Παρ’ όλο το αδιαμφισβήτητο αυτών των αληθειών, εμείς οι Έλληνες λέμε ότι, ναι, όλα αυτά είναι αλήθειες, «αλλά», ας αλλάξουμε τη κουβέντα και ας μιλήσουμε για την ανεργία, τα λουκέτα, τα συσσίτια, τις αυτοκτονίες και τη δυστυχισμένη γυναίκα που πέθανε επειδή της κόψανε το ηλεκτρικό. Και έτσι τις προσπερνάμε για να μην τις βλέπουμε και αναγκαστούμε να τις αντιμετωπίσουμε. Κανείς δεν αμφισβητεί την αλήθεια της δυστυχίας που διέρχεται ένα μεγάλο κομάτι του Ελληνικού λαού λόγω της κρίσης και της εφαρμογής των όρων του Μνημονίου, αλλά δεν έχουμε το δικαίωμα να χρησιμοποιούμε αυτή τη δυστυχία, είτε δική μας είτε άλλου, για να κρύβουμε την αλήθεια και για να αποφύγουμε να εκπληρώσουμε τις υποχρεώσεις μας. Αποτέλεσμα της άρνησης να τις αντιμετωπίσουμε είναι ότι καταφεύγουμε στην ανομία ή ακόμα και στην παρανομία για να δικαιολογήσουμε την άρνησή μας να την αποδεχτούμε. Οι διαδηλώσεις και οι αποκλεισμοί των κεντρικών εμπορικών αρτηριών της Αθήνας, οι καταλήψεις κτιρίων, εργοστασίων και σχολείων, η εισβολή απεργών στα γραφεία υπουργών, η καταστροφή επίπλων και επιστημονικού υλικού στα Πανεπιστήμια και στα σχολεία, ο εμπρησμός κτιρίων, η χειροδικία εναντίον εκλεγμένων ηγετών, όλα αυτά που θεωρούμε σαν στοιχεία του δικαιώματός μας να απεργούμε, αποτελούν καθαρές παρανομίες, που, στη χώρα μας τώρα τελευταία, δεν τιμωρούνται και θεωρούνται από τους πολιτικούς της εξουσίας σαν φυσικά φαινόμενα και επομένως, μη τιμωρητέα. Ως εκ τούτου, η συνεχής ατιμωρησία κάνει τη παρανομία «δίκαιο». Διαφθείρει τη κοινωνία με τον εθισμό της παρανομίας και δημιουργεί την αντίληψη ότι η παρανομία είναι κερδοφόρο εγχείρημα και επομένως θα πρέπει να καταστείαπαραίτητο εργαλείο στις αντιδικίες μας με τους εργοδότες μας, είτε είναι ιδιώτες, είτε είναι το κράτος.
Τώρα τελευταία παρατηρείται μια αύξηση της εγκληματικότητας και, όπως συνήθως για ευκολία, την αποδίδουμε στους λαθρομετανάστες. Δεν ξέρω αν αυτό είναι αλήθεια, αλλά ακόμα και αν αληθεύει, αυτοί οι ανερμάτιστοι άνθρωποι ήλθαν και βρήκαν προετοιμασμένο έδαφος. Όταν βλέπει ότι οι γηγενείς επιλέγουν τους νόμους που θα τηρήσουν, γιατί να μη το κάνει και αυτός; Αφού βλέπει ότι κάποιος καίει το σπίτι του άλλου και δεν του κάνουν τίποτα, σπάει ένα μαγαζί, η καίει ένα αυτοκίνητο και δεν έχει καμία συνέπεια, γιατί να μη το κάνει και αυτός; Αφού βλέπει ότι εμείς παρκάρουμε τα οχήματά μας μπροστά στις πυροσβεστικές αντλίες, γιατί να μη το παρκάρει και αυτός; Αφού βλέπει ότι μπαίνουμε στα σχολεία μας και τα σπάζουμε όλα στο όνομα της έκφρασης της οργής μας, γιατί να μη μπει και αυτός στο σπίτι του διπλανού του για να πάρει ό,τι χρειάζεται; Και αυτός οργισμένος και απελπισμένος είναι.
Με το να αγνοούμε την αλήθεια και να καταφεύγουμε στη παρανομία για να μην την αντιμετωπίσουμε, υπονομεύουμε, ή μάλλον βάζουμε δυναμίτη στα θεμέλια του κοινωνικού ιστού, μέσα στον οποίο ζούμε και προετοιμάζουμε ένα αβέβαιο μέλλον για τα παιδιά μας. Τα βγάζουμε στο δρόμο για να διαδηλωσουν για να πάρουμε αύξηση και τους φέρνουμε φαγητό όταν κάνουν κατάληψη στο σχολείο τους και το καταστρέφουν. Τα παρακινούμε και τα διδάσκουμε ότι η ανομία και η παρανομίααποτελούν το μοναδικό τρόπο για να ικανοποιηθούν οι απαιτήσεις τους. Αυτά, τους λένε, είναι η ζωή. Μόνο με τον «αγώνα» και τη «πάλη» τ΄αγαθά κτώνται.
