Οι πρόσφατες εξελίξεις αποδεικνύουν, πως η κρίση χρέους, που ταλανίζει πλέον την καρδιά της Ε.Ε. δεν ήταν μόνο πρόβλημα της Ελλάδας. Τα δομικά προβλήματα του ευρωπαϊκού χρηματοπιστωτικού συστήματος και της νομισματικής ενοποίησης οδήγησαν στην αδυναμία αντιμετώπισης του ζητήματος της αναχρηματοδότησης του δημόσιου χρέους των κρατών μελών. Όταν οι «διεθνείς» κερδοσκόποι, οι αγορές, έδειξαν τις προκλητικές διαθέσεις τους απέναντι στο ευρώ, οι ευρωπαίοι εταίροι μας δεν μπόρεσαν να προβλέψουν τις εξελίξεις. Έχασαν πολύτιμο χρόνο με άστοχα μέτρα σε βάρος των ευρωπαίων πολιτών και κατέληξαν σε αποφάσεις, που στην πορεία αποδεικνύεται, πως όχι μόνο δεν διασώζουν αλλά αυξάνουν περαιτέρω το ρίσκο της επιβίωσης της ευρωζώνης με την σημερινή της μορφή.
Τώρα μπροστά στον κίνδυνο κατάρρευσης του κοινού νομίσματος, οι όποιες αποφάσεις θα πρέπει να παρθούν τάχιστα και φυσικά, όπως συνηθίζεται στην Ε.Ε., να είναι αποτέλεσμα συμβιβασμού, στοχεύοντας στην οικονομική θωράκιση της και την προστασία του ευρώ. Είναι βέβαιο όμως, πως στον βωμό των όποιων σκοπιμοτήτων δεν μπορεί να γίνει αποδεκτή καμία έκπτωση στο ευρωπαϊκό κεκτημένο των λαών της Ευρώπης. Όλα όσα κατακτήθηκαν τα προηγούμενα χρόνια στο επίπεδο της απασχόλησης, της κοινωνικής προστασίας και φροντίδας, στην διασφάλιση ενός αξιοπρεπούς επιπέδου διαβίωσης, στην συνεργατικότητα και την αλληλεγγύη των κρατών μελών πρέπει να διασφαλιστεί. Η Ευρώπη δεν χρειάζεται ηγεμόνες αλλά αναζητά αποφασισμένους ηγέτες, πρωτοπόρους και τολμηρούς, πιστούς στο ευρωπαϊκό όραμα.
Οι εξελίξεις λοιπόν στην Ευρώπη «τρέχουν». Για να μην βρεθούμε μπροστά στον κίνδυνο να ανοίξει σύντομα συζήτηση για το αν είναι εφικτή και εφαρμόσιμη η συμφωνία της 26ης Οκτωβρίου –όπως έγινε με τη συμφωνία της 21ης Ιουλίου-, η μεταβατική κυβέρνηση του κ. Παπαδήμου έχει κάθε λόγο να κινηθεί ακόμα πιο γρήγορα. Άμεσα και με σοβαρότητα πρέπει να προωθηθούν όλα εκείνα, που προαπαιτούνται προκειμένου να υλοποιηθεί η συμφωνία, να ψηφιστεί η δανειακή σύμβαση και στην συνέχεια να δρομολογηθούν οι εξελίξεις, που θα οδηγήσουν σε μια νέα κυβέρνηση, με νωπή λαϊκή εντολή και νομιμοποίηση. Μια ισχυρή κυβέρνηση, σταθερά προσηλωμένη στον ευρωπαϊκό προσανατολισμό της χώρας, που θα μετέχει ενεργά στις διαπραγματεύσεις για το μέλλον της Ε.Ε., όπως της επιβάλλει η ιστορική μας κληρονομιά, ως ένα από τα παλαιότερα μέλη της.