γράφει ο Χρήστος Ηλιάδης.
«Έχει ειπωθεί ότι ο Μιθριδάτης εκπαιδεύτηκε στο να πίνει δηλητήριο. Σαν κι αυτόν, μαθαίνουμε να καταπίνουμε και να μην βρίσκουμε πικρό, το δηλητήριο της δουλείας»
Ετιέν Ντε Λα Μποεσί (1530 – 1563)
«Πραγματεία περί Εθελοδουλείας»
Η Ελληνική Ιστορία έχει δυστυχώς να επιδείξει πολλά παραδείγματα Εθελοδουλείας… τους Μηδίσαντες κατά την διάρκεια των Περσικών πολέμων, τους προσκυνημένους Νενέκους κατά την διάρκεια της Ελληνικής επανάστασης, τους Λινοβάμβακους κατά την διάρκεια της Οθωμανικής κατοχής στην Κύπρο. Η Εθελοδουλεία προέκυψε σαν η «ρεαλιστική» δήθεν επιλογή της υποταγής στον εκάστοτε «Αφέντη», στην βάση της αναγνώρισης του «μάταιου» της αντίστασης απέναντι στην συντριπτική ισχύ του εκάστοτε αφέντη και δυνάστη.
Στην Κύπρο, από το 1974 και μετά, η σταδιακή προσαρμογή στις πλείστες από τις διαχρονικές, αμετακίνητες Τουρκικές επιδιώξεις για έλεγχο σε ολόκληρη την Κύπρο, αυτό-βαφτίστηκε σαν «ρεαλισμός» στην λογική του ότι «χάσαμε ένα πόλεμο, και πρέπει να συμβιβαστούμε». Η λεγόμενη «ρεαλιστική» σχολή, με οπαδούς και στα δύο – υποτίθεται ιδεολογικά «αντίθετα» άκρα, της Δεξιάς και της δήθεν «αντί-ιμπεριαλιστικής Αριστερας» – προσαρμόζεται απόλυτα στους σχεδιασμούς των Άγγλο-Αμερικάνων με εκτελεστή επι του εδάφους τον Τουρκικό εθνικισμό και επεκτατισμό, βαφτίζοντας ταυτόχρονα σαν «λυσοφοβικούς» και «εθνικιστές» όσους μεταξύ των Ελληνοκυπρίων τολμούν ακόμα και να ψελλίσουν την διαφωνία τους με αυτούς τους Βρεττανό-Τουρκικούς σχεδιασμούς.
Από «Τα σύνορα μας είναι στην Κερύνεια», το «Δεν Ξεχνώ» και το «Όλοι οι πρόσφυγες στα σπίτια τους» οι εθελόδουλοι και εθνομηδενιστές επέβαλαν την λωτοφαγία και την απάλειψη όλων των πιο πάνω «εθνικιστικών» και σιωπηρά ή όχι υιοθετούν το επαίσχυντο «Γλωσσάριο» («Βορράς» αντί «Κατεχόμενα», «Μετανάστες από την Τουρκία» αντί «Έποικοι» κλπ.).
Μια έστω ενδεικτική σταχυολόγηση των σημείων διολίσθησης που σηματοδότησαν από το 1974 μέχρι σήμερα την προσαρμογή στα Τουρκικά «Θέλω» – αλλά και στους σχεδιασμούς των Άγγλο-Αμερικανών είναι ενδεικτική:
- Ομοσπονδία – Πρόσφυγες: Η αποδοχή της Δικοινοτικής Ομοσπονδίας από τον Μακάριο το 1977, έγινε στην βάση της αναγνώρισης του καθολικού δικαιώματος επιστροφής των προσφύγων «λαμβάνοντας υπόψη και τις πρακτικές δυσκολίες που τυχόν να προκύψουν για την Τουρκοκυπριακή κοινότητα» που είχε τότε ερμηνευθεί σαν ανάγκη ανέγερσης νέων κατοικιών για όσους Τουρκοκύπριους θα ήθελαν να παραμείνουν στο σημερινό κατεχόμενο τμήμα. Από το 1977 μέχρι σήμερα «κόλλησε» και ο όρος «Διζωνική» που επισφραγίζει τον γεωγραφικό διαχωρισμό στην βάση εθνοτικών κριτηρίων, με «εγγυημένες» πλειοψηφίες πληθυσμού και περιουσίας, με τον «πρώτο λόγο» στον χρήστη – σφετεριστή, και με απώλεια δικαιώματος για τον νόμιμο ιδιοκτήτη αν το 1974 είχε ηλικία κάτω των δέκα ετών – ο εξωφρενικός αυτός όρος ονομάστηκε «έλλειψή συναισθηματικού δεσμού”. Το ότι ο γεωγραφικός διαχωρισμός συντελείται στην βάση εθνοκάθαρσης και εποικισμού αφαιρείται από το κάδρο.
