Guest

Φοβάμαι, μαμά!…

 

«Αύριο θα μπει η επικουρική», μου είπε χθες. «Να πας να πάρεις το μπουφάν, που άρεσε στο παιδί, μ’ ακούς; Και με τα άλλα μισά, να ρωτήσεις τι θέλει και το κοριτσάκι μας». Ποια άλλα μισά, μαμά; Η ιστορία των επικουρικών είναι μεγάλη και βαθειά και πονάει πολύ. Από μια φορά στο 6μηνο ξεκίνησε και ήταν τόσο μεγάλο το ποσό, που όταν τα παιδιά πήγαιναν στο δημοτικό, πλήρωνες και δυο μηνιάτικα του ιδιωτικού. Μετά έγινε κάθε 3μηνο και μετά κάθε 2μηνο και με τις διαρκείς μειώσεις χάθηκε η μπάλα, για να μην ξέρει κανένας πια τι παίρνει. 88 ευρώ σήμερα, από 150 με την τελευταία προηγούμενη μείωση. Ποιο μπουφάν, μαμά; Ολόκληρο το θέλεις ή μόνο το ένα μανίκι; Ευτυχώς που σήμερα πληρώθηκα κι εγώ. Όσο για το κοριτσάκι μας… Για μένα δεν σας λέω…

budget-banners-gif-1Από την ώρα που μπήκα στο σπίτι, σιχτιρίζω τα πάντα. Βασικά απ’ το πρωί σιχτιρίζω και μάλλον έτσι θα μου πάει ολόκληρος ο μήνας. Με το που μπήκα στο γραφείο, έρχεται ξωπίσω μου η κυρα-Νίκη, η καθαρίστρια. «Κυρία Λίλιαν, άκουσες ότι κλείνει η Ήβη και η Pepsi; Τι θα γίνουν πάλι τόσοι άνθρωποι; Τι θ’ απογίνουμε;» Δεν είχα προλάβει ούτε την τσάντα μου να ακουμπήσω. Για την Pepsi είχα ακούσει, για την Ήβη όχι. «Θα τα καταφέρουμε, κυρία Νίκη μου, μην ανησυχείς», της είπα κι εκείνη χαμογέλασε και επέστρεψε στη δουλειά της γεμάτη σιγουριά, αφού έτσι της είπε «η γραμματιζούμενη». Θα τα καταφέρουμε στον έναν, θα τα καταφέρουμε στον άλλο, να δούμε στο τέλος πώς θα τα καταφέρω εγώ…

Ανοίγω υπολογιστή κι αρχίζω να διαβάζω… Κλυδωνισμούς προκαλεί στην κυβέρνηση ο ανασχηματισμός. Η κυβέρνηση στοχεύει στον σχηματισμό νέων Υπουργείων και στη μετονομασία άλλων. Τηλεοπτικές άδειες… ο Παππάς άνοιξε τα χαρτιά του. Παγώνουν τον νόμο – γέφυρα. Τα «δάκρυα» της ΝΔ για τους εργαζόμενους στα κανάλια. Το Ποτάμι προτείνει για αρχηγό του τον τάδε. Ο Λεβέντης απαιτεί την παραίτηση της κυβέρνησης…

Λουκέτο στην Pepsi και τι θα γίνουν πάλι τόσοι άνθρωποι; Η κυρα-Νίκη έχει τον άντρα της χειρουργημένο στο Ασκληπιείο και τριγύρω ήταν όλοι άνεργοι, μου είπε. Κι αυτή με τον τρόμο στα μάτια. 1,5 εκατομμύρια οι άνεργοι. 2,7 εκατομμύρια οι συνταξιούχοι με μειωμένα έσοδα. Δεν ξέρω πια πόσες χιλιάδες οι άστεγοι στην πρωτεύουσα και στην περιφέρεια. Δεν ξέρω πόσοι μετανάστες. Έχω χάσει τον λογαριασμό κι έρχεται κρύο. Ανακατεύεται το στομάχι μου κι έχω πολλή δουλειά. Μέσα μου, εντελώς ασυναίσθητα, σιγοψιθυρίζω το τραγούδι της Αρλέτας, «κοίτα να ντύνεσαι καλά κι έρχεται κρύο». Σκέφτομαι ότι δεν μου ‘χει περισσέψει πια ούτε ένα μπουφάν για τους άστεγους. Τα ‘δωσα όλα τους προηγούμενους χειμώνες. Hello November δεξιά κι αριστερά, αλλά τι θ’ απογίνουν πάλι τόσοι άνθρωποι; Κι εγώ, ούτε ένα μπουφάν πια. Ούτε μια κουβέρτα. Ανακατεύεται το στομάχι μου κι έχω πολλή δουλειά.

