γράφει ο Μάξιμος Χαρακόπουλος.
Το διαδίκτυο συνιστά πλέον έναν αναπόσπαστο παράγοντα της καθημερινότητας ολόκληρης της ανθρωπότητας. Κάθε είδους επαγγελματικές και κοινωνικές σχέσεις εξυπηρετούνται μέσω του διαδικτύου. Η προώθηση που δόθηκε στη ροή της πληροφορίας και στην ταχύτητα που διοχετεύεται είναι πρωτοφανής στην ιστορία. Η πανδημία του κορονοϊού ανέδειξε ακόμη περισσότερο την αξία αυτού του εργαλείου.
Ωστόσο, την ίδια ώρα, αυξάνονται οι κίνδυνοι και οι απειλές από την λειτουργία του. Συχνά πυκνά πληροφορούμαστε για κυβερνοεπιθέσεις και κακόβουλες παρεμβάσεις που πλήττουν εταιρείες, ακόμη και κρατικούς οργανισμούς. Σύμφωνα με έκθεση της Accenture που κοινοποίησε η Κομισιόν, οι κυβερνοεπιθέσεις εκτιμάται ότι θα κοστίσουν στον παγκόσμιο επιχειρηματικό τομέα 5,2 τρισ. δολάρια την επόμενη πενταετία. Ταυτόχρονα, διογκώνεται ένας ήδη τεράστιος κύκλος παράνομων δραστηριοτήτων, όπως είναι το εμπόριο ναρκωτικών και όπλων, η σεξουαλική εκμετάλλευση, με έξαρση της παιδοφιλίας, αλλά και η διακίνηση μισαλλόδοξων μηνυμάτων από τζιχαντιστές ή άλλες ακραίες ομάδες.
Απέναντι σε αυτά τα φαινόμενα η ΕΕ οφείλει να αντιδράσει συντεταγμένα και αποφασιστικά. Η δημιουργία ενός ενιαίου πλαισίου ασφάλειας στο διαδίκτυο συνιστά τμήμα της δημιουργίας μιας συλλογικής ασφάλειας, η οποία είναι, δυστυχώς, ακόμη το ζητούμενο στην Ευρώπη. Για τον λόγο αυτό είναι εξαιρετικά θετικό το γεγονός ότι η Ευρωπαϊκή Επιτροπή παρουσίασε στις 24 Ιουλίου μια νέα στρατηγική της ΕΕ για την “Ένωση Ασφάλειας”, για την περίοδο 2020-2025. Όπως έγινε γνωστό, οι πρωτοβουλίες για τη στρατηγική για την “Ένωση Ασφάλειας” σχετίζονται, μεταξύ άλλων, με την καταπολέμηση της τρομοκρατίας και του οργανωμένου εγκλήματος, την πρόληψη και τον εντοπισμό υβριδικών απειλών και την προώθηση της κυβερνοασφάλειας. Ιδιαίτερα για το ζήτημα των κυβερνοεπιθέσεων, που έχουν αυξηθεί, και προέρχονται από διάφορες πηγές εντός αλλά, κυρίως, και εκτός Ευρώπης, η Κομισιόν ανακοίνωσε ότι επίκειται αναθεώρηση της οδηγίας για τα συστήματα δικτύου και πληροφοριών και καθορισμός στρατηγικών προτεραιοτήτων στον τομέα της κυβερνοασφάλειας.
Για την Ελλάδα, ιδιαίτερα αυτή η πτυχή, είναι ζήτημα προτεραιότητας, λόγω των σοβαρών προκλήσεων που καλείται να απαντήσει. Να μη λησμονούμε ότι ουσιαστικά η χώρα μας δέχεται ένα είδος υβριδικού πολέμου από την Τουρκία, ο οποίος μπορεί και να συμπεριλάβει και επιχειρήσεις κυβερνοεπιθέσεων. Υπενθυμίζουμε ότι πρόσφατα το πρακτορείο Reuters, επικαλούμενο κορυφαίους αξιωματούχους στον τομέα της ασφάλειας, μετέδωσε ότι κυβερνοεπιθέσεις που στοχοποίησαν ιστοσελίδες της ελληνικής, της κυπριακής, αλλά και της ιρακινής κυβέρνησης -συμπεριλαμβανομένων υπουργείων, πρεσβειών και υπηρεσιών ασφαλείας- έγιναν από χάκερς που ενεργούν προς το συμφέρον της τουρκικής κυβέρνησης.
Η χώρα μας, επομένως, οφείλει να πρωτοστατήσει στην προώθηση και εμπέδωση ενός αμιγούς ευρωπαϊκού συστήματος ασφαλείας, χωρίς την παρέμβαση τρίτων, μη ευρωπαϊκών δυνάμεων. Η δημιουργία ενός συνολικού μονολιθικού ευρωπαϊκού συστήματος ασφαλείας, μιας ευρωπαϊκής ομπρέλας, μέρος της οποίας είναι το σχέδιο για την ασφάλεια του διαδικτύου, ταυτίζεται με το εθνικό μας συμφέρον. Αναμένουμε από τον ικανότατο υπουργό ψηφιακής διακυβέρνησης, Κυριάκο Πιερρακάκη, στον οποίο απηύθυνα σχετική ερώτηση, να μας παρουσιάσει τη στρατηγική της χώρας μας σχετικά με το σοβαρό αυτό ζήτημα.
το άρθρο δημοσιεύθηκε και στο «ΠΑΡΟΝ».