Ο Πολύβιος Δημητρακόπουλος στη «Σιδηρά Διαθήκη του», γράφει, ότι η αλήθεια είναι σαν τον ήλιο. Όλοι τον θέλουν, αλλά όταν τον αισθανθούν, θέλουν να τον αποφύγουν και καταφεύγουν στη σκιά. Όλοι μας μιλάμε για την ανάγκη της επικράτησης της αλήθειας και δικαιολογημένα κατηγορούμε τους πολιτικούς ότι αποφευγουν να μας πουν την αλήθεια. Παρ’ όλο λοιπόν ότι ολοι μας, άλλος λίγο άλλος πολύ, χαρακτηρίζουμε τους πολιτικούς σαν ψεύτες, όσοι απ’ αυτούςτόλμησαν να μας πουν την αλήθεια, τους καταψηφίσαμε και δίνουμε τη ψήφο μας σε αυτούς που ξέρουμε ότι μας λένε ψέματα. Μας αρέσουν τα ωραία και φανταχτερά ψέματα. Βλέπουμε σήμερα ανθρώπους, με ανώτερο διανοητικό επίπεδο, να πιστεύουν πολιτικούς που τους λένε ότι όταν θα έλθουν συην εξουσία θα φέρουν τα πράγματα όπως ήσαν το 2008. Τι είναι αυτό που μας κάνει να μη θέλουμε να δούμε την αλήθεια; Γιατί το 2009 καταψηφίστηκε ο Κώστας Καραμανλής που είπε την αλήθεια, ότι τα πράγματα είναι δύσκολα και, σαν πρώτο μέτρο, θα πρέπει να παγώσουν οι ευξήσεις των μισθών των δημοσίων υπαλλήλων; Και υπερψηφίστηκε ο Γιώργος Παπανδρέου που είπε ότι λεφτά υπάρχουν; Δεν θέλω να αναφέρω ονόματα, αλλά η τάση αυτή να μη μας αρέσει η αλήθεια, είναι ο λόγος που πολλοί άξιοι πολιτικοί έχουν μπει στο περιθώριο επειδή λένε και υποστηρίζουν την αλήθεια.
Παρουσιάζουμε μαζοχιστικά συμπτώματα, όταν αναγνωρίζουμε την ανάγκη επικράτησης της αλήθειας, αλλά δεν θέλουμε να την αντιμετωπίσουμε. Δεν θέλουμε να τη δούμε και καταφεύγουμε σε κάθε μέσο για να τη παραμερίσουμε, να τη κρύψουμε, να της φορέσουμε φερετζέ, ή να τη διαστρεβλώσουμε ή να της δώσουμε την εμφάνιση που ταιριάζει στη ψυχολογική μας κατάσταση ή τα προσωπικά μας συμφέροντα. Ή, και το χειρότερο, να τη διχοτομήσουμε και να πάρουμε και να αποδεχτούμε το κομμάτι που μας συμφέρει. Πάρε, π.χ. το Μνημόνιο. Τα κόμματα, οι κοινωνικοί φορείς, οι οργανωμένες ομάδες και, γενικά, ο λαός έχει χωριστεί σε δύο στρατόπεδα. Στους Μνημονιακούς και τους Αντιμνημονιακούς.Εκείνο όμως που είναι αστείο και κωμικό, είναι το αντιμνημονιακό στρατόπεδο αποδέχεται τη μισή αλήθεια. Αναδεικνύει και σαλπίζει τα θλιβερά αποτελέσματα του μνημονίου, αλλά αποκρύπτει και δεν αναφέρει τα ευεργετήματα που συνοδεύουν την εφαρμογή του.
Φυσικά και έφερε δυστυχία το Μνημόνιο όταν αναγκάζει σε περικοπή των μισθών και των συντάξεων, όταν αναγκάζει σε απολύσεις, όταν προκαλεί λουκέτα και αυτοκτονίες, Αλλά την ίδια ώρα δεν αναφέρει κανείς ότι μας έδωσε και μας δίνει δανεικά, χωρίς τα οποία δεν θα υπήρχαμε σήμερα σαν οργανωμένη κοινωνία. Δεν αναφέρουν ότι χωρίς το Μνημόνιο δεν θα είχαμε πληρωμές μισθών, επιδομάτων και συντάξεων. Μπορεί κανείς να φανταστεί τι θα γινόταν αν δεν υπήρχαν χρήματα να πληρωθούν οι μισθοί και οι συντάξεις;(Αργεντινή;)Αν πραγματικά οι αντιμνημονιακοί συνειδητά πιστεύουν σε ό,τι λένε, ότι το μνημόνιο είναι καταραμένο, τότε γιατί αποδέχονται τους μισθούς τους και τις συντάξεις τους που προέρχονται από τα δάνεια που λαμβάνουμε βάσει των όρων του Μνημονίου που υπογράψαμε; Πως μπορούν να αποδεχτούν μισθούς και συντάξεις που προέρχονται από τόσο άθλια πηγή;Έχει δε τόσο πολύ πετύχει η δαιμονοποίηση του Μνημονίου, που, και αυτοί που ανήκουν στο Μνημονιακό στρατόπεδο, δεν τολμούν να πουν ένα καλό λόγο και να αναδείξουν τα ευεργετήματα που απορρέουν από την εφαρμογή του. Θυμίζει την εποχή της Μεταπολίτευσης, που κανένας νέος δεν τολμούσε να πει ότι δεν ήταν «αριστερός».
Αν έχουμε σταθερές τις φρένες και πραγματικά θέλουμε να βελτιώσουμε τις μελλοντικές συνθήκες διαβίωσης, ημών και των παιδιών μας, δεν έχουμε άλλη επιλογή από του να αποδεχτούμε και να αντιμετωπίσουμε την αλήθεια όπως πραγματικά είναι. Την αντιμετωπίζουμε ή όχι, αυτή παραμένει η ίδια, που απαιτεί από μας να επιδείξουμε τη σύνεση και τησυμπεριφορά που μας επιτάσσει. Και αυτό είναι ηολοκληρωτική αποδοχή της με ό,τι αυτό συνεπάγεται.
Κωνσταντίνος Λυκογιάννης