Οι μανάδες στην Πιερία βράζουν το γάλα για τα μικρά τους σε κονσερβοκούτια, λέει. Γίνεται έκκληση για μαγειρικά σκεύη, κατσαρολάκια (κι ας μην έχουν καπάκι), τηγάνια, κούπες για γάλα και καφέ, πιάτα, πιατέλες και μαχαιροπήρουνα, χοντρές κουβέρτες. Μπουφάν δεν έχω πια να δώσω, ούτε χοντρές κουβέρτες – τα ‘δωσα όλα! Κούπες για γάλα και για καφέ όμως, έχω! Αναδημοσιεύω την ανάρτηση. Κάνω έκκληση κι εγώ. Φαντάζομαι τον εαυτό μου να βράζει γάλα στο κονσερβοκούτι, για να ταΐσω τα «μωρά» μου. Τον φαντάζομαι να προσπαθεί να τα ζεστάνει, χωρίς μπουφάν, παπούτσια και κουβέρτες, μέσα στη λασπουριά. Το στομάχι μου ανακατεύεται κι έχω πολλή δουλειά. Κατεβάζω με το μυαλό μου, μία – μία τις κούπες του καφέ. Έχω ανοίξει νοητά όλα τα ντουλάπια της κουζίνας μου κι έχω θυμηθεί όλα τα σκεύη μου, ένα προς ένα. Το απόγευμα που θα γυρίσω στο σπίτι, θα τα κατεβάσω και θα τα πακετάρω, για να τα στείλω. Πρώτα όμως θα περάσω από εκείνο το μαγαζί, να αγοράσω το μπουφάν του γιου μου. Κι ας μείνω με ελάχιστα χρήματα μέχρι το επόμενο 15ήμερο. Αει στο διάολο πια! Τίποτα δεν αξίζει περισσότερο, όσο το χαμόγελο στο βλέμμα του παιδιού μου. Αει στο διάολο όλοι σας, με τους ανασχηματισμούς, τα καινούρια Υπουργεία και τις μετονομασίες τους! Αει στο διάολο!..

Τα μάτια του γιου μου έλαμψαν. Το ίδιο και της μάνας μου. «Εντάξει με την επικουρική;» «Εντάξει, μαμά. Μην ανησυχείς για τίποτα».

Γράφω και σιγοψιθυρίζω μέσα μου, τους στίχους από εκείνο το τραγούδι της Τάνιας Τσανακλίδου, «Φοβάμαι, μαμά!» Παλεύω ολομόναχη μέσα στα θηρία και φοβάμαι…



Για να διαβάσετε το βιβλίο της Λίλιαν Μπαντάνη «Η σχοινοβάτης», πατήστε εδω!

   

Προηγουμενο ΑρθροΕπομενο Αρθρο

Η Λίλιαν Μπαντάνη είναι πτυχιούχος του Τμήματος Ελληνικού Πολιτισμού του Ελληνικού Ανοικτού Πανεπιστημίου (2006) και κάτοχος Μεταπτυχιακού τίτλου στη Διοίκηση Επιχειρήσεων (ΜBA) του Kingston University of London (2009). Είναι μέλος του ΙΔΙΣ (Ινστιτούτο Διεθνών Σχέσεων) του Παντείου Πανεπιστημίου και του ΚΕΜΜΙΣ (Κέντρο Μεσογειακών, Μεσανατολικών και Ισλαμικών Σπουδών) του Τμήματος Πολιτικής Επιστήμης και Διεθνών Σχέσεων του Πανεπιστημίου Πελοποννήσου. Εργάζεται στον ιδιωτικό τομέα, ως στέλεχος του Τμήματος Εξαγωγών ελληνικής φαρμακοβιομηχανίας και συμμετέχει εθελοντικά σε προγράμματα στήριξης αστέγων και πρόληψης για την απώλεια της στέγης. Είναι μητέρα δύο παιδιών, μιας κόρης, φοιτήτριας Νομικής του ΔΠΘ και ενός γιου, μαθητή Β’ Λυκείου της Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης. Από φέτος, φοιτά στο Τμήμα Ψυχολογίας του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών.

Φοβάμαι, μαμά!...

γράφει η Λίλιαν Μπαντάνη.

Κάποιος που συνδυάζει τη γραφή με τη μουσική, θα μπορούσε να γράψει και ολόκληρο κείμενο, με ποτ πουρί από στίχους και στροφές του ελληνικού πενταγράμμου. Πρωτομηνιά σήμερα και στήθηκα πάλι στο ΑΤΜ, μαζί με τους παππούδες, για τη σύνταξη της μάνας μου. Από την έναρξη της κρίσης, η σύνταξή της έχει μειωθεί κατά 60% περίπου. Σχεδόν 6 χρόνια τώρα, κάθε μήνα, τσούκου – τσούκου, όλο και της την ροκανίζουν. Τη μια 50, την άλλη 30, την άλλη 20, τσούκου – τσούκου, τσούκου – τσούκου, όλο και της την μειώνουν, ώσπου έφτασε να παίρνει λιγότερα από τα μισά. Κι εγώ κάθε μήνα, χρόνια τώρα, στήνομαι στην ουρά μαζί με τους παππούδες, φοράω το καλό μου χαμόγελο, πιάνω μαζί τους την κουβέντα και τους δίνω κουράγιο. Και μετά, επιστρέφοντας στο σπίτι, χαμογελώ ακόμα πιο φωτεινά και λέω στη μαμά μου, «μην ανησυχείς, μαμά, τα έχω φροντίσει όλα εγώ». Κι ύστερα κλειδώνομαι στο δωμάτιό μου και καταρρέω.