Η διαπραγμάτευση μπήκε στην επιθυμητή κατά τους δανειστές τροχιά, με τον πέλεκυ του Grexit πάνω από τα κεφάλια μας, για καλό και για κακό… Οι τράπεζες ανοίγουν, τα capital controls παραμένουν με καλύτερους, πιο λειτουργικούς ίσως όρους, τα δάνεια θα αρχίσουν και πάλι να εισρέουν, ή μάλλον να κάνουν ένα πέρασμα από τα ελληνικά ταμεία για να επιστρέψουν και πάλι εκεί που ανήκουν, στους δανειστές. Και λοιπόν; Τα κονδύλια και οι επιδοτήσεις από μόνες τους δεν δύνανται να λύσουν το πρόβλημα και να δώσουν νέες προοπτικές στη χώρα. Η πελατειακή λογική των ψηφοφόρων αλληλοσυμπληρούμενη από την ψηφοθηρική τακτική των φορέων πολιτικής εξουσίας δε χρειάζεται κουκούλωμα, αλλά εκρίζωση. Όπως και οι οικονομικοί δείκτες δε χρειάζονται – έτι μία φορά – λογιστικό ‘μαγείρεμα’, αλλά αναδιάρθρωση με αντίκρισμα και προοπτικές εφαρμόσιμες στην πραγματική οικονομία και όχι στα χαρτιά με τις μεγαλόπρεπες υπογραφές και τις παχυλές σφραγίδες. Η ευφυής και δημιουργική αξιοποίηση της όποιας βοήθειας όχι για μια στείρα εξυπηρέτηση του χρέους και διαιώνιση της εξάρτησης, αλλά δημιουργία κινήτρων για ανάπτυξη και εθνική χειραφέτηση είναι το ουσιαστικό στοίχημα, το δυστυχώς καθόλου δεδομένο. Γιατί το πρόβλημα της Ελλάδας δεν είναι εν τη γενέσει του οικονομικό, είναι πρωτίστως πολιτικό.
Μιλώντας για τους περιβόητους θεσμούς, η κοινή γνώμη διχάζεται, με τους μισούς να μιλούν για πραξικόπημα (#This is a coup) και τους υπόλοιπους να διατηρούν την πίστη και την αφοσίωση στην Ενωμένη Ευρώπη, ως μονόδρομο, σχεδόν ως πανάκεια. Εγώ θα πω ότι αυτή δεν μπορεί να είναι η Ευρώπη που θέλουμε. Με την ίδια λογική που καταλαβαίνω τη ρητορική που θέλει τους Έλληνες αγκιστρωμένους σε ένα ένδοξο παρελθόν χωρίς να επιβεβαιώνουν με την παρουσία τους στη σύγχρονη ιστορία την παλαιά αυτή αίγλη, αντίστοιχα δεν δέχομαι ότι το σπουδαίο ευρωπαϊκό όραμα των Schuman, Monnet και Spinelli, μπορεί καθοιονδήποτε τρόπο να σχετίζεται με αυτό το καταπιεστικό, αντιδημοκρατικό κατασκεύασμα όπου δίκαιο είναι το δίκαιο του ισχυρού και όπου οι τεχνικές και τα μέσα της διπλωματίας και της διαπραγμάτευσης φλερτάρουν με την ταπείνωση και τον εξευτελισμό ενός έθνους.
Επιστρέφοντας στο εσωτερικό, αυτό που σήμερα βιώνουμε δεν είναι Αριστερά, παρά μία αποτυχημένη εφαρμογή της. Δεν ξέρω αν ο πρωθυπουργός και οι σύμβουλοί του εξαπατήθηκαν, το βέβαιο είναι ότι εξαπατήθηκε ο ελληνικός λαός, του οποίου τη βούληση ουδείς σεβάστηκε, όπως αυτή εκφράστηκε καθαρά μέσα από την ψήφο στις εκλογές και το ΟΧΙ στο δημοψήφισμα. Η κατά βούληση και κατά το συμφέρον ερμηνεία μίας σαφούς λαϊκής εντολής δεν τιμά την δημοκρατία, την πολιτική και τους πολιτικούς που καιροσκοπικά και λαϊκίστικα την υπηρέτησαν.
Η σημερινή εικόνα της ελληνικής κυβέρνησης είναι μία άρνηση αποδοχής μιας μεγάλης ήττας, όχι μόνο στο εξωτερικό αλλά κυρίως στο εσωτερικό. Μια παράταξη που προδίδει – ηθελημένα ή μη – την ιδεολογική της ταυτότητα, τις θεμελιώδεις ιδρυτικές της αρχές και το πολιτικό της πρόγραμμα μοιραία θα γευτεί τους πικρούς καρπούς της εκ των έσω εγκατάλειψης από όσους αρνούνται το ρόλο του πολιτικού χαμαιλέοντα. Η εξομολόγηση του πρωθυπουργού περί συνειδητής θυσίας της ιδεολογικής του καθαρότητας μπροστά στο πιεστικό διακύβευμα της σωτηρίας της χώρας από την καταστροφή είναι σε ένα σημείο κατανοητή και θα μπορούσε να προσελκύσει τη συμπάθεια, όχι όμως και την ανάκτηση της εμπιστοσύνης. Ειδικά δεδομένου ενός τόσο κακού αποτελέσματος. Άλλωστε, αν από κάτι κρίνεται μια πολιτική, είναι από τα αποτελέσματά της, από τις απτές συνέπειες των πρωτοβουλιών της στην οικονομία και την κοινωνία την επόμενη κιόλας μέρα.
Υπάρχει άραγε φως στον ορίζοντα, θετική προοπτική; Σίγουρα αυτή δε θα προκύψει από μικροπολιτικούς τακτικισμούς, όπως ο μετασχηματισμός ή οι εκλογές. Αυτό που χρειάζεται να αλλάξει δεν είναι οι θέσεις στις καρέκλες και αυτό που τίθεται υπό αμφισβήτηση σίγουρα δεν είναι η δεδηλωμένη βούληση του ελληνικού λαού. Μέσα σε όλα τα plans a, b, c κ.ο.κ. και τα κρυφά χαρτιά στο συρτάρι, ανάμεσα σε φόρους, χρέη και επιβαρύνσεις, υπάρχει κάτι που να μπορεί να εκκινήσει πάλι την ατμομηχανή της εγχώριας οικονομίας με μακροπρόθεσμο άξονα την έστω και μερική αυτάρκειά της; Ποια από όλες τις εναλλακτικές, αν όντως υπάρχουν, που σήμερα έκαναν την κοινωνία να γονατίσει, θα τη βοηθήσουν στο μέλλον να ορθοποδήσει; Αυτό που σήμερα χρειάζεται περισσότερο, είναι ο προσανατολισμός εκείνος που θα δώσει διέξοδο στη μεγάλη κρίση της Πολιτικής και της αποσύνθεσης κάθε σταθερής αξίας και ιδεώδους. Η συλλογική ταυτότητα που θα μας αυτοπροσδιορίσει εκ νέου, δίνοντας τέλος στην άγνοια και το χάος. Που θα απαντήσει τα δύσκολα ερωτήματα του ποιοί εν τέλει είμαστε, πού θέλουμε να ανήκουμε και με τί κόστος.