γράφει ο Μύρων Ζαχαράκης.
Οι περισσότεροι άνθρωποι, ήδη από φοιτητές, έχουν εργαστεί κάπου, έστω και σε δουλειά μερικής απασχόλησης. Σε μια συνηθισμένη συζήτηση ακούει κανείς για το πώς δεν υπάρχει δουλειά και ευκαιρίες, λόγω της οικονομικής κρίσης. Ποια είναι όμως η σχέση των σημερινών ανθρώπων με την εργασία τους; Πώς επηρεάζει η δουλειά την υπόλοιπη ζωή μας; Μήπως είναι δυνατόν η πραγματοποίηση των επιθυμιών μας να καταστεί τελικά πηγή νέας τυραννίας για μας;
Αυτά και άλλα ερωτήματα συνθέτουν τους προβληματισμούς στο βιβλίο του Νοτιοκορεάτη διανοητή Byung-Chul Han, Η κοινωνία της κόπωσης. Aν στις πειθαρχικές κοινωνίες όπως αυτές που ανέλυσε ο Foucault, ο καταναγκασμός ήταν εμφανής: τα πειθαρχικά υποκείμενα εξαναγκάζονταν σε συμμόρφωση από συγκεκριμένα κέντρα εξουσίας, η σημερινή κοινωνία της επίδοσης στηρίζεται στον αυτοεξαναγκασμό. Αν η «πειθαρχική κοινωνία» παρήγε εγκληματίες, η «επιδοσιακή» κοινωνία, όπως λέει ο Han, παράγει ανθρώπους εξαντλημένους και καταθλιπτικούς. Αντίθετα με την προσταγή «μπορείς, επειδή οφείλεις» της παλιάς κοινωνίας, η νέα κοινωνία υποβάλλει το «οφείλεις, επειδή μπορείς».
Η σχετική φιλολογία περί θετικής σκέψης και αυτοβοήθειας, αναπαράγει την ιδέα ότι ο άνθρωπος μπορεί να κάνει σχεδόν τα πάντα, μπορεί ν’ αλλάξει σχεδόν τα πάντα, και επομένως είναι υπεύθυνος για οτιδήποτε του συμβαίνει. Στην κοινωνία της θετικότητας σχεδόν σου «απαγορεύεται» να είσαι δυστυχής. Η πίεση του να είσαι «θετικός» και χαρούμενος μάλιστα είναι εντονότερη μερικές ημέρες του χρόνου όπως τα Χριστούγεννα ή του «Αγίου Βαλεντίνου».
Η κοινωνία της θετικότητας περιθωριοποιεί επίσης την πλήξη και τους αργόσχολους ανθρώπους, ανάγοντας σε πρότυπο τη δράση και την πρακτική ζωή. Δεν είναι τυχαία η έλξη που ασκεί η πολιτική στους σημερινούς διανοούμενους και ακαδημαϊκούς. Η ενασχόληση με την πολιτική, που θεωρείται ως η κατεξοχήν πρακτική δραστηριότητα, αποτελεί τον τρόπο με τον οποίο η ενασχόληση με θεωρητικές δραστηριότητες δικαιολογεί την ύπαρξή της ενώπιον της κοινωνίας. Η θετικότητα είναι που μετατρέπει τις εξωτερικές υποχρεώσεις και αναγκαιότητες σε εσωτερικές ανάγκες. Για τον Han «αυτό το άτομο χωρίς χαρακτήρα αποκαλείται ευέλικτο, αφού είναι σε θέση ν’ αποδεχτεί κάθε μορφή, κάθε ρόλο, κάθε καθήκον. Αυτή η απουσία μορφής, ή αυτή η ευελιξία, αυξάνει κατά πολύ την οικονομική αποδοτικότητα». Παρόμοια με τον Han, ο Richard Sennett ισχυρίζεται ότι ενώ η εργασία στον πρώιμο καπιταλισμό χαρακτηριζόταν τουλάχιστον από μια σχετική σταθερότητα και μηχανική επανάληψη (φορντισμός), ο νέος καπιταλισμός προσφέρει μεν στους εργαζόμενους περισσότερες ευκαιρίες για κοινωνική και οικονομική άνοδο, αλλά χαρακτηρίζεται και από μια ευελιξία και αστάθεια, η οποία δεν ευνοεί τις υγιείς προσωπικές σχέσεις (μεταφορντισμός). Στο όνομα της παραγωγικότητας, ο νέος καπιταλισμός στοχεύει ενάντια στις αρνητικές όψεις της εργασιακής ρουτίνας, ελέγχοντας όλο και αποτελεσματικότερα τα στελέχη των επιχειρήσεων, υποβοηθούμενος σε μεγάλο βαθμό από τη ραγδαία άνοδο της τεχνολογίας.