- Εκ περιτροπής Προεδρία: Όταν το 1985 ο Ντεκτάς πρόταξε την εκ περιτροπής προεδρία μεταξύ Ε/Κ – Τ/Κ, το σύνολο των Ε/Κ πολιτικών εξέφρασαν την οργίλη αντίθεση τους σε μια τέτοια εξωφρενική και κυριολεκτικά, ρατσιστική απαίτηση, η εφαρμογή της οποίας (με κάποιες παραλλαγές) σε χώρες όπως η Βοσνία και ο Λίβανος προϊδεάζει για τι είδους κράτος μιλάμε. Στο τέλος και αυτή η εξωφρενική απαίτηση έγινε αποδεκτή, και οι δύο πόλοι της Εθελοδουλείας προσπαθούν να ντύσουν την απαράδεκτη αυτή απαίτηση με «προοδευτικά» φτιασίδια (διασταυρούμενη – σταθμισμένη ψήφος, κοινό ψηφοδέλτιο Προέδρου – Αντιπροέδρου). Πέραν του απαράδεκτου και ανεπανάληπτου της πρότασης, είναι κανείς που πιστεύει πράγματι ότι ένας μελλοντικός Τ/Κ Πρόεδρος θα είναι οτιδήποτε άλλο εκτός από πειθήνιο όργανο της Τουρκίας;
- Πολιτική ισότητα – Αποτελεσματική συμμετοχή Τ/Κ στα Ομοσπονδιακά όργανα: Να υπενθυμίσουμε ότι οι Τ/Κ είχαν ήδη προνομιακή συμμετοχή στα όργανα του ενιαίου κράτους της Κυπριακής Δημοκρατίας από το 1960… με συμμετοχή πληθυσμού 18% έφτασαν να έχουν 30% συμμετοχής στους θεσμούς του ενιαίου κράτους, και με Αντιπρόεδρο με δικαίωμα βέτο. Να θυμίσουμε ότι το 1963, η εκβιαστική άρνηση των Τ/Κ βουλευτών να ψηφίσουν τον προϋπολογισμό του κράτους αν δεν έπαιρναν σαν αντάλλαγμα την δημιουργία ξεχωριστών Δήμων οδήγησε το κράτος σε παράλυση και στην υποβολή των «13 σημείων» από τον Μακάριο με τα γνωστά επακόλουθα. Οι Τ/Κ ενεργούσαν σαν στρατηγική μειονότητα ήδη από το 1950, και συνέχισαν να το πράττουν και μετά την ίδρυση της Κυπριακής Δημοκρατίας, παρόλα τα υπερ-προνόμια που τους παραχωρήθηκαν. Σήμερα καταλήξαμε να μιλούμε για την «τουλάχιστον μια θετική ψήφο» των Τ/Κ (οιονεί βέτο δηλαδή). Είναι κανείς που με βάση την ιστορική εμπειρία, θα πει ότι αυτό δεν σημαίνει τον έλεγχο της Κύπρου από την Τουρκία μέσω της Τουρκοκυπριακής ψήφου; Και όμως ο μεν δεξιός πόλος της εθελοδουλείας σε μια προσπάθεια φυγής προς τα εμπρός, προτείνει «αποκεντρωμένη» ομοσπονδία, ενώ φλερτάρει και με την ιδέα των δύο κρατών (οι Τούρκοι το γνωρίζουν και απλά περιμένουν να ωριμάσει το «φρούτο»), ο δε «αριστερός» πόλος μας λέει περίπου ότι πρέπει να τα αποδεχτούμε γιατί εντάσσονται στην λογική της πολιτικής ισότητας και του διαμοιρασμού της εξουσίας και «για να αποδείξουμε στους Τ/Κ ότι θέλουμε να ζήσουμε μαζί».
