Θα αναφερθώ σε ορισμένα από αυτά για να αποδείξω ότι η παρούσα κυβέρνηση δεν είναι μόνο η χειρότερη αλλά και η πλέον εθνικά επικίνδυνη
Μπορεί κανείς να έχει εμπιστοσύνη στην κυβέρνηση σε ό,τι αφορά στα εθνικά ζητήματα;
Ας μη πάμε στα «βαθιά» για το αν υπάρχουν ή όχι θαλάσσια σύνορα, γεγονός που μέχρι πρόσφατα ο κ. Τσίπρας φαίνεται να αγνοούσε. Ας μείνουμε στην επικαιρότητα ξεκινώντας από το Σκοπιανό.
Ο κ. Τσίπρας προφανώς ζητώντας ως αντάλλαγμα την ελάφρυνση του χρέους και τη μετάθεση κατά έξι μήνες της εφαρμογής του νόμου Κατρούγκαλου για περικοπή των συντάξεων, ξεκίνησε μόνος του τις συνομιλίες, χωρίς να επιδιώξει διακομματική στήριξη όπως έκαναν προηγούμενες κυβερνήσεις. Ο στόχος του ήταν διττός: Πρώτον να καρπωθεί το αποτέλεσμα της συναλλαγής του με τους Συμμάχους που θέλουν πάση θυσία την ένταξη των Σκοπίων σε ΕΕ και ΝΑΤΟ ώστε να αποφευχθεί η διείσδυση της Ρωσίας στα Βαλκάνια, και δεύτερον, να προκαλέσει εσωτερικά προβλήματα στη ΝΔ.
Και μόνο το γεγονός ότι ενέπλεξε στην κομματική του ατζέντα και σχεδιασμούς εθνικά θέματα, από μόνο του είναι επικίνδυνο και δεν χρειάζεται ανάλυση. Ωστόσο το μείζον είναι ότι η κυβέρνηση Τσίπρα πήγε στη διαπραγμάτευση για να βρει λύση πάση θυσία, παρά το γεγονός ότι άλλοι ήταν οι επισπεύδοντες. Και όταν ο χρόνος σε πιέζει και περιμένεις ανταλλάγματα, τότε οι «κόκκινες γραμμές» ξεθωριάζουν και πέφτεις από τη μια υποχώρηση στην άλλη. Πότε για την ανύπαρκτη «μακεδονική γλώσσα» και «μακεδονική εθνότητα» και πότε υποκύπτοντας σε πιέσεις να αλλάξεις ακόμα και το όνομα της εσωτερικής σου Περιφέρειας Κεντρικής Μακεδονίας!!!
Κορυφαία περίπτωση ενδοτικότητας και αδυναμίας να αντιδράσει σε διεθνείς προσβολές ήταν η παρέμβαση του Ούγγρου πρωθυπουργού Βίκτωρος Ουρμπάν στην συγκέντρωση διαμαρτυρίας που έγινε το Σάββατο στα Σκόπια. Ο Ουρμπάν έστειλε βινετοσκοπημένο μήνυμα με το οποίο τάχθηκε υπέρ των Σκοπίων.
Η συνήθης διαδικασία σε αυτές τις περιπτώσεις θα ήταν η ελληνική κυβέρνηση να προχωρήσει μέσω της διπλωματικής αντιπροσωπείας της χώρας μας σε διάβημα προς την κυβέρνηση της Βουδαπέστης έχοντας ως επιχείρημα ότι μεσούσης της διαπραγματευτικής διαδικασίας υπό την αιγίδα, μάλιστα του ΟΗΕ, ήταν – το λιγότερο- άτοπο να παίρνει θέση υπέρ του ενός εκ των εμπλεκομένων στην διαπραγμάτευση. Πολύ περισσότερο μάλιστα ότι το ένα μέλος της διαπραγμάτευσης (εν προκειμένω η Ελλάδα) είναι μαζί με την Ουγγαρία μέλη και στην ΕΕ και στο ΝΑΤΟ, στα οποία φιλοδοξούν να εισέλθουν τα Σκόπια.
Φυσικά η δεύτερη κίνηση της ελληνικής κυβέρνησης, θα έπρεπε να είναι να διαμαρτυρηθεί στα όργανα της ΕΕ και του ΝΑΤΟ, αλλά και στον ίδιο τον ΟΗΕ για τη στάση του Ούγγρου πρωθυπουργού. Το γεγονός ότι ο κ. Ουρμπάν είναι ακροδεξιός δεν μειώνει την ευθύνη της ελληνικής κυβέρνησης. Απέναντί της είναι μια κρατική οντότητα, όχι ο δεξιός ή ο αριστερός πρωθυπουργός.
Η ελληνική κυβέρνηση προκειμένου να μη δυσαρεστήσει τους… συμμάχους προτίμησε να «καταπιεί» αμάσητη την προσβολή, η οποία, όμως, ανοίγει το δρόμο και για άλλες ανάλογες.
Μπορεί να έχει κανείς εμπιστοσύνη στην κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ για την διασφάλιση της έννομης τάξης και την προστασία της νομιμότητας;
Η απάντηση στο ερώτημα δίνεται κάθε παρασκευοσαββατοκύριακο στους δρόμους των Εξαρχείων, όπου αντιεξουσιαστές επιτίθενται στις ομάδες των ΜΑΤ.
Το γεγονός όμως που ξεπέρασε κάθε όριο ήταν αυτό του Σαββάτου στη Θεσσαλονίκη όπου ομάδα αναρχικών βγήκε από το Αριστοτέλειο, πέταξε κούτες μπροστά από μια κλούβα των ΜΑΤ και πάνω στις κούτες πέταξε βόμβες μολότοφ, κατακαίγοντας το λεωφορείο και φυσικά θέτοντας σε κίνδυνο τις ζωές εκείνων που έχουν ταχθεί για να προστατεύουν τις δικές μας ζωές, των απλών πολιτών.
Το γεγονός δεν ήταν τυχαίο. Ήταν προμελετημένο. Οι αντιεξουσιαστές ήθελαν νεκρούς. Δεν το πέτυχαν αυτή τη φορά. Θα επιχειρήσουν και πάλι. Είναι το μόνο βέβαιο.
Το τραγικό όμως στην περίπτωση αυτή είναι ότι οι αστυνομικοί, μετά την σε βάρος τους απόπειρα, ζήτησαν την προστασία του αρμοδίου Εισαγγελέως. Και φυσικά πρόκειται για παγκόσμια πρωτοτυπία εκείνοι που είναι εντεταλμένοι για την τήρηση του νόμου και της τάξης, να ζητούν από τη Δικαιοσύνη να τους προστατεύσει, ουσιαστικά, από την αδιαφορία του κράτους, που εκφράζεται μέσω του ανεκδιήγητου υπουργού κ. Τόσκα και των συνοδοιπόρων του, με την ανοχή του Μεγάρου Μαξίμου!!!
Η βία και η ανομία στη χώρα τείνουν να γίνουν καθεστώς. Και είναι πέρα από κάθε λογική τα επεισόδια στα Εξάρχεια να παρουσιάζονται ως τουριστική attraction και να οργανώνονται περιηγήσεις στο «ανεξάρτητο κράτος του Εξαρχηστάν».
Δεν υπάρχει μεγαλύτερος κίνδυνος για ένα κράτος δικαίου και για τη δημοκρατία από το να γίνει καθημερινότητα και συνήθεια η ανομία.
Η κυβέρνηση Τσίπρα – Καμμένου μπορεί να εγγυηθεί την οικονομική ανεξαρτησία της χώρας;
Εδώ, γελάμε…
Η κυβέρνηση Τσίπρα – Καμμένου, είναι αυτή που έδωσε στους δανειστές ό,τι αρνήθηκαν οι κυβερνήσεις του Γιώργου Παπανδρέου, του Λουκά Παπαδήμου και του Αντώνη Σαμαρά: Τον απόλυτο έλεγχο – μέσω του Υπερταμείου- της δημόσιας περιουσίας, για 100 χρόνια. Για να καταλάβουμε το μέγεθος της μειοδοσίας που διέπραξαν, σημειώνουμε ότι στα χέρια του ελληνικού κράτους θα περιέλθει και πάλι η δημόσια περιουσία όταν τις τύχες αυτού του τόπου θα αναλαμβάνουν τα… δισέγγονά μας. Υποθήκευσαν την Ελλάδα για τέσσερις γενιές και έχουν το θράσος να μιλούν για «καθαρή έξοδο» και εθνική ανεξαρτησία. Και φυσικά θα πρέπει να συνυπολογίσουμε τα μέτρα που έχει λάβει για τα επόμενα χρόνια και τις δεσμεύσεις για πλεονάσματα 3,5%
Η κυβέρνηση Τσίπρα – Καμμένου διασφαλίζει την κοινωνική σταθερότητα;
Εδώ, δυστυχώς, κλαίμε!
Στα χρόνια της κρίσης ο κοινωνικός ιστός έμμεινε άρρηκτος κυρίως λόγω των ισχυρών δεσμών της ελληνικής οικογένειας.
Ο παππούς και η γιαγιά στήριζαν με τη σύνταξή τους τα άνεργα παιδιά ή εγγόνια τους. Ο Αλέξης Τσίπρας με τις συνεχείς μειώσεις συντάξεων εκείνο που επιτυγχάνει είναι να προκαλεί ρήγματα σε αυτό που επί σχεδόν μια δεκαετία λειτουργούσε θετικά στην κοινωνία. Παράλληλα με την ιδεολογική επιλογή του να πλήξει οικονομικά την μεσαία τάξη, το ρήγμα αυτό στην κοινωνία γίνεται ακόμη μεγαλύτερο, καθώς σπάει η συνέχεια στην οικονομική κλίμακα και δημιουργεί μια κοινωνία δύο ταχυτήτων, καθώς οι πλούσιοι γίνονται πλουσιότεροι και οι φτωχοί φτωχότεροι.
Θα μπορούσαμε να γράψουμε πολλά για την υγεία και την παιδεία που δεν αποτελούν προσφορά αλλά καθήκον και χρέος για κάθε σύγχρονη πολιτεία απέναντι στους πολίτες. Ιδιαίτερα δε η παιδεία, είναι εκείνη που αποτελεί την επένδυση κάθε κράτους και διασφαλίζει ένα καλύτερο μέλλον.
Δυστυχώς και σε αυτά η κυβέρνηση Τσίπρα – Καμμένου μόνο αρνητικά αποτελέσματα έχει να επιδείξει.
Όλα αυτά όμως εκείνο που κάνουν είναι να υπονομεύουν τα σαθρά θεμέλια στα οποία στηρίζεται η ελληνική κοινωνία. Οι ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ αντί να τα ενισχύουν τα ροκανίζουν. Ο κίνδυνος όμως δεν αφορά την παρούσα ή οποιαδήποτε άλλη κυβέρνηση. Ο κίνδυνος αφορά στην αξιοπρέπεια και το μέλλον των πολιτών αυτής της χώρας αλλά κυρίως στην υπόσταση της ίδιας της Ελλάδος.
Θα επιτρέψουμε – και ως πότε;- να μας κυβερνούν εθνικά επικίνδυνοι;
ΥΓ. Επί του… πιεστηρίου διάβασα την συνέντευξη Κοτζιά στην ΕΡΤ και την απειλή του προς τη Νέα Δημοκρατία πως δεν θα ανεχτεί προσωπικές επιθέσεις από δήθεν «Μακεδονομάχους» και εάν χρειαστεί θα αποκαλύψει στην Βουλή έγγραφα που θα εκθέτουν την αξιωματική αντιπολίτευση.
Αν καταλάβατε καλά αυτήν την «προειδοποίηση» – απειλή προς τη ΝΔ την εκτόξευσε όχι ο οποιοσδήποτε γραφικός πολιτικός, αλλά ο Υπουργός Εξωτερικών της Ελλάδος, ο άνθρωπος δηλαδή που διαπραγματεύεται αυτήν την ώρα με τα Σκόπια τα εθνικά συμφέροντά μας και την ιστορία της χώρας μας. Τίποτα από όσα προηγούμενα καταγράφηκαν, στο άρθρο που διαβάσατε, να μην υπήρχε αλλά μόνο αυτό, αρκεί για να αποδείξει πόσο επικίνδυνοι είναι οι άνθρωποι που μας κυβερνούν. Πόσο κακό είναι έτοιμοι να κάνουν στην Ελλάδα, προκειμένου να κερδίσουν κάποιους επικοινωνιακούς πόντους στο εσωτερικό πολιτικό παιχνίδι.
Με τη συγκεκριμένη «απειλή» ο κ. Κοτζιάς, υπουργός Εξωτερικών του κ. Τσίπρα, απέδειξε ότι ο εαυτός τους και οι «καρέκλες» τους είναι πάνω από τα συμφέροντα της Ελλάδος. Αν αυτό δεν τους καθιστά απειλή για τα συμφέροντα της χώρας τότε έχουμε χάσει την έννοια της λέξεως απειλή.