γράφει ο Νικόλαος Χρ. Γκίκας
Όσο και αν η ελιτίστικη Ευρώπη επιδιώκει να φαίνεται ως το νέο, δεν είναι παρά το παλιό που επανακάμπτει και έρχεται σα νέο, για να θυμηθούμε το Μπρεχτ. Στην Ευρώπη σήμερα, οι επίσημες γλωσσικές πολιτικές αντικατοπτρίζουν άμεσα τη σκέψη της εξουσίας, επαναπροσδιορίζοντας την πολιτική, την ανάπτυξη, το περιβάλλον, την κοινωνία, την οικογένεια, ακόμη και τη γυναίκα ως κάτι διαφορετικό από αυτό που ήταν για χιλιετίες. Η παθολογία της επίθεσης αυτής από πάνω προς τα κάτω, εδράζεται στην επιδίωξη αναμόρφωσης των κοινωνιών και την εγκαθίδρυση μιας εξουσίας της ανώτερης τάξης. Αλλά τα «δώρα» που προσφέρουν, πολύ συχνά αποδεικνύονται εφήμερα, εισάγοντας μια εξαιρετική κοινωνική και οικονομική αστάθεια. Ο Μακρόν δήλωσε ευθέως και χωρίς περιστροφές πως «….ο ευρωπαϊκός πολιτισμός μπορεί να πεθάνει…», αλλά δεν διαπίστωσε τη δυσαρέσκεια και την απώλεια εμπιστοσύνης των πολιτών έναντι της σημερινής Ευρώπης.
Οι λογής Μακρονίστες παραβλέπουν την παρακμή της Ευρώπης. Παραβλέπουν την αποβιομηχάνιση, την πτώση του βιοτικού επιπέδου, την απουσία ευρωπαϊκής στεγαστικής πολιτικής, τις τεράστιες οικονομικές και κοινωνικές ανισότητες, την επέκταση της ενεργειακής φτώχειας απόρροια των πράσινων πολιτικών, την υποβάθμιση του κοινωνικού κράτους, την εσκεμμένη αποανάπτυξη που προκαλεί η πράσινη λαίλαπα.
Εξέθρεψαν το ζήτημα της λαθρομετανάστευσης για οικονομικούς και ιδεολογικούς λόγους, εργαλειοποιώντας τα μετέπειτα κοινωνικά προβλήματα και αγωνίζονται σήμερα δήθεν να διαφυλάξουν την απώλεια της ταυτότητας της Ευρώπης. Η υποκριτική και κυνική ρητορική της Ευρώπης, εστιάζοντας στη Ρωσία και τους πιθανούς κινδύνους από την προέλασή της στην Ουκρανία, τη στιγμή που στη Γάζα συνεχίζεται το αιματοκύλισμα αθώων επιτρέποντας δύο σταθμά, αποσκοπεί να αποκρύψει τα προβλήματά της. Η γεωπολιτική αποτυχία της Ευρώπης, με δύο πολέμους στη γειτονιά της, είναι τεράστια. Πόσο μάλλον καθώς βρίσκεται εγκλωβισμένη στην παγίδα της προπαγάνδας της. Παρά λοιπόν την αδυσώπητη προπαγάνδα σωτηρίας, το χάσμα μεταξύ του πολιτικού ακτιβισμού των ελίτ και των πολιτών είναι εξαιρετικά έντονο.
Συντηρητικοί πολιτικοί, όπως ο Μειμαράκης νωρίτερα και ο Κεφαλογιάννης προχθές στη ΔΕΕΠ Τρικάλων, μεταμορφωμένοι από την Κίρκη των Βρυξελλών, αναζητούν μια κατασκευή συναίνεσης και συσπείρωσης, ψελλίζοντας διλλήματα σταθερότητας, επικλήσεις στα ιδανικά της φιλελεύθερης δημοκρατίας, του γαλαντόμου πατριωτισμού και τετριμμένες εκκλήσεις για μια ορθολογική και κοστολογημένη πολιτική.
Αυτό που ο Γκράμσι αποκαλεί «κοινή λογική». Ενίοτε βέβαια η λογική αυτή είναι παραπλανητική, επικαλούμενη πολιτικά συνθήματα που συγκαλύπτουν συγκεκριμένες στρατηγικές κάτω από αόριστες γλωσσοπλαστικές ρητορικές τεχνικές. Οδηγούμαστε σε ευρωπαϊκές εκλογές χωρίς Ευρώπη, αλλά οι εκλογές είναι η έσχατη άμυνα των πολιτών έναντι της αυθαιρεσίας της εξουσίας.