- Εγγυήσεις – Στρατεύματα: Το 2017 οι πενταμερείς συνομιλίες στην Ελβετία καταρρεύσαν λόγω της Τουρκικής επιμονής στην διατήρηση εγγυήσεων και στρατού και ο πολύς Τσαβούσογλου μας είπε ότι «όσοι ονειρεύονται μηδέν εγγυήσεις και μηδέν στρατό να το ξεχάσουν». Παρόλα αυτά είναι γνωστοί οι εκφραστές του «ρεαλισμού» στους δύο πόλους της Εθελοδουλείας, που θεωρούν και αυτοί «μαξιμαλισμό» την απαίτηση «μηδέν στρατός – μηδέν εγγυήσεις». Αποδέχονται κλιμακωτή αποχώρηση «στρατευμάτων» (όχι όλων – στην καλύτερη περίπτωση μέχρι του επιπέδου ΕΛΔΥΚ – ΤΟΥΡΔΥΚ) σε βάθος χρόνου, και «να το ξανασυζητήσουμε (sic) σε 15 χρόνια», χωρίς να υπάρχει ρήτρα τερματισμού. Φυσικά η Τουρκία με «μείωση» εννοεί την εγκαθίδρυση μόνιμης στρατιωτικής βάσης στο πρότυπο των Βρετανικών Βάσεων…. Αλλά ποιος ακούει; Εν ολίγοις, και οι δύο συζητούν «ολίγον στρατό και ολίγες εγγυήσεις» για να «μην μας κατηγορήσει η διεθνής κοινότητα σαν μαξιμαλιστές»… Λες και είναι η «διεθνής κοινότητα» που θα ζήσει σε ένα ετοιμόρροπο κράτος – Φράνκεσταϊν και όχι εμείς και τα παιδιά μας.
Απαντάται με τα πιο πάνω και το ερώτημα πόσο «ρεαλιστική» στο τέλος της ημέρας είναι η αυτό-αποκαλούμενη «ρεαλιστική» σχολή σκέψης στο Κυπριακό, αφού με όλες τις συσσωρευμένες δουλείες, η πιο ρεαλιστική εκτίμηση είναι ότι η προτεινόμενη λύση ΔΔΟ είναι καταδικασμένη σε άμεση κατάρρευση.
Γιατί όμως αυτή η σταδιακή προσαρμογή σε σχέδια διχοτόμησης της Κύπρου που εκπονήθηκαν ήδη από το 1956; Γιατί αυτή η Μιθριδατιστική προσαρμογή στις Τουρκικές απαιτήσεις;
Θεωρείται ότι η σημερινή ντε φάκτο διχοτόμηση της Κύπρου είναι απότοκο της προδοσίας του πραξικοπήματος της Ελληνικής Χούντας και αυτό είναι απόλυτα σωστό. Η Διχοτόμηση όμως σαν «λύση» πρωτοπαρουσιάστηκε από το 1956, ταυτόχρονα με το «Σχέδιο Επανάκτησης της Κύπρου» του Νιχάτ Ερίμ. Υπήρχαν τότε δύο εκδοχές: μια Αγγλική και μια Τουρκική (βλέπε χάρτη). Ξέρουμε ποια από τις δύο διχοτομικές εκδοχές εφαρμόστηκε τελικά το 1974, και με πόσο κυνισμό εφαρμόστηκαν τα Τουρκό-Βρεττανικά σχέδια – με τις υπερατλαντικές ευλογίες βεβαίως.
Δεν μπορεί κανείς να κατηγορήσει την εμπορευματική αστική τάξη και τον κατ’ εξοχήν πολιτικό εκφραστή της (ΔΗΣΥ) για την προσαρμογή στα τετελεσμένα της κατοχής – διχοτόμησης τα οποία σπεύδουν να νομιμοποιήσουν μέσα από καινοφανείς προτάσεις λύσης – διάλυσης «Διζωνικής Δικοινοτικής Ομοσπονδίας» (ΔΔΟ), και που ονειρεύονται να μετατρέψουν δήθεν την Κύπρο σε «Χονγκ-Κονγκ της Τουρκίας». Στο κάτω-κάτω η εμπορευματική αστική τάξη αποτελεί μικρό-εξάρτημα του Παγκόσμιου καπιταλιστικού καταμερισμού εργασίας, και σαν τέτοια υποτάσσεται στα κελεύσματα του «Μεγάλου Μάγιστρου», άρα ούτε την τάξη της προδίδει ούτε την ιδεολογία της
Τι να πει όμως κανείς για την «αντί-ιμπεριαλιστική» δήθεν «Αριστερά» (ΑΚΕΛ) που διοργανώνει διαδηλώσεις για την Βενεζουέλα και την Παλαιστίνη αλλά δεν αντιμετωπίζει το Κυπριακό σαν αντί-ιμπεριαλιστικό αγώνα, παρά σαν μια ροζέ εκδοχή μιας υποκριτικής «επαναπροσέγγισης» η οποία βάζει την κατοχή, την εθνοκάθαρση, και τον εποικισμό κάτω από το χαλί; Από την μια σκίζει τα ιμάτια της ενάντια στο ιμπεριαλιστικό ΝΑΤΟ, από την άλλη δέχεται την μετατροπή της Κύπρου σε Νατοϊκό προτεκτοράτο μέσω του ελέγχου από την Τουρκία, το κράτος – μέλος του ΝΑΤΟ με τον δεύτερο μεγαλύτερο στρατό της Συμμαχίας.
Η ανάλυση όμως του γιατί συμπίπτουν οι απόψεις μεταξύ των δύο φαινομενικά «αντίθετων» πόλων δεν είναι του παρόντος.
Εκείνο που πρέπει να απαντηθεί είναι το ερώτημα των δήθεν «ρεαλιστών» στο «τι προτείνουν όσοι απορρίπτουν την ΔΔΟ;»… Το τι προτείνουν είναι απλό… Ένα κανονικό κράτος, ένα κράτος βασισμένο στις αρχές της Δημοκρατίας, ένα κράτος που θα παρέχει περισσότερη και όχι λιγότερη ασφάλεια από το σημερινό καθεστώς ημι-κατοχής.
Αν το Κυπριακό δεν μπει στις σωστές του διαστάσεις Ανεξαρτησίας – εισβολής – κατοχής – εθνοκάθαρσης – εποικισμού τότε θα συνεχίσουμε να βαδίζουμε αγέρωχοι προς τον αφανισμό μας. Μπορεί μια γνήσια αντί-κατοχική πολιτική, απαλλαγής από την παρουσία και τον έλεγχο της Τουρκίας να ευδοκιμήσει; Το βέβαιο είναι ότι δεν θα ξέρουμε αν δεν το δοκιμάσουμε. Για 45 σχεδόν χρόνια πορευόμαστε σ΄ένα δρόμο που άλλοι χάραξαν για εμάς χωρίς εμάς και που οδηγεί με μαθηματική ακρίβεια από αδιέξοδο σε αδιέξοδο – εκτός φυσικά και αν πούμε «ναι» σε όλα τα «Θέλω» της Τουρκίας (σε όσα λίγα από αυτά τα «Θέλω» δεν έχει μέχρι σήμερα το δίπολο της εθελοδουλείας σταδιακά συγκατανεύσει).
Μπορεί κάτι τέτοιο να γίνει χωρίς τους Τουρκοκύπριους; Η απάντηση είναι πως «όχι»… Υπάρχουν Τ/Κ που θεωρούν την Τουρκία σαν κατοχική δύναμη; Η απάντηση είναι πως «ναι» – ενδεικτικά να αναφέρουμε τους πέριξ του Σενιέρ Λεβεντ και της εφημερίδας «Αφρίκα» καθώς και τους Τ/Κ Δάσκαλους συνδικαλιστές… δεν μιλάμε φυσικά για Τ/Κ που συναγελάζονται με Ελληνοκύπριους ομογάλακτους τους σε «επαναπροσεγγιστικά» πανηγύρια, που χαρακτηρίζουν «εθνικισμό» την χρήση του όρου «κατοχή» (βλέπε επαίσχυντο «Γλωσσάριο»), ούτε στην Τ/Κ ελίτ που λειτουργεί (είτε με «σκληρό» δεξιό προσωπείο Ντεκτάς – Έρογλου, είτε με «μαλακό – αριστερό» προσωπείο Ταλάτ – Ακιντζί) σαν πειθήνιος εντολοδόχος του Τουρκικού επεκτατισμού – εθνικισμού, στην γραμμή της «στρατηγικής μειονότητας» που χάραξε ο Νιχάτ Ερίμ από το 1956.
Μπορούμε να συγχρονιστούμε με αυτούς τους «μαξιμαλιστές» αντί-κατοχικούς Τουρκοκύπριους στην βάση της διαφύλαξης και της ενίσχυσης της κρατικής οντότητας της Κυπριακής Δημοκρατίας με διασφαλισμένα τα Δημοκρατικά δικαιώματα για όλους τους πολίτες της, στην βάση ενός πραγματικά ανεξάρτητου κράτους; Η απάντηση είναι ξανά πως ποτέ μέχρι τώρα δεν το δοκιμάσαμε. Μια τέτοια αντί-κατοχική πολιτική θα μπορούσε να εργαλειοποιηθεί με διάφορους τρόπους – μια απ΄αυτές θα μπορούσε να ήταν η Συντακτική Συνέλευση.
Αντί τούτου, αποδεχτήκαμε την αποξένωση των δύο κοινοτήτων, όταν η Τουρκία, την δεκαετία του 1950, μέσω της τρομοκρατικής οργάνωσης ΤΜΤ, επέβαλε την αποχώρηση των Τουρκοκυπρίων από τα κοινά (μέχρι τότε) πολιτικά κόμματα και συνδικαλιστικές οργανώσεις της «Αριστεράς», και η οποία «Αριστερά» ποτέ μέχρι σήμερα, δεν διακήρυξε σαν πολιτική της την κοινή συμμετοχή – εκπροσώπηση Ε/Κ και Τ/Κ στα ίδια πολιτικά κόμματα και συνδικαλιστικές οργανώσεις.
Καταληκτικά, μπορούμε να χαράξουμε – ή έστω να προσπαθήσουμε να χαράξουμε, μια κοινή αντί-κατοχική πορεία για Ε/Κ και Τ/Κ;
Πριν απαντήσουμε στο ερώτημα αν μπορούμε να κάνουμε κάτι τέτοιο, θα πρέπει να απαντήσουμε στο ερώτημα αν θέλουμε να κάνουμε κάτι τέτοιο, ή αν θέλουμε τυφλά να επιμένουμε να διεξάγουμε το ίδιο πείραμα με τις ίδιες ακριβώς παραμέτρους και να περιμένουμε διαφορετικό αποτέλεσμα – για να θυμηθούμε και τον ορισμό της βλακείας του Αϊνστάιν…
Και για να κλείσουμε όπως ξεκινήσαμε με την «Πραγματεία περί Εθελοδουλείας» του Ετιέν Ντε Λα Μποεσί…
«Ένας λαός σκλαβώνεται μόνος του, κόβοντας τον ίδιο του τον λαιμό, έχοντας επιλέξει ανάμεσα στο να είναι υποτελής και στο να είναι ελεύθερος, εγκαταλείπει της ελευθερίες και μπαίνει στον ζυγό, συναινώντας στην ίδια του την δυστυχία, ή μάλλον, προφανώς καλωσορίζοντας την».