Σύμφωνα με τον Sennett, οι προνομιούχοι επιχειρηματίες, σαν και αυτούς που συναντώνται στο Παγκόσμιο Οικονομικό Φόρουμ του Νταβός, είναι οι βασικοί επωφελούμενοι από το σύστημα του νέου καπιταλισμού. Η αστάθεια, το συνεχές ρίσκο και ο αυθορμητισμός είναι οι ιδιότητες των επιτυχημένων ανθρώπων όπως ο Bill Gates, οι οποίοι πρόθυμοι να αναλάβουν όλα τα ρίσκα, αισθάνονται σαν στο σπίτι τους στις συνθήκες του νέου καπιταλισμού. Ο «ελαστικοποιημένος άνθρωπος» του Sennett είναι το πρότυπο του γεμάτου ενέργεια ανθρώπου που κοιμάται λίγες ώρες, επιδιώκει «ν’ αδράξει τη μέρα», εντάσσοντας όσο το δυνατόν περισσότερα πράγματα στο πρόγραμμά του. Κατά τη δεκαετία του ‘60, ο μαρξιστής κοινωνιολόγος Ralph Miliband, αναρωτώμενος για πόσο ακόμη θα συμβιβάζεται η δημοκρατία με τις ανάγκες του ανεπτυγμένου καπιταλισμού και το πνεύμα συμμόρφωσης που αυτός απαιτεί, προέβλεπε την αύξηση των εξουσιαστικών δυνάμεων στις δυτικές κοινωνίες. Είναι όμως αναγκαίο κάτι τέτοιο; Είναι απαραίτητος ένας εξωτερικός εξαναγκασμός, για να μας κάνει παραγωγικότερους και πιο συμμορφωμένους; Όχι, απαντά ο Han. Πολύ αποτελεσματικότερος από τον οποιονδήποτε εξωτερικό καταναγκασμό, είναι ο εσωτερικός καταναγκασμός, όπου ο άνθρωπος αισθάνεται μεν ελεύθερος, στην πραγματικότητα όμως είναι υποδουλωμένος στις απαιτήσεις που έχει ο ίδιος για τον εαυτό του.
Πραγματικά, ύστερα από ένα σημείο, η αυτοεκμετάλλευση είναι αποτελεσματικότερη από την εκμετάλλευση ενός τρίτου, διότι η αυτοεκμετάλλευση δε γίνεται αντιληπτή ως τέτοια, ενώ μάλιστα συνοδεύεται και από το αίσθημα της ελευθερίας. Επιπλέον, τα άτομα νιώθουν μοναδικά και διαφορετικά, ενώ στην πραγματικότητα μοιάζουν διαρκώς περισσότερο μεταξύ τους. Ο άνθρωπος που υπερακοντίζει τις ανθρώπινες δυνατότητές του νιώθει απελευθερωμένος ενώ στην πραγματικότητα βιώνει μια ύπουλη (και κατά συνέπεια σκληρότερη) υποδούλωση.
Αυτό οδηγεί στο σύνδρομο “Burn-out”, την κατάθλιψη, ακόμη και σε φαινόμενα αυτοκτονίας. Σύμφωνα με στοιχεία της Eurostat, «κάθε χρόνο αυτοκτονούν περίπου 900.000 άνθρωποι, ενώ 15.000.000 κάνουν απόπειρα αυτοκτονίας». Η αυτοκτονία τείνει να γίνει η τρίτη αιτία θανάτου παγκοσμίως, αφού κάθε 40 δευτερόλεπτα σημειώνεται κάπου μια απόπειρα. Ο ιστορικός Georges Minois υποστηρίζει ότι ενώ στην Αρχαιότητα η ανία και η απογοήτευση του ανθρώπου από τη ζωή συνδεόταν με την ανάγκη και τον καθημερινό μόχθο, στη σύγχρονη εποχή έλαβε τη μορφή της μάταιης ελευθερίας, της ελευθερίας που προκαλεί το αίσθημα απελπισίας, ενδεικτικό του τιμήματος της αξίας που επιδαψίλευσε ο σύγχρονος κόσμος στην ελευθερία. Επιπλέον, η ευημερία των ανθρώπων σε μια χώρα εξαρτάται πάντοτε από τη σύγκριση με τους περισσότερο ευνοημένους κατοίκους της ίδιας χώρας. Αυτό ίσως σημαίνει ότι η αυξανόμενη ευτυχία σε μια χώρα μπορεί να έχει ως «παρενέργεια» την αύξηση των δυστυχισμένων ανθρώπων.
Κανείς φυσικά δε μπορεί ν’ αρνηθεί τα θετικά επιτεύγματα των μοντέρνων κοινωνιών. Αντιθέτως, είναι αυτά τα επιτεύγματα που δημιουργούν νέα προβλήματα. Ο νέος καπιταλισμός και οι συνθήκες εργασίας στις σημερινές κοινωνίες δεν είναι παρά το αποτέλεσμα της προόδου που έχει σημειώσει ο δυτικός κόσμος τις δεκαετίες ύστερα από τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Αυτός ο ιδιαίτερος ατομικισμός, που προωθεί η κοσμοθεωρία της θετικότητας, της αισιοδοξίας και της αυτοβελτίωσης, οδηγεί στην πραγματικότητα σ’ ένα ανελέητο κυνήγι υπερδραστηριότητας. Το αποτέλεσμα: η δημιουργία σωματικά και ψυχικά εξαντλημένων ατόμων.