε αυτό; Γιατί ο Τσίπρας και ο ΣΥΡΙΖΑ πλέον έχουν αρχίσει την ομφαλοσκόπηση για το τι πήγε λάθος την περίοδο 2015-2019 τότε που το κόμμα του ΣΥΡΙΖΑ ήταν στην κυβέρνηση. Ο δρόμος προς το συνέδριο και οι αλλαγές που πρότεινε ο ίδιος ο Αλέξης Τσίπρας για την εκλογή του προέδρου από τη βάση δυσαρέστησαν κάποιους στον ΣΥΡΙΖΑ και πιο πολύ αυτούς που προέρχονται από την αριστερή πτέρυγα.
Από την άλλη, ο ΣΥΡΙΖΑ και ο Τσίπρας στοχεύουν στον Νίκο Ανδρουλάκη και το ΚΙΝΑΛ-ΠΑΣΟΚ και θέλουν να τον στριμώξουν για να πάρει μία καθαρή θέση για το ποιος είναι. Ο Αλέξης Τσίπρας και ο ΣΥΡΙΖΑ θέλουν να είναι αυτοί κυρίαρχοι στην κεντροαριστερή πολυκατοικία, να έχουν ικανοποιητικό ποσοστό στις εκλογές για να μιλάνε για δικομματισμό.
Σίγουρα στην Κουμουνδούρου έχουν άγχος για τις δημοσκοπήσεις που εμφανίζουν μία νέα δυναμική για το κόμμα του Νίκου Ανδρουλάκη.
Στο ΚΙΝΑΛ-ΠΑΣΟΚ θα πρέπει να παρουσιάσουν σαφείς θέσεις για πολλά θέματα, γιατί ο Τσίπρας μάλλον εκεί στοχεύει με την πρόταση μομφής προς την πλευρά του Ανδρουλάκη και όχι του πρωθυπουργού.
Ο πρόεδρος του ΚΙΝΑΛ θα πρέπει να απαντήσει κάποια στιγμή τι εννοεί με τον ορό «σοσιαλιστική κυβέρνηση», γιατί η φράση αυτή μοιάζει να κλείνει το μάτι στον ΣΥΡΙΖΑ, σίγουρα προοδευτικό δεν είναι να προτείνεις κυβέρνηση Νέας Δημοκρατίας με τον Βελόπουλο.
Η αντίφαση του ΚΙΝΑΛ είναι ότι, ναι μεν ψηφίζει την πρόταση δυσπιστίας, αλλά δεν θέλει εκλογές. Εάν ψήφιζε παρόν θα τα άκουγε από τον ΣΥΡΙΖΑ ότι κλείνει δεξιά, εάν αποχωρούσε θα το κακολογούσαν ότι το βάζει στα πόδια.
Από την πλευρά της η κυβέρνηση θα βάλει το δίλημμα που θα πάει μάλλον μέχρι τις εκλογές, ότι εάν ψηφίσετε Μητσοτάκη έχετε κυβέρνηση, εάν όχι χάος και ακυβερνησία.
Ο ΣΥΡΙΖΑ θέλει να μπει ξανά στο παιγνίδι και το ΠΑΣΟΚ να αυξήσει την δυναμική του και να μην πέσει στις μυλόπετρες της Νέας Δημοκρατίας και του ΣΥΡΙΖΑ.
Η πρόταση δυσπιστίας είναι και η έναρξη της προεκλογικής περιόδου, όποτε και εάν γίνουν εκλογές. Η κυβέρνηση μπορεί να προχωρήσει στο έργο της εν μέσω μίας παρατεταμένης εκλογικής περιόδου;
Θα πάψουμε στην Ελλάδα να βλέπουμε την πολιτική ως παίγνιο εξουσίας, δηλαδή ποιος θα κερδίσει και ποιος θα χάσει για να έρθει η μία δύναμη ή άλλη;