Αλλά όταν η πραγματική οικονομία άρχισε να ακολουθεί, έστω και με δειλά, αλλά σταθερά, βήματα τους αριθμούς, οι κ.κ. Τσίπρας, Καμμένος και Κουβέλης προκάλεσαν εκλογές, με τις γνωστές συνέπειες για τη χώρα και την οικονομία.
Όλοι οι δείκτες αποδεικνύουν ότι η χώρα έχασε τρία χρόνια και δεσμεύθηκε με δύο αχρείαστα επί πλέον μνημόνια, το 3ο και το κρυφό 4ο που έχει βαφτιστεί επικαιροποιημένο – συμπληρωματικό του 3ου.
Η κοινωνία υπέστη – και εξακολουθεί να υφίσταται- μέτρα που δεν ήταν επιβεβλημένα να ληφθούν το 2014, αλλά και μέτρα που ελήφθησαν λόγω της ανικανότητας του κ. Τσίπρα να προχωρήσει σε αναπτυξιακές πολιτικές με διαδικασίες εξπρές.
Το 2015 συνεπαρμένος ο ελληνικός λαός από τα μεγάλα λόγια του κ. Τσίπρα τον ακολουθούσε πιστά και του έδωσε την ευκαιρία τρεις φορές με την ψήφο του να εφαρμόσει την πολιτική του. Ποια πολιτική; Την αλληλοσυγκρουόμενη εκείνη πολιτική που ήθελε και από το μνημόνιο να βγαίνουμε αλλά και τα χρήματα της βοήθειας να κρατάμε; Την πολιτική που έλεγε πώς αν τους καταγγείλουμε στο τέλος θα μας παρακαλάνε να πάρουμε τα λεφτά τους; Την πολιτική, όπως αποδείχθηκε, της απάτης και – όπως παραδέχθηκε ο ίδιος ο κ. Τσίπρας- της αυταπάτης. Με αυταπάτες όμως οι ηγέτες, οδηγούν τους λαούς στην καταστροφή.
Αυτήν την καταστροφή ήθελε προφανώς να αποφύγει και ο Πρόεδρος της Ιταλίας κ. Ματαρέλα και κάνοντας ευρεία ερμηνεία διάταξης του Συντάγματος, αρνήθηκε τον διορισμό στη θέση του υπουργού Οικονομικών, ενός προσώπου που θα μπορούσε να χαρακτηρισθεί ως ο Βαρουφάκης της Ιταλίας, αλλά από ό,τι λέγεται ίσως ήταν και χειρότερος από αυτόν. Και η άρνηση στηρίχθηκε στο επιχείρημα ότι ο διορισμός του εν λόγω κυρίου θα έβλαπτε τα συμφέροντα της Ιταλίας!
Η Ιταλία έχει περίπου ίδιο πολίτευμα με την Ελλάδα, αν εξαιρέσει κανείς την ύπαρξη της Γερουσίας. Και εκεί είναι πρωθυπουργοκεντρικό. Ωστόσο υπάρχει η εύλογη πρόβλεψη, αν κάποιοι τρελαθούν να μπορεί ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας να έχει τη δυνατότητα να βάλει «φρένο» στον κατήφορο. Στο ελληνικό Σύνταγμα «Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας διορίζει τον Πρωθυπουργό και, με πρότασή του, διορίζει και παύει τα λοιπά μέλη της Κυβέρνησης και τους Υφυπουργούς» (άρθρο 37 παρ.1)
Επειδή η ελληνική ιστορία, κατά την περίοδο της Βασιλευομένης Δημοκρατίας, είναι γεμάτη με παραδείγματα όπου ο Βασιλιάς είχε λόγο στον σχηματισμό κυβέρνησης, περάσαμε στο άλλο άκρο, εκείνο στο οποίο δεν υπάρχει ασφαλιστική δικλείδα που θα βάζει όριο στην απόλυτη εξουσία του Πρωθυπουργού.
Η λύση στην οποία οδηγείται η Ιταλία είναι αυτή της κυβέρνησης τεχνοκρατών ώστε να οδηγηθεί η χώρα σε εκλογές το φθινόπωρο. Μια λύση που είναι απόλυτα δημοκρατική, καθώς επιστρέφει την ευθύνη στο λαό για να καθορίσει αυτός με την ψήφο του το μέλλον του.
Στην Ελλάδα η κυβέρνηση έχει φτάσει μπροστά σε αδιέξοδα.
Στην οικονομία είναι δέσμια των αποφάσεών της αλλά και των υποσχέσεών της. Όπως επίσης δέσμια των ιδεοληψιών της που την εμποδίζουν να ακολουθήσει μια πολιτική αναπτυξιακή που θα φέρει επενδύσεις και θα δημιουργήσει θέσεις εργασίας, σώζοντας και τα ασφαλιστικά έσοδα και τα φορολογικά. Αντίθετα επιμένει σε περιοριστικές πολιτικές που οδηγούν σε πρόσθετα – και ασήκωτα- φορολογικά και ασφαλιστικά βάρη, με αποτέλεσμα, ενώ βγαίνουμε από τα μνημόνια ο κίνδυνος διάρρηξης του κοινωνικού ιστού να παραμένει ζωντανός. Με ό,τι σημαίνει αυτό για την οικονομική και πολιτική σταθερότητα, σε μια εύφλεκτη περιοχή.
Στα εθνικά, είναι σαφές ότι υπάρχει κι εκεί αδιέξοδο. Κυρίως λόγω της πρόδηλης επιλογής της να βάλει στο μίξερ εξωτερική και οικονομική πολιτική. Οι ενδείξεις ότι επιχειρεί να κλείσει άρον – άρον εθνικά θέματα όπως το Σκοπιανό με αντάλλαγμα ευνοϊκές αποφάσεις για το χρέος, πληθαίνουν.
Στην κοινωνία, εκεί που τον Σεπτέμβρη ο κ. Τσίπρας προέβαλε ως επιχείρημα ότι όλα πάνε καλά και απόδειξη είναι ότι ο κόσμος δεν αντιδρά, πλέον καθημερινά στους δρόμους της Αθήνας έχουμε πολίτες που διαμαρτύρονται για την κυβερνητική πολιτική, ενώ μνημειώδεις είναι οι αντιδράσεις με τις συγκεντρώσεις στο Σκοπιανό, αλλά και τοπικά, όπως εκείνες στη Λέσβο για το μεταναστευτικό.
Μπροστά στα αδιέξοδα, η λύση είναι η προσφυγή στις κάλπες. Θα ήταν μια επιλογή που θα έσωζε – στην κυριολεξία- τον κ. Τσίπρα από την πολιτική απαξίωση αλλά, ίσως, και τον ευτελισμό.
Ο ίδιος υποστηρίζει ότι οι εκλογές θα ανακόψουν την πορεία της οικονομίας. Ωστόσο η παραμονή της παρούσης κυβερνήσεως στην εξουσία, είναι προφανές πλέον, ότι αποτελεί τροχοπέδη για κάθε προοπτική ανάκαμψης.
Υποστηρίζει ότι μπορεί να επιτύχει την «καθαρή έξοδο» και επικαλείται τον κ. Γιούνκερ, παραβλέποντας ότι κανείς ηγέτης της ΕΕ δεν θέλει να προχωρήσει η Ελλάδα σε πιστοληπτική γραμμή στήριξης, αφού μια τέτοια συμφωνία θα έπρεπε να περάσει από τα κοινοβούλιά τους, γεγονός που δεν επιθυμούν. Θέλουν να ξεμπερδεύουν με την Ελλάδα μια ώρα αρχύτερα γιατί το μεγάλο πρόβλημα της Ιταλίας, είναι μπροστά τους.
Ο κ. Τσίπρας προβάλλει, επίσης, ως επιχείρημα ότι θα ήταν ανόητος να πάει τώρα σε εκλογές και να μη γευθεί τη δυνατότητα να κυβερνήσει επί ένα χρόνο τη χώρα χωρίς μνημονιακές δεσμεύσεις. Επιχείρημα ψευδές, γιατί μόνο στη λογική του κ. Τσίπρα δεν υπάρχει μνημόνιο. Το 4ο μνημόνιο είναι εδώ και οι περικοπές σε συντάξεις θα εφαρμοσθούν – με πρόταση της κυβέρνησης Τσίπρα- από 1ης Ιανουαρίου 2019, επειδή ο ίδιος είναι ανίκανος να υλοποιήσει άλλες αναπτυξιακές πολιτικές.
Οι εκλογές θα έδιναν λύση. Καθώς η χώρα χρειάζεται μια κυβέρνηση με άλλη νοοτροπία, που θα έπαιρνε αποφάσεις που θα έδιναν ώθηση στην ανάπτυξη αλλά και με νωπή λαϊκή εντολή για να μπορέσει να διαπραγματευθεί εθνικά ζητήματα που η παρούσα κυβέρνηση μόνο τυπικά διαθέτει πλειοψηφία στη Βουλή για να διαπραγματευθεί.
Οι εκλογές ως οδός διαφυγής θα ήταν σωτηρία για τον κ. Τσίπρα ώστε να μην αντιμετωπίσει τα προβλήματα που ο ίδιος δημιούργησε.
Είναι σαφές όμως ότι η εκλογή μιας άλλης κυβέρνησης- κι εν προκειμένω της ΝΔ- θα έδινε αναπτυξιακή ώθηση στην οικονομία και θα ενίσχυε την πολιτική σταθερότητα, στοιχείο που έχει ανάγκη τόσο η Ελλάδα όσο και η ευρύτερη περιοχή.
Η πρόταση του Κυριάκου Μητσοτάκη για εκλογές το φθινόπωρο είναι λύση διεξόδου και αξιοπρέπειας για τον κ. Τσίπρα. Γιατί αν το αφήσει για το 2019, το μόνο που θα «γευθεί» θα είναι ο εκλογικός διασυρμός.