Φυσικά οι περικοπές μισθών και συντάξεων, προκαλούν αλυσιδωτές αντιδράσεις που οδηγούν σε επιπλέον ύφεση της οικονομίας, καθώς μειώνεται η αγοραστική δύναμη, γεγονός που μειώνει τις πωλήσεις προϊόντων και υπηρεσιών και το οποίο οδηγεί με τη σειρά του είτε σε επιχειρήσεις που με μειωμένες πωλήσεις χρωστάνε στους προμηθευτές είτε απολύουν υπαλλήλους, είτε ακόμα οδηγούνται και στο λουκέτο. Αποτέλεσμα αυτού, είναι να αυξάνονται κόκκινα δάνεια και φυσικά η ανεργία. Η ανεργία μειώνει ακόμα περισσότερο τα κέρδη της αγοράς, δεδομένου ότι ο άνεργος αδυνατεί να διατηρήσει τις καταναλωτικές συνήθειες που είχε και με την ανεργία στο κόκκινο και με επιχειρήσεις που βάζουν λουκέτο (άρα δεν προσφέρουν έσοδα από φόρους στο κράτος) η πολιτεία καταφεύγει στο να μειώσει μισθούς και συντάξεις για να μπορέσει να διατηρήσει την συνέχειά της. Αυτή η διαδικασία εξακολουθεί να γίνεται επί έξι συναπτά έτη με αποτέλεσμα η οικονομία της χώρας να συρρικνώνεται κάθε μέρα που περνάει και όταν η οικονομία συρρικνώνεται είναι μονόδρομος να αρχίσουν περικοπές από την Παιδεία, την Εθνική Άμυνα και τις Υποδομές.
Εύλογα αναρωτιέται κανείς: «Μα καλά, οι πολιτικοί δεν τα βλέπουν, η Ευρώπη δεν τα βλέπει αυτά;» Η απάντηση είναι απλή! Ναι, είναι γεγονός, ότι η οικονομική ύφεση που ήρθε εισαγόμενη από τις ΗΠΑ και μαστίζει όλη την Ευρώπη, ήταν κάτι καινοφανές για όλους, ακόμα και για τον πιο έμπειρο οικονομολόγο και γι’ αυτό ακούμε συχνά πυκνά την έκφραση: «Κάναμε λάθος στο μείγμα οικονομικής πολιτικής που εφαρμόσαμε στην Ελλάδα». Κακά τα ψέματα κανείς, πόσο μάλλον η Ευρώπη, δεν ήταν ικανή και προετοιμασμένη να αντιμετωπίσει την όλη κατάσταση. Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι στα προγράμματα που εφαρμόστηκαν στην χώρα μας όλα ήταν λάθος…
Ποτέ και σε τίποτα δεν υπάρχει μαγική συνταγή, που να διορθώνει με μιας όλα τα προβλήματα. Έτσι και στην οικονομία. Παρ’ όλα αυτά όμως, υπάρχει το αυτονόητο. Αυτονόητο είναι να εφαρμόζεις πολιτικές που ξέρεις εκ προοιμίου ότι θα βάλουν στην οικονομία θετικό πρόσημο. Μια από τις πολιτικές αυτές είναι η ιδιωτικοποίηση, που ο εγχώριος λαϊκισμός φρόντισε να την δαιμονοποιήσει κάνοντας λόγο για εκχώρηση της δημόσιας περιουσίας, που δεν δίστασε να μιλήσει για ξεπούλημα της Ελλάδας. Η ιδιωτικοποίηση δεν είναι τίποτα παραπάνω από μία σύμβαση ορισμένου χρόνου ή την μόνιμη παραχώρηση με άμεση είσπραξη. Φυσικά σε μία χώρα που επί δεκαετίες γαλουχήθηκε με την «ασφάλεια» του δημοσίου, κάτι τέτοιο φαντάζει σαν να μιλάμε για τον Σατανά τον ίδιο…
Όπως πολύ σωστά παρατηρεί ο Αλέξης Παπαχελάς σε πρόσφατο άρθρο του: «Η μεταπολίτευση θα τελειώσει την ημέρα που θα μπορέσουμε να κηδέψουμε επισήμως τις ιδεολογικές αγκυλώσεις της.» Οι αγκυλώσεις αυτές, δεν είναι άλλες από τον φόβο για την ιδιωτική πρωτοβουλία, είτε αυτή είναι ξένη είτε εγχώρια. Διαφεύγει της σκέψης όμως όσων καταριόνται τις ιδιωτικοποιήσεις, ότι έτσι θα γεννηθούν νέες θέσεις εργασίας, θα εισρεύσει χρήμα στην αγορά και επιχειρήσεις που ήταν ζημιογόνες ή εκτάσεις που «κάθονταν» θα δεχτούν μία δυνατή ένεση και θα γίνουν κερδοφόρες. Εκτάσεις όπως το ελληνικό, όχι μόνο θα προσφέρουν νέες θέσεις εργασίας, αλλά την ίδια ώρα θα αποφέρουν έσοδα βραχυπρόθεσμα, αλλά και μακροπρόθεσμα, καθώς θα προσελκύσουν στην περιοχή νέες επιχειρήσεις και θα αποτελούν τουριστικό πόλο έλξης.
Γιατί δεν προχώρησε η χώρα μας προς αυτή την κατεύθυνση; Μα για τον απλούστατο λόγο, ότι ο λαϊκισμός, εύκολα πούλαγε πατριωτισμό, ότι δήθεν ξεπουλιέται η πατρίδα. Ποιος μπορεί να ξεχάσει τον Πάνο Καμμένο που πριν γίνει κυβέρνηση φορούσε μπλούζες με λογότυπο «Greece is not for sale»; Ποιος ξεχνάει τις κινητοποιήσεις του ΣΥΡΙΖΑ στα λιμάνια; Σήμερα πλέον, ακόμα και η Αριστερά παρά τις δικές της ιδεολογικές αγκυλώσεις, κατάλαβε, ότι μόνο κερδισμένοι θα βγούμε από ιδιωτικοποιήσεις, μολονότι ο λαϊκισμός που εξέθρεψε, ακόμα υπάρχει στα στρώματα της κοινωνίας και ενθαρρύνεται σποραδικά από μικρά πολιτικά κόμματα που ακόμα ποντάρουν σε αυτόν.
Δυστυχώς όμως τα αυτονόητα τώρα που τα καταλάβαμε σχεδόν είναι αργά, καθώς το επενδυτικό ενδιαφέρον έχει μειωθεί εξαιτίας της ασταθούς πολιτικής κατάστασης και κυρίως εξαιτίας της αδυναμίας μας ως χώρα να αποφασίσουν την θέσπιση ενός σταθερού φορολογικού συντελεστή στις επιχειρήσεις για τουλάχιστον μία δεκαετία. Το υπερταμείο που έφερε ο ΣΥΡΙΖΑ για 99 χρόνια στην χώρα, παρά τις όποιες προσωπικές μου ενστάσεις, είναι ένα βήμα προς την κατεύθυνση αυτή, αλλά θα χρειαστεί αρκετός καιρός μέχρι να λειτουργήσει. Έτσι επί του παρόντος το βάρος πέφτει στο ΤΑΙΠΕΔ, το οποίο βάση του τρίτου μνημονίου είναι δεσμευμένο να εισπράξει μέχρι το 2018, κοντά στα 5,8 δισεκατομμύρια ευρώ. Μολονότι όμως το ΤΑΙΠΕΔ έχει προχωρήσει και έχει ολοκληρώσει διαγωνισμούς όπως: Εγνατία Οδός, Μαρίνες και ΕΕΣΣΤΥ (ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΣΥΝΤΗΡΗΣΗΣ ΣΙΔΗΡΟΔΡΟΜΙΚΟΥ ΤΡΟΧΑΙΟΥ ΥΛΙΚΟΥ Α.Ε.), ακόμα εκκρεμούν μεγάλοι διαγωνισμοί όπως του ΟΛΘ, των ΕΛΠΕ, του ΟΤΕ, της ΔΕΗ, της ΕΥΔΑΠ και των ΕΛΤΑ.
Τώρα που και η Αριστερά κατάλαβε ποιο είναι το όφελος της χώρας και ότι η τεχνική του κοψίματος μισθών και συντάξεων νεκρώνει στην κυριολεξία την αγορά, φαίνεται ότι και ο μέσος πολίτης κατανοεί ότι οι ιδιωτικοποιήσεις, όχι μόνο εθνική προδοσία δεν είναι, αλλά τουναντίον προς όφελος του κρατικού συμφέροντος είναι. Η διχαστική ρητορική και ο λαϊκισμός πλήγωσαν επί σειρά ετών την Ελλάδα, αλλά ακόμα τίποτα δεν έχει κριθεί. Είναι επιτακτική πλέον ανάγκη το να βρεθεί το maximum της εθνικής συνεννόησης από όλα τα κόμματα του δημοκρατικού τόξου για να εφαρμόσουμε όχι τα μνημόνια, αλλά τα αυτονόητα…