Ανατρέχοντας για λίγο στα τέλη του 2014, και χωρίς να εξωραΐζουμε την τότε πραγματικότητα, αντιλαμβανόμαστε αμέσως τις επί τα χείρω αλλαγές που έχουν εν τω μεταξύ, συντελεστεί. Δυστυχώς, τα όσα συνέβησαν έφεραν τη χώρα μας πολύ πίσω. Βρεθήκαμε, χωρίς υπερβολή με «ενάμιση» πόδι εκτός Ευρωζώνης, εκτός Ευρωπαϊκής Ένωσης, εκτός, εσχάτως, και συνθήκης Σένγκεν. Όσο κι αν προσπαθήσει κανείς δεν θα βρει ένα μέγεθος, έναν δείκτη, μια ένδειξη έστω που να έχει θετική αναφορά.
Η οικονομία, εκεί ακριβώς που άρχισε να αγναντεύει ένα ξέφωτο, μετά από 5 χρόνια κρίσης, γύρισε βίαια στην ύφεση και το ΑΕΠ καταγράφει πάλι αρνητική τροχιά με δυσμενείς προοπτικές. Οι ατέρμονες, ανούσιες και ολέθριες τελικά διαπραγματεύσεις του κ. Βαρουφάκη, φρέναραν την οικονομική δραστηριότητα, έκλεισαν τις τράπεζες, έδιωξαν χιλιάδες επιχειρήσεις, και μέσω ενός διχαστικού δημοψηφίσματος οδήγησαν σε ένα νέο, το σκληρότερο όλων, Μνημόνιο.
Έκτοτε και μετά και τη νίκη του κ. Τσίπρα στις εκλογές του Σεπτεμβρίου, ζούμε στον αστερισμό της νέας πολιτικής ΣΥΡΙΖΑ. Οι δεινοί κατήγοροι των, υποτίθεται, «γερμανοτσολιάδων» αφελλήνισαν το τραπεζικό σύστημα, δίνοντάς το στα «κοράκια» των κερδοσκοπικών κεφαλαίων για ένα κομμάτι ψωμί. Παράλληλα, το αριστερό Μνημόνιο περνιέται σε… δόσεις και η κυβερνητική μετρολογία κτυπά ανελέητα κάθε υγιή παραγωγική δραστηριότητα. Μοναδική αγωνία των ενοίκων του Μαξίμου είναι η παραμονή τους στον θώκο της εξουσίας. Οπότε, στύβουν τους εργαζόμενους, τις επιχειρήσεις που απέμειναν, τους αγρότες και τους συνταξιούχους, μπας και αφήσουν άθικτες κάποιες φιλικές προς το ΣΥΡΙΖΑ κοινωνικές ομάδες. Παράλληλα, σαν ταύροι σε υαλοπωλείο, εγκαθιδρύουν ένα κομματικό κράτος, όπου η αξιοκρατία και η αριστεία είναι άγνωστες λέξεις. Την ίδια ώρα η «αγία τριάς» του υπουργείου παιδείας –Ν. Φίλης, Σία Αναγνωστόπουλου, Α. Λιάκος- έχουν αναλάβει να «αλλάξουν τα φώτα» στην εκπαίδευση και στην ιστορία μας. Όσο για τη διαχείριση του μεταναστευτικού και προσφυγικού ζητήματος μιλούν μόνες τους οι εικόνες στις πλατείες της Αθήνας.
Πλέον, είναι φανερό ότι ακόμη κι οι ψηφοφόροι του ΣΥΡΙΖΑ νοιώθουν την κοροϊδία που υπέστησαν. Αντιλαμβάνονται το λάθος που διέπραξαν λόγω του θυμού τους ή των ψεύτικων ελπίδων που τους πούλησαν οι αστέρες της «πρώτης φοράς αριστερά». Οι δημοσκοπήσεις, εξάλλου, καταγράφουν την ελεύθερη πτώση που έχουν υποστεί τα ποσοστά τους. Γι’ αυτό η παρέα της Αίγινας ψάχνει απεγνωσμένα «λεβέντηδες» ως σωσίβιο σωτηρίας. Κι όσο πάει. Με ψέματα –όπως αυτά που εκστομίζουν για το ασφαλιστικό που σχεδόν θέλουν να μας πείσουν ότι θα δώσουν και αυξήσεις- με καθυστερήσεις, με «πυροτεχνήματα» αλλά και εκβιασμούς.
Όλα τα παραπάνω περιγράφουν ένα σκηνικό μάλλον απαισιόδοξο έως και ζοφερό για το 2016. Κι αν συνυπολογίσει κανείς την παγκόσμια αρνητική συγκυρία –την οικονομική αλλά και αξιακή κρίση της Ε.Ε. και τις συνεχιζόμενες μεταναστευτικές ροές, την τουρκική επιθετικότητα, τον πόλεμο στη Συρία και στο Ιράκ, την αντιπαράθεση Ιράν-Σ. Αραβίας, τις αναταράξεις στην οικονομία της Κίνας- τότε δικαιολογημένα πρέπει να είμαστε επιφυλακτικοί στις εκτιμήσεις μας για όσα θα συμβούν στους επόμενους μήνες.
Ωστόσο, θα ήταν λάθος να δούμε τα πάντα για την πατρίδα μας «μαύρα» και το ποτήρι μισοάδειο. Γιατί υπάρχουν δεδομένα που μπορεί να μας κάνουν να αισιοδοξούμε. Το κυριότερο είναι η επιστροφή του ρεαλισμού, η αντίληψη της πραγματικότητας, τόσο στην πολιτική όσο κυρίως στην ευρύτερη κοινωνία. Η οδυνηρή αποκαθήλωση των βεβαιοτήτων που καλλιεργούσε ο λαϊκισμός επί δεκαετίες στη χώρα μας, δημιουργεί το έδαφος για πιο αποτελεσματικές, μεταρρυθμιστικές πολιτικές. Αυξάνονται τα ευήκοα ώτα στο κάλεσμα για μια εκ βάθρων αλλαγή του παραγωγικού μοντέλου, που μπορεί να ευδοκιμήσει εκτός των ασφυκτικών μέχρι στραγγαλισμού ορίων του κρατισμού. Όπως επίσης, το ότι κατέρρευσαν και οι προσδοκίες μιας έξωθεν βοηθείας που ως εκ θαύματος θα μας γλίτωνε από τα δεινά, είναι θετικό στοιχείο. Οι περισσότεροι αντιλαμβάνονται, πλέον, ότι τη λύση θα τη δώσουμε εμείς, με τη δουλειά μας, την υπευθυνότητα και τη σοβαρότητά μας. Κι αυτό αφορά κάθε τομέα της οικονομικής και κοινωνικής δραστηριότητας από την ενίσχυση της πρωτογενούς παραγωγής έως την εφαρμογή μιας σοβαρής μεταναστευτικής πολιτικής. Η στροφή αυτή που επισυμβαίνει στο κοινωνικό σώμα είναι δύσκολο να εκφραστεί άμεσα και στην πολιτική εκπροσώπηση. Ιδίως, όταν έχουμε ακόμη μπροστά μας τις συμπληγάδες των σκληρών μέτρων και της απειλής του GREXIT. Είναι, όμως, νομοτελειακό, αργά ή γρήγορα, να εκδηλωθεί. Δεδομένων, βέβαια, των συνθηκών, εδώ ισχύει απόλυτα το «γοργόν και χάριν